ΕΛΛHNIKH ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

EΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

 

 

Εν Αθήναις

Τη 13 Οκτωβρίου 1933

 

 

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟΥ

307

 

Νόμος υπ'αριθ. 5834

Περί τοποθετήσεως διαθεσίμων του Ταχ. Ταμιευτηρίου και συστάσεως παρ'αυτώ ενεχυροδανειστηρίου "Λαϊκής Πίστεως"

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Εχοντες υπόψει το άρθρον 75 του Συντάγματος, εκδίδομεν τον επόμενον Νόμον, ψηφισθέντα υπό της Βουλής

Άρθρον 1

Μέρος των διαθεσίμων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, όπερ εφεξής αποτελεί ιδίαν Διεύθυνσιν υπαγομένην εις το Υπουργείον της Συγκοινωνίας δύναται να χρησιμοποιήται εις τοποθετήσεις ενεχυροδανειστηρίου κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου.

 

Άρθρον 2

Ενεχυριάσιμα είναι κινητά αντικείμενα εκ χρυσού ή αργύρου, κσομήματα, πολύτιμοι λίθοι, έπιπλα, μεταλλικά πράγματα οικιακής χρήσεως, εργαλεία, μηχαναί, μουσικά όργανα και εν γένει παν κινητόν αντικείμενον ανεγνωρισμένης χρησιμότητος, εφ' όσον η φύλαξις αυτού δεν είναι δυσχερής και εφ' όσον τούτο δεν υπόκειται εις εύκολον φθοράν ή εις απρόβλεπτον και κατά το μάλλον ή ήττον σημαντικήν απώλειαν της τιμής του εν τη αγορά.

Ως ενέχυρα δεν γίνονται δεκτά:

α) Ενδύματα και καλύμματα εξ υφασμάτων, παράσημα, διάσημα και αριστεία.

β) Εφθαρμένα, ακάθαρτα, εύθραυστα, εύφθαρτα και εύφλεκτα αντικείμενα.

γ) Χειροτεχνικά Εργαλεία.

δ) Αντικείμενα φέροντα διακριτικά γνωρίσματα ιδιοκτησίας, εφ' όσον ο δανειζόμενος δεν αποδεικνύει την επί του αντικειμένου νόμιμον κυριότητα αυτού.

ε) Αντικείμενα τα οποία δύνανται βασίμως να θεωρηθούν ως μολυσματικά.

Πας έτερος παρέχων τοιαύτα δάνεια εκ των εν τω παρόντι εδαφίω οριζομένων τιμωρείται αυτεπαγγέλτως διά φυλακίσεως μέχρις εξ μηνών ή διά χρηματικής ποινής μέχρι δραχμών 30.000.

Και στ) "Εμπορεύματα" δηλαδή αντικείμενα προσκομιζόμενα παρά προσώπων υπό την ιδιότητα του Εμπόρου, είτε δεδηλωμένη είτε συγκεκαλυμμένη είναι η ιδιότης αύτη, εκτός αν πρόκειται περί προϊόντων εγχωρίου οικιακής ή επαγγελματικής βιοτεχνίας του ενεχυριαστού.

Ενεχυριάσιμοι είναι επίσης κινηταί αξίαι, ήτοι κρατικαί ή ηγγυημέναι υπό του Κράτους ομολογίαι, ομολογίαι προσώπων Δημοσίου δικαίαου και υποηθηκικαί ομολογίαι. Ίνα γίνωσι δεκταί εις ενέχυρον άλλαι κινηταί αξίαι, απαιτείται απόφασις της υπό του παρόντος νόμου προβλεπομένης Διοικούσης Επιτροπής, ειδικώς δι' εκάστην περίπτωσιν λαμβανομένη. Αναγκαία προϋπόθεσις της παραδοχής εις ενεχυρίασιν οιουδήποτε τίτλου είναι η διαπραγμάτευσις αυτού εν τω Χρηματιστηρίω.

Η "Λαϊκή Πίστις"δύναται να ενεργή και προεξοφλήσεις ή δάνεια επ' ενεχύρω αποδείξεων μισθών και συντάξεων δημοσίων ή ιδιωτικών υπαλήλων ή αναπήρων και θυμάτων πολέμου κατά τα υπό του ειδικού κανονισμού των εργασιών και υπό της Διοικούσης Επιτροπής ορισθησόμενα.

Το δικαίωμα παροχής δανείων επ' ενεχύρω των εν παραγράφω 1 και 4 αντικειμένων παρέχεται μονοπωλιακώς εις το παρόν ενεχυροδανειστήριον.

Τα εν παραγράφω 1 δάνεια και εν παραγράφω 4 προεξοφλήσεις ή δάνεια επ' ενεχύρω αποδείξεων μισθών και συντάξεων δημοσίων υπαλλήλων ή ιδιωτικών τοιούτων ή αναπήρων και θυμάτων πολέμου, προτιμώνται των άλλων άτινα γίνονται μόνον εφ' όσον αι συνθήκαι επιτρέπουσι.

 

Άρθρον 3

Το ελάχιστον ποσόν της συνομολογήσεως δανείου ορίζεται εις δραχμάς εκατόν (100).

Εις εν και το αυτό πρόσωπον δεν δύναται να παραχωρηθή δάνειον πλέον των δρασχμών 15.000 (δέκα πέντε χιλιάδων) ανεξαρτήτων εάν πρόκειται περί ενός δανείου ή πλειοτέρων γινομένων κατά διαφόρους εποχάς. Η Διοικούσα Επιτροπή δύναται εν πάση περιπτώσει να περιορίση το ποσόν τούτο, δύναται δε και να το αυξήση μέχρι το πολύ του διπλασίου, αλλά τούτο μόνον προκειμένου περί δανείων επ' ενεχύρω χρυσού, κοσμημάτων ή πολυτίμων λίθων.

 

Άρθρον 4

Τα εις ενέχυρον προσφερόμενα αντικείμενα αποτιμώνται υπό εκτιμητου επί τη βάσει της αξίας πωλήσεως.

Το παρεχόμενον δάνειον δεν δύναται να υπερβή τα 2/3 της αποτιμηθείσης αξίας επί αντικειμένων εκ χρυσού, τα 3/5 επι αργυρών αντικειμένων, πολυτίμων λίθων και βιοτεχνκών προϊόντων, το 1/2 επί αντικειμένων οικιακής χρήσεως, το 1/2 της χρημαστηριακής αξίας, ουχί ανωτέρας εν πάση περιπτώσει της ονομαστικής, επί των ενεχυριασίμων κινητών αξιών.

Προκειμένου περί κοσμημάτων ή άλλων αντικειμένων δεν λαμβάνεται υπ' όψιν η αξία της τέχνης ή η αρχαιότης.

 

Άρθρον 5

Τα δάνεια συνομολογούνται τουλάχιστον διά τρίμηνον και κατά μέγιστον δι' εν εξάμηνον. Ο τόκος εισπράττεται προκαταβολικώς τουλάχιστον δι' εν τρίμηνον.

Ο οφειλέτης δύναται να ζητήση δικαιωματικώς δύο ανανεώσεις ανά εν τρίμηνον. Εκάστη ανανέωσις γίνεται μετά νέαν αποτίμησιν τουαντικειμένου, επιτρέπεται δε μόνον υπό την προϋπόθεσιν ότι ο ενεχυριστής θα καταβάλη τους τυχόν καθυστερουμένους τόκους και μόνον κατόπιν προσαγωγής της ενεχυραποδείξεως.

 

Άρθρον 6

Απαγορεύεται η παραχώρησις δανείου εις πρόσωπα μη εφωδιασμένα δι' επισήμως κεκυρωμένου δελτίου ή άλλου αποδεικτικού ταυτότητος ως και εις πρόσωπα μη συμπληρώσαντα το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας των. Η συνομολόγησις δανείου προς τοιούτους ανηλίκους δύναται να γίνη μόνον τη συναινέσει του πατρός ή του επιτρόπου. Παραχωρούμενον όμως τοιούτον δάνειον εκ πλάνης δεν θεωρείται άκυρον της ενεχυριάσεως παραμενούσης ισχυράς.

Επίσης απαγορεύεται η χορήγησις δανείων εις πάντα ασκούντα το επάγγελμα του ενεχυροδανειστού ως και εις τους υπαλλήλους του ενεχυροδανειστηρίου.

"Με τας ποινάς του άρθρου 2 εδάφιον 5 του παρόντος νόμου, ανεξαρτήτως της κατά το κοινόν ποινικόν και αστικόν δίκαιον ευθύνης τιμωρείται αυτεπαγγέλτως πας ενεχυριάζων εν γνώσει πράγμα εφ' ου δεν κέκτηται δικαίωμα πλήρους ιδιοκτησίας, μη παραβλαπτομενων όμως των δικαιωμάτων των εν πλειστηριασμώ καθισταμένων αγοραστών του ενεχύρου.

Διά την ενεχυρίασιν πράγματος αξίας άνω των δραχμών 5000 ο ενεχυριάζων οφείλει να προσκομίζη τίτλους βεβαιωτικούς των επί του πράγματος δικαιωμάτων του. Πάσα αξίωσις τρίτων επί των ενεχυριαζομένων πραγμάτων περιορίζεται έναντι της Λαϊκής Πίστεως μόνον εις αξίωσιν επί του μετά τον πλειστηριασμόν απομένοντος υπέρ του οφειλέτου πιστωτικού υπολοίπου".

Διαρκούντος του δανείου επί ενεχύρω, δύναται ο τυχών διεκδικών δικαιώματα επί του ενεχυριασθέντος πράγματος, να παραλάβη τούτο παρά του ενεχυροδανειστηρίου προκαταβάλλων το παρά τούτου χορηγηθέν δάνειον μετά των τόκων και εξόδων, πάντοτε όμως κατόπιν αδείας του Ειρηνοδίκου δικάζοντος εκ των ενόντων μετά προηγουμένην ακρόασιν του ενεχυριάσαντος.

Η απόφασις αύτη έχει προσωρινήν ισχύν, ο δικαιωθείς δε τρίτος διεκδικητής θεωρείται μεσεγγυούχος του πράγματος μέχρις ου το αρμόδιον δικαστήριον κρίνει ορισιτκώς.

 

Άρθρον 7

Η αναγκαστική εκποίησις ενεχυριασμένου αντικειμένου γίνεται μετά παρέλευσιν ενός μηνός τουλάχιστον από της λήξεως της προθεσμία του δανείου, άνευ επιταγής ή ειδοποιήσεως προς τον οφειλέτη.

Η ημέρα και η ώρα του πλειστηριασμού ανακοινούται δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρας προ της ημέρας του πλειστηριασμού διά καταχωρήσεως προγράμματος εις ειδικόν βιβλίον ανοικτόν εις πάντα βουλόμνον εις την είσοδον του καταστήματος, ένθα λειτουργεί το Ενεχυροδανειστήριον και εν τη αιθούση των συναλλαγών αυτού εις περίβλεπτον θέσιν.

Κατά το αυτό δεκαπενθήμερον τα προς εκποίησιν αντικείμενα εκτίθενται εις κοινήν θέαν εντός ειδικής "αιθούσης Εκθεμάτων" του Ενεχυροδανειστηρίου, ανοικτής καθ' όλην την ημέραν εις τον κοινόν.

 

Άρθρον 8

Ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον ειδικής επιτροπής εκ τριών μελών οριζομένης υπό της Διοικούσης Επιτροπής, εις την αίθουσαν των συναλλαγών.

Χρυσά και αργυρά ενέχυρα δεν δύνανται να κατακυρωθώσι κάτω της τρεχούσης αξίας του χρυσού ή του αργύρου.

Τα έξοδα πωλήσεως υπολογίζονται εις 3% με ελάχιστον όριον δραχμών 5, εις βάρος του ενεχυριαστού.

Αι κινηταί αξίαι εκποιούνται εις το Χρηματιστήριον μέσω της Εθνικής Τραπέζης, των σχετικών εξόδων βαρυνόντων τον οφειλέτην. Προκειμένου περί τίτλων, ων η αξία δεν υπερβαίνει ττας δισχιλίας δραχμάς η εκποίησις δύναται να γίνη και ιδιωτικώς, εφ' όσον επιτυγχάνεται η χρησματιστηριακή τιμή.

Ο οφειλέτης δύναται να εξοφλήση το δάνειον και αναλάβη το ενεχυριασθέν αντικείμενον μέχρι της προηγουμένης ημέρας της εκπληστηριάσεως. Ουδεμία ένστασις ή αντίρρησις εις την πώλησιν δύναται να παρακωλήση την εκπλειστηρίασιν.

 

Άρθρον 9

Απαγορεύεται της πράξεως ούσης απολύτως ακύρου, επί ποινή φυλακίσεως μέχρις έξ μηνών ή χρηματικής ποινής μέχρι 30.000 επιβαλομένης αυτεπαγγέλτως εις οιονδήποτε των συμβαλλομένων, η καθ' οιονδήποτε τρόπον συντελουμένη πώλησις, εκχώρησις, οπισθογράφησις, ενεχυρίασις και εν γένει εμπορία των ενεχυραποδείξεων της Λαϊκής Πίστεως.

 

Άρθρον 10

Εν περιπτώσει απωλείας της δανειστικής ενεχυραποδείξεως ο δανεισθείς οφείλει να προβή αμέσως εις σχετικήν δήλωσιν προς την διεύθυνσιν του Ενεχυροδανειστηρίου, ήτις υποχρεούται να δεχθή νκαι εγγράψη την ειρημένων δήλωσιν επί του βιβλίου ενεχυριάσεων.

Ο δανεισθείς όστις έχει απολέση την ενεχυραπόδειξίν του δεν δύναται να αποσύρη το επ' αυτής αναγραφόμενον ενέχυρον προ της λήξεως της διά της ενεχυριάσεεως ορισθείσης προθεσμίας. Και όταν κατά την λήξιν της προθεσμίας ταύτης θα έχει επιτραπή εις αυτόν είτε ν' αποσύρη το ενέχυρόν του, είτε να λάβη την εκ γενομένης τυχόν εκποιήσεως επί πλέον προκύπτουσαν διαφοράν, υποχρεούται ο δανεισθείς να δώση ειδικήν απαλλαγήν από πάσης ευθύνης του ενεχυροδανειστηρίου και εγγύησιν προσώπου εγκατεστημένου και ανεγνωρισμένου ως φερεγγύου, ή άλλην τοιαύτην, κατά τα υπό της Διοικούσης Επιτροπής ορισθησόμενα.

Πάσα απαίτησις παντός τρίτου κομιστού ενεχυραποδείξεως αποσβένυται μετά εξ μήνας από της λήξεώς της.

 

Αρθρον 11

Τα συμβόλαια, τα βιβλία, τα πρακτικά πωλήσεως, οιαιδήποτε αποδείξεις και έγγραφα σχετικα΄με την υπηρεσία και την αποπληρωμήν των δανείων επ' ενεχύρω απαλλάσσονται παντός οιουδήποτε τέλους.

 

Άρθρον 12

Τα δοθέντα εις ενέχυρον αντικείμενα θεωρούνται υπέγγυα διά την δανεισθείσαν ποσότητα, τους τόκους, προμήθειαν και πάσαν άλλην δαπάνην οιοσδήποτε και αν είναι ο ιδιοκτήτης αυτών, και οπωσδήποτε και αν απεκτήθησαν παρά του ενεχυριάσαντος δεν κατάσχωνται δε ούτε διεκδικούνται εξ οιασδήποτε αιτίας.

Εάν το παρακατατεθέν ενέχυρον είναι βεβαρυμένον υπό δικαιώματος τρίτου τινός, του δικαιώματος τούτου προηγείται κατά τάξιν το δικαίωμα του ενευχυροδανειστηρίου.

 

Άρθρον 13

Εις περίπτωσιν, καθ' ην προέκυψεν εκ της πωλήσεων πλεόνασμα πέραν του δανεισθέντος κεφαλαίου και των τόκων, προμηθείας και εξόδων, παραμένει τούτο επί δύο έτη άτοκον εις την διάθεσιν του ενεχυριαστού. Μετά πάσαν εκπλειστηρίασιν ενεχύρου, γνωστοποιείται εφ' απλού χάρτου και διά δικαστικού κλητήρος, λεπτομερώς το μετά την αφαίρεσιν των οφειλομένων κεφαλαίων, τόκων, και εν γένει εξόδων απομένον υπέρ του οφειλέτου πιστωτικόν υπόλοιπον, μετά πάροδον δε διετίας από της γνωστοποιήσεως ταύτης παραγράφεται υπέρ της Λαϊκής Πίστεως πάσα αξίωσις του οφειλέτου επί του υπολοίπου τούτου.

Εάν εκ της πωλήσεως άλλων ενεχύρων του αυτού ενεχυριαστού προέκυψεν έλλειμμα, χρησιμοποιείται προς κάλυψιν το τυχόν τούτο πλεόνασμα.

Εν περιπτώσει καθ' ην εξοφληθή το δάνειον, αλλά το απαλλαγέν της ενεχυριάσεως αντικείμενον δεν αποσυρθή, μετά παρέλευσιν "ενός έτους από της κοινοποιήσεως εις τον ενεχυριάζοντα ότι εξωφλήθη το δάνειον εκποιείται, το δε αντίτιμον μείον των εξόδων παραμένει άτοκον εις την διάθεσιν του δικαιούχου, παραγραφομένης της απαιτήσεως μετά δύο έτη.

 

Άρθρον 14

Εν περιπτώσει καθ' ην το ενεχυριασθέν αντικείμενον απωλέσθη ή εκπλάπη, εκτός εάν το γεγονός της απωλείας ή αφαιρέσεως επισυνέβη συνεπεία ανωτέρας βίας, ο δικαιούχος δικαιούται εις αποζημίωσιν συνισταμένην εις την αποτιμηθείσαν αξίαν διά τα αντικείμενα εκ χρυσού και αργύρου, διά δε τα άλλα εις την αποτιθηθείσαν αξίαν πλέον ενός ογδόου.

Διά τας κινητάς αξίας καταβάλλεται η χρηματιστηριακή τιμή κατά την ημέραν της πληρωμής. Εν περιπτώσει υποτιμήσεως του ενεχυριασθέντος αντικειμένου κατά το 1/3 τουλάχιστον, διαρκούσης της ενεχυριάσεως, ζητείται η καταβολή ποσού καλύπτοντος την διαφοράν. Η μη άμεσος καταβολη τούτου καθιστά ληξιπρόθεσμον το δάνειον.

 

Άρθρον 15

Εις το κατά τας κειμένας διατάξεις Εποπτικόν Συμβούλιον του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου προστίθενται από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου τρία νέα μέλη, οριζόμενα, επί πενταετή έκαστον θητεία, υπο του Υπουργού της Συγκοινωνίας κατόπιν προτάσεως του αυτού Συμβουλίου συνεδριάζοντος διά τωνυπολοίπων μελών αυτού, εκλεγόμενα δε μεταξύ προσώπων εχόντων ανωτέραν οικονομικήν μόρφωσιν ή πείραν καιαποδεδειγμένως εγκυψάντων εις τα ζητήματα του ενεχυροδανειστηρίου, ως τούτο συνιστάται διά του παρόντος νόμου. Εν περιπτώσει ισοψηφίας μεταξύ των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου επί οιουδήποτε θέματος νικά η ψήφος του Προέδρου.

Οι ως άνω τρεις ειδικοί σύμβουλοι μετέχουν ως και οι λοιποί τοιούτοι, επί τη βάσει των μέχρι τούδε ισχυουσών διατάξεων, εις την σύνθεσιν και τας εργασίας του Εποπτικού Συμβουλίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, από κοινού δε τά δύο ετέρων εκ των συναδέλφων των, ήτοι του εν τω Συμβουλίω καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Διευθυντού των Ταχυδρομικών Ταμιευτηρίων, αποτελούσιν ιδίαν πενταμελή Διοικούσαν Επιτροπήν της "Λαϊκής Πίστεως".

 

Άρθρον 16

Η κατά το προηγούμενον άρθρον Διοικούσα Επιτροπή του Ενεχυροδανειστηρίου διοικείκαι διαχειρίζεται πάντα τα κατ' αυτό, αποφασίζουσα επί όλων των αναγομένων εις την οργάνωσιν και τας εργασίας του ζητημάτων.

 

Άρθρον 17

Ειδικώτερον η διοικούσα Επιτροπή προβαίνει εις την σύνταξιν του Εσωτερικού Οργανισμού και των αναγκαίων ειδικών Κανονισμών Υπηρεσίας προς ρύθμισιν των διαφόρων εργασιών αυτού εν σχέσει προς την παροχήν δανείων επ' ενεχύρω. Ούτω θέλουν διακανοσνισθή τα ζητήματα τα αφορώντα ιδία την εν γένει οργάνωσιν της υπηρεσίας, τα δικαιώματα, τα καθήκοντα, τας ευθύνας και τας εγγυήσεις του προσωπικού τον τύπον των δανειστικών συμβολαίων, αποδείξεων και παντός εγγράφου, την κατάρτισιν των λογιστικών βιβλίων, τον μηχανισμόν των εγγράφων, την σύνταξιν του Ισολογισμού και Απολογισμού, το αναγκαίον περιεχόμενον της ετησίας εκθέσεως της Διευθύνσεως του Ενεχυροδανειστηρίου, τον τρόπον της αποτιμήσεως και της ευθύνης του εκτιμητού, το επιτόκιον των δανείων, την προμήθειαν και τα έξοδα διά την φύλαξιν και συντήρησιν των αντικειμένων, την ασφάλισιν των αντικειμένων, τον τρόπον του υπολογισμού του τόκου, τας λεπτομερείας της παρακαταθέσεως ή αναλήψεως των ενεχύρων, της ανανεώσεως του δανείου και της αναγκαστικής εκποιήσεως, τον αριθμόν και την οργάνωσιν των Γραφείων εις άλας, πλην της πρωτευούσης, πόλεις, άτινα θα παρέχωσι τοιαύτα δάνεια, την έκτασιν της ευθύνης του Ενεχυροδανειστηρίου διά την βλάβην των ενεχυριαζομένων αντικειμένων, και ό,τι ήθελε κριθή αναγκαίον διά την ευχερεστέραν λειτουργίαν της ενεχυροδανειστικής ταύτης εργασίας.

"Το Ενεχυροδανειστήριον Ζακύνθου (Monte di Pieta) δύναται να συνεχίση και επεκτείνη τας εργασίας του ως παράρτημα του κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου συνιστωμένου ενεχυροδανειστηρίου, εφ' όσον ήθελε ζητήσει τούτο το Δημοτικόν Συμβούλιον Ζακυνθίων, διά πράξεως αυτού υποβαλλομένης εις το Υπουργείον της Συγκοινωνίας".

"Τα της εσωτερικής οργανώσεως, αι οικονομικαί συνθήκαι και αι λεπτομέρειαι της διοικήσεως αυτού κανονισθήσονται διά Διατάγματος εν προσαρμογή προς τον παρόντα νόμον".

 

Άρθρον 18

Ο εσωτερικός Οργανισμός και οι ειδικοί Κανονισμοί εργασιών εγκρίνονται υπό του Εποπτικού Συμβουλίου των Ταχυδρομικών Ταμιευτηρίων και κυρούνται δι' αποφάσεως του Υπουργού της Συγκοινωνίας δημοσιευομένης εις το Δελτίον της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

 

Άρθρο 19

Η διοικούσα Επιτροπή της "Λαϊκής Πίστεως" συνέρχεται εις ειδικάς, εκτός του Εποπτικού Συμβουλίου, συνδριάσεις, διά τα ζητήματα της αρμοδιότητός της εν σχέσει με το Ενεχυροδανειστήριον.

Η διοικούσα Επιτροπή εκλέγει μετξαύ των μελών αυτής Πρόεδρον, αντιπρόεδρον και εντεταλμένον Σύμβουλον, εκτελούντα χρέη διευθυντού και όστις δέον να μη είναι εκ των δημοσίων υπαλλήλων, ευρίσκεται δε εν απρατία και αποφασίζει διά της παρουσίας και της ψήφου τριών τουλάχιστον εκ των μελών της. Η αποζηίωσις των μελών της διοικούσης Επιτροπής διά τας ειδικάς συνεδριάσεις της, πάντως ουχί πλείονας των τεσσάρων κατά μήνα, κανονίζεται επί τη βάσει των διά το Εποπτικόν Συμβούλιον του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ισχυόντων, κατά το άρθρον 2 του από 29 Ιουνίου 1933 σχετικού Διατάγματος. Ο εκτελών χρέη Διευθυντού του Ενεχυροδανειστηρίου εντεταλμένος Σύμβουλος λαμβάνει προσθέτως αποζημίωσιν οριζομένην υπό του Υπουργού της Συγκοινωνίας μέχρι δραχμών το πολύ πέντε χιλιάδων μηνιαίως.

 

Άρθρον 20

Επιτρέπεται όπως διά Π. Διατάγματος, εφ' άπαξ εκδιδομένου τη προτάει του Υπουργού της Συγκοινωνίας, επενεχθώσιν αι δέουσαι τροποποιήσεις και συμπληρώσεις εις τας διεπούσας το Ταχυδρομικόν Ταμιευτήριον κανονσιτικάς διάτάξεις, ίνα γίνη η δέουσα προσαρμογή της οργανώσεώς του εις τας διά του παρόντος Νόμου προβλεπομένας εργασίας του παρ' αυτώ Ενεχυροδανειστηρίου "Λαϊκής Πίστεως".

Διά Διαταγμάτων προκαλουμένων μετά πρότασιν της Διοικητικής Επιτροπής της Λαϊκής Πίστεως επισης δύνανται να κανονίζωνται ειδικώς:

α) Ο τρόπος καθορισμού των εις την "Λαϊκήν Πίστιν" χρησιμοποιητέων εκάστοτε διαθεσίμων του Ταχ. Ταμιευτηρίου.

β) Η σύνθεσις και τα αναγκαία προσόντα του προσωπικού, το οποίν προσλαμβάνεται κα΄τα προτίμησιν διά μετατάξεως ή αποσπάσεως προσωπικού της Τ.Τ.Τ. Υπηρεσίας ή διορισμού διατελεσάντων τοιούτων, αποκλειομένων των περιλαμβανομένων εν τω άρθρω 19 του νόμου 3811, ή των εχόντων δίπλωμα της Ανωτάτης Σχολής Εμπορικών και Οικονομικων Επιστημών ή τραπεζιτικήν προϋπηρεσίαν.

γ) Ο αριθμός και η μισθοδοσία των οργανικών και εκτάκτων θέσεων της υπηρεσίας του Ενεχυροδανειστηρίου.

δ) Ομοίως αι εκ της προσθέτου ταύτης αρμοδιότητος απαιτηθησόμεναι ειδικαί υπηρεσίαι του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, ιδία η προς νομικήν παρακολούθησιν και διαχείρισν πάσης επί των τοποθετήσεών του προκυπτούσης τυχόν αμφισβητήσεως και διαφοράς αναγκαιούσα υπηρσία Νομικής Συμβούλου, και

ε) Η εξ αρμοδίων προσώπων, ανωτέρας οικονομκής μορφώσεως και κοινωνικου κύρους σύστασις και οργάνωσις ειδικής πενταμελούς επιτροπής εξ ων τα μεν τρία μέλη ορίζονται εκ των αποτελοόυντων το Β' Τμήμα του Ανωτάτου Συγκοινωνιακού Συμβουλίου τα δε δύο ορίζονται επί θητεία τριετεί κατ' εκλογήν του επί της Συγκοινωνίας Υπουργού. Η επιτροπή αύτη μη απολαμβάνουσα ουδεμιάς αμοιβής ασκεί την ανωτάτην εποπτείαν των εργασιών του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Λαϊκής Πίστεως και υποβάλλει δις του έτους τας σχετικάς γνώμας και παρατηρήσεις εις την Κυβέρνησιν διά του επί της Συγκοινωνίας Υπουργού.

Εν Δεκελεία τη 5 Οκτωβρίου 1933

 

Ο Πρόερδος της Δημοκρατίας

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΑΪΜΗΣ

Ο επί της Συγκοινωνίας Υφυπουργός

Κ. ΤΣΑΛΔΑΡΗΣ

 

Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς

Ο Υπουργός της Δικαιοσύνης

ΣΠ. ΤΑΛΙΑΔΟΥΡΟΣ