EΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

 

 

 

ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ

ΤΗ 9 ΜΑΙΟΥ 1952

 

 

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟΥ

129

 

 

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 2119

 

Περί των δια των λεωφορείων αυτοκινήτων συγκοινωνιών

 

Π Α Υ Λ Ο Σ

ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

 

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, αποφασίζομεν και διατάσσομεν:

 

Ορισμοί

Άρθρον 1

 

1.                  Η επί των αστικών και υπεραστικών οδικών γραμμών μεταφορά επιβατών επί κομίστρω κατ' επιβάτην, ενεργείται τη αδεία του Κράτους δια λεωφορείων ή μικτών λεωφορείων (φορτοεπιβατικών) αυτοκινήτων, δημοσίας χρήσεως, των οποίων ο τύπος ορίζεται δι' αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών μετά γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων.

2.                  Κατ' εξαίρεσιν, προκειμένου περί τοποθεσιών μη δυναμένων να εξυπηρετηθώσι δια λεωφορείων ή φορτοεπιβατικών, λόγω κακής καταστάσεως οδού ή άλλων αιτίων, δύναται να επιτραπή προσωρινώς κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών, η μεταφορά επιβατών δια φορτηγών αυτοκινήτων, τηρουμένων των όρων ασφαλείας, χωρίς εκ τούτου να δημιουργείται δικαίωμα μετατροπής των φορτηγών εις λεωφορεία.

 

Άρθρον 2

 

1.                  Υπεραστική επιβατική συγκοινωνία, καλείται η τακτική μεταξύ πόλεων ή κωμών δι' αυτοκινήτων μεταφορά επιβατών επί κομίστρω.

Υπεραστική επιβατική γραμμή καλείται η εξυπηρετούσα ωρισμένας πόλεις ή σημεία δια της ενούσης ταύτα οδού.

2.                  Αστική επιβατική συγκοινωνία καλείται η εντός πόλεως ή μεταξύ πόλεως και των προαστίων αυτής μεταφορά επιβατών δι' αυτοκινήτων επί κομίστρω.

Αστική περιοχή καλείται η εντός ορισμένης ακτίνος από του κέντρου της πόλεως περιλαμβανομένη περιοχή εντός της οποίας η εκτελουμένη επιβατική συγκοινωνία θεωρείται αστική. Η ακτίς αύτη ορίζεται δι' εκάστην πόλιν δι' αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών, κατόπιν γνώμης του οικείου Τοπικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Αυτοκινήτων.

Αστική επιβατική γραμμή καλείται η εξυπηρετούσα ωρισμένα σημεία εντός Αστικής περιοχής δια της προς τούτο καθοριζομένης διαδρομής.

3.                Αστική περιοχή Αθηνών-Πειραιώς είναι η περιλαμβανομένη εντός κύκλου

ακτίνος 20 χιλιομέτρων με κέντρο την εν Αθήναις πλατείαν Ομονοίας.

Εξαιρετικώς η περιοχή των Κοινοτήτων Αγίου Στεφάνου, Μπιφίου και Σταμάτας, περιλαμβάνεται εις την αστικήν περιοχήν Αθηνών-Πειραιώς.

 

Άρθρον 3

Εις ειδικάς περιπτώσεις, δύναται να επιτραπή κατόπιν αποφάσεως του υπουργού Συγκοινωνιών μετά γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, η εκτέλεσις μεταφοράς προσώπων δια λεωφορείων ιδιωτικής χρήσεως, ανηκόντων εις Κοινωφελείς Οργανισμούς, Σχολεία στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, Ξενοδοχεία, εν αδυναμία εξυπηρετήσεως των Ξενοδοχείων τούτων δια κανονικής λεωφορειακής γραμμής, καθώς και εις Αεροπορικάς επιχειρήσεις, δια την μεταφοράν επιβατών μέχρι της πλησιεστέρας προς τον αερολιμένα πόλεως, υπό όρους και περιορισμούς τους οποίους η αυτή ως άνω απόφασις ήθελεν ορίσει εις εκάστην περίπτωσιν.

 

Χαρακτηρισμός γραμμών

Άρθρον 4

 

1.                  Δια Β. Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει του επί των Συγκοινωνιών

Υπουργού, καθορίζονται οι αναγκαίοι δια τον χαρακτηρισμόν οδικής γραμμής ως υπεραστικής ή αστικής, όροι και προϋποθέσεις. Μέχρι της εκδόσεως του Βασιλικού Διατάγματος τούτου ισχύουν αι σχετικαί διατάξεις του από 31.3.36 Β.Δ. "περί χαρακτηρισμού υπεραστικών και αστικών επιβατικών συγκοινωνιών".

 

Δι' αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών, εκδιδομένων μετά γνώμην του οικείου Τοπικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, γίνεται ο χαρακτηρισμός των υπεραστικών και αστικών γραμμών, καθοριζομένης της αφετηρίας, του τέρματος και της διαδρομής εκάστης.

2.                  Αι μέχρι της ισχύος του παρόντος χαρακτηρισθείσαι δι' Υπουργικών

Αποφάσεων αστικαί και υπεραστικαί γραμμαί διατηρούνται, δυνάμεναι εις εξαιρετικάς περιπτώσεις να επεκταθώσι δι' αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών μετά γνώμην του οικείου Τοπικού Συμβουλίου και του Συμβουλίου Αυτοκινήτων.

 

Κοινά Ταμεία Εισπράξεων Λεωφορείων

Άρθρον 5

 

1.                  Επί τω σκοπώ οργανώσεως των δια λεωφορείων αυτοκινήτων επιβατικών

Συγκοινωνιών και εξισώσεως των συνθηκών εκμεταλλεύσεως, συνιστώνται δι' αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών Κοινά Ταμεία Εισπράξεων Λεωφορείων (Κ.Τ.Ε.Λ.) Υπεραστικών γραμμών.

2.                  Τοιαύτα Κοινά Ταμεία Εισπράξεων συνιστώνται ανά έν εις την έδραν

εκάστου Νομού κατ' εξαίρεσιν δε και εις ετέραν πόλιν του αυτού Νομού όπου γίνεται η απογραφή των αυτοκινήτων, εις έκαστον δε τούτων υπάγονται:

α) Υπεραστικαί Γραμμαί εξυπηρετούσαι τας εντός του Νομού Τοπικάς συγκοινωνίας

β) Υπεραστικαί Γραμμαί συνδέουσαι πόλεις του Νομού με πόλεις ή κωμοπόλεις άλλων Νομών ως και με τας Αθήνας-Πειραία ή Θεσσαλονίκην.

3.                  Κατ' εξαίρεσιν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου, εις τα

Κ.Τ.Ε.Λ. υπεραστικών γραμμών Αθηνών-Πειραιώς και Θεσσαλονίκης υπάγονται μόνον αι υπεραστικαί γραμμαί, αι εξυπηρετούσαι τας εντός του οικείου Νομού Τοπικάς Συγκοινωνίας.

4.                  Προκειμένου περί νήσων, ανεξαρτήτως του εάν εκάστη τούτων αποτελεί

Νομόν δύναται να συσταθή ίδιον Κ.Τ.Ε.Λ.

5.                  Δια την περιοχήν Αθηνών-Πειραιώς, δύναται μετά γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, να συσταθώσι από τέσσαρα μέχρις έξ το πολύ ίδια Κ.Τ.Ε.Λ. Αστικών Γραμμών περιλαμβάνοντα λεωφορεία κατά το δυνατόν του αυτού τύπου εστρωμένων ή μη γραμμών.

Αι συνιστώσαι ταύτα Υπουργικαί αποφάσεις καθορίζουσι τας αστικάς γραμμάς τας οποίας θα περιλαμβάνη έκαστον Κ.Τ.Ε.Λ. και πάσαν σχετικήν λεπτομέρειαν.

6.                  Δια την πόλιν Θεσσαλονίκης, δύναται να συσταθώσι μέχρι δύο Κ.Τ.Ε.Λ.

αστικών γραμμών.

7.                  Ίδιον Κ.Τ.Ε.Λ. αστικών γραμμών συνιστάται εις εκάστην άλλην πόλιν εν η υφίστανται αστικαί γραμμαί.

Εις όσας εκ των πόλεων τούτων τα εντεταγμένα εις αστικάς γραμμάς αυτών λεωφορεία είναι ολιγώτερα των δέκα, αντί της συστάσεως ιδίου Κ.Τ.Ε.Λ. δύνανται ταύτα κατόπιν γνώμης του τοπικού Συμβουλίου να υπαχθώσι διοικητικώς εις το Κ.Τ.Ε.Λ. υπεραστικών γραμμών του οικείου Νομού τηρουμένου χωριστού λογαριασμού δι' αυτά.

8.                  Δι' αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών μετά πρότασιν του Υπουργικού Συμβουλίου και σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, δύνανται επί σκοπώ καλλιτέρας εξυπηρετήσεως των αναγκών κυκλοφορίας και εξισώσεως των συνθηκών εκμεταλλεύσεως να συγχωνευθώσι δύο ή πλείονα Κ.Τ.Ε.Λ. εις έν ή και γραμμαί ενός Κ.Τ.Ε.Λ. να υπαχθώσιν εις έτερον.

 

Καθορισμός Δυνάμεως Κ.Τ.Ε.Λ.

Άρθρον 6

 

1.            Δι' αποφάσεων του Υπουργού των Συγκοινωνιών εκδιδομένων εφ' άπαξ μετά σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, καθορίζεται η εις αριθμόν λεωφορείων δύναμις των γραμμών αυτού εν συνδυασμώ με το κατά το προηγούμενον έτος συντελεσθέν μεταφορικόν έργον, την μεταφορικήν ικανότητα των λεωφορείων και σχετικήν γνώμην του οικείου Τοπικού Συμβουλίου ή του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Α.Σ. προκειμένου περί των Κ.Τ.Ε.Λ. αστικών γραμμών Αθηνών-Πειραιώς.

2.            Αύξησις ή μείωσις της εις λεωφορεία δυνάμεως εκάστου Κ.Τ.Ε.Λ. επιτρέπεται μόνον άπαξ κατ' έτος εντός του μηνός Ιανουαρίου και εφ' όσον αι συγκοινωνιακαί ανάγκαι της περιοχής αυτού δικαιολογούσι τούτο, δι'αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών μετά σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, και κατόπιν ητιολογημένης προτάσεως του οικείου Τοπικού Συμβουλίου ή του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Ε.Α.Σ. προκειμένου περί των Κ.Τ.Ε.Λ. της περιοχής Αθηνών - Πειραιώς. Η αύξησις ή μείωσις αποφασίζεται όταν τα κριτήρια της προηγούμενης παραγράφου εν συνδυασμώ προς την κάλυψιν των απαραίτητων δαπανών κινήσεως και συντηρήσεως των λεωφορείων δικαιολογούσι την μεταβολήν δυνάμεως.

 

Ένταξις Λεωφορείων

Άρθρον 7

1.                  Κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος Νόμου εις έκαστον Κ.Τ.Ε.Λ. ενταχθήσονται δι΄αποφάσεων τουΥπουργού Συγκοινωνιών, τα κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος κυκλοφορούντα και νομίμως τοποθετημένα εις τας γραμμάς αυτού λεωφορεία καλύπτοντα την ορισθησομένην δύναμιν τούτου ως και τα μέχρι σήμερον κυκλοφορούντα λεωφορεία επί καθωρισμένων δι'αποφάσεων τουΥπουργού Συγκοινωνιών, υπεραστικών γραμμών δυνάμει προσωρινών αδειών κυκλοφορίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών.

2.                  Τα τυχόν πέραν του οριζομένου εκάστοτε αριθμού εντεταγμένα λεωφορεία, δύνανται μετ' απόφασιν της Γενικής Συνελεύσεως του οικείου Κ.Τ.Ε.Λ. εγκρινομένην υπό του Υπουργού, να αποσυρθώσι της κυκλοφορίας αχρηστευόμενα, αποζημιουμένων των ιδιοκτητών αυτών, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 18 παράγραφος 1 εδάφιον β΄του παρόντος. Εν τη περιπτώσει ταύτη αποσύρονται της κυκλοφορίας και αχρηστεύονται τα λεωφορεία ως οι ιδιοκτήται ήθελον ζητήση τούτο ή εν ελλείψει τοιούτων τα τυχόν άνω των δύο λεωφορείων του αυτού ιδιοκτήτου.

3.                  Τα μη αποσυρόμενα της κυκλοφορίας κατ' εφαρμογήν της προηγουμένης παραγράφου εκ των πέραν του οριζομένου εκάστοτε αριθμού λεωφορεία του οικείου Κ.Τ.Ε.Λ. διατηρούνται εν αυτώ ως υπεράριθμα μέχρις ου καλύψωσι κενωθησομένας τυχόν ή δημιουργηθησομένας εν τω ιδίω Κ.Τ.Ε.Λ. διατηρούνται εν αυτώ ως υπεράριθμα μέχρις ού καλύψωσι κενωθησομένας τυχόν ή δημιουργηθησομένας εν τω ιδίω Κ.Τ.Ε.Λ. θέσεις ή μετατεθώσιν εις έτερα Κ.Τ.Ε.Λ. προς πλήρωσιν κενών θέσεων προτιμωμένων των λεωφορείων ων οι ιδιοκτήται είναι μόνιμοι κάτοικοι της περιφερείας του έχοντος ανάγκη ενισχύσεως Κ.Τ.Ε.Λ. επί ίσοις όροις προτιμωμένων των λεωφορείων των ανηκόντων εις ιδιοκτήτας έχοντας κάτω των δύο λεωφορείων.

Ως υπεράριθμα δια την εφαρμογήν της παρούσης παραγράφου, θεωρούνται τα νεώτερα κατά χρονολογίαν εκδόσεως της αρχικής αδείας κυκλοφορίας των λεωφορεία των εξ αντικαταστάσεως προερχομένων λεωφορείων λογιζομένων δια την εφαρμογήν της παρούσης παραγράφου ως τεθέντων το πρώτον εις κυκλοφορίαν κατά την χρονολογίαν της αρχικής αδείας κυκλοφορίας του αντικατασταθέντος.

4.                  Τα προκύπτοντα κενά εκ του καθορισμού της δυνάμεως εκάστου Κ.Τ.Ε.Λ. καλύπτονται δια νέων λεωφορείων του εγκεκριμένου τύπου, τιθεμένων εις κυκλοφορίαν παρ' επαγγελματιών αυτοκινητιστών εγγεγραμμένων εις το Τ.Σ.Α. κατοικούντων μονίμως εν τη περιφέρεια του οικείου Κ.Τ.Ε.Λ. και μη κατεχόντων έτερον αυτοκίνητον δημοσίας χρήσεως οιασδήποτε κατηγορίας. Ελλείψει δικαιούχων κατά τ' ανωτέρω η κάλυψις των κενών ενεργείται δια πλεοναζόντων λεωφορείων άλλων Κ.Τ.Ε.Λ. Ο περιορισμός της μονίμου κατοικίας του δικαιούχου εν τη περιφερεία του οικείου Κ.Τ.Ε.Λ. δεν ισχύει δια τας λεωφορειακάς αστικάς γραμμάς Αθηνών-Πειραιώς-Θεσσαλονίκης.

Επί πλειόνων ενδιαφερομένων συγκεντρούντων τας ιδιότητας του προηγουμένου εδαφίου προτιμώνται οι αρχαιότεροι κατά σειράν ασκήσεως επαγγέλματος οδηγού αυτοκινήτων και οι οργανωμένοι εις επαγγελματικούς Συνεταιρισμούς, ως και οι επί δεκαετίαν τουλάχιστον κάτοχοι ιδανικού μεριδίου επί ενός μόνο λεωφορείου, εφ' όσον πρόκειται δια του τρόπου τούτου να γίνωσι κάτοχοι ακεραίων λεωφορείων.

5.                  Ο τρόπος προσκλήσεως, ο χρόνος υποβολής δικαιολογητικών παρά των δικαιωμένων κατά την προηγουμένην παράγραφον θέσεως εις κυκλοφορίαν νέων λεωφορείων, ως και πάσα άλλη αναγκαία δι' εφαρμογήν του παρόντος άρθρου λεπτομέρεια, καθορίζεται δι' αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών μετά γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων.

 

Άρθρον 8

 

1.                  Η συγκοινωνία επί υπεραστικής γραμμής συνδεούσης δύο ή πλείονας Νομούς εκτελείται από κοινού υπό των Κ.Τ.Ε.Λ. Υπεραστικών γραμμών των οικείων Νομών, είτε υπό του ενός τούτων κοινής αυτών συμφωνίας τελούσης υπό την έγκρισιν του Υπουργού Συγκοινωνιών. Εν ασυμφωνία τούτων η συγκοινωνία εκτελείται κατά τα οριζόμενα δι΄αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών μετά σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων.

2.                  Κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον ρυθμίζεται και η ένταξις εις τα οικεία Κ.Τ.Ε.Λ. των ήδη εξυπηρετούντων τοιαύτας γραμμάς λεωφορείων.

Χαρακτήρα και μέλη των Κ.Τ.Ε.Λ.

Άρθρον 9

 

1.                  Έκαστον Κ.Τ.Ε.Λ. (Υπεραστικών ή Αστικών γραμμών) αποτελεί ίδιον νομικόν πρόσωπον ιδιωτικού δικαίου, δεπόμενον υπό των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ως και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδοθησομένων Β. Διαταγμάτων ρυθμιζόντων σχετικά θέματα.

2.                  Μέλη εκάστου Κ.Τ.Ε.Λ. είναι υποχρεωτικώς οι ιδιοκτήται των λεωφορείων, άτινα θα απαρτίζωσι την εις λεωφορεία δύναμιν αυτού και θα κυκλοφωρώσι εις τας γραμμάς της περιφερείας του.

3.                  Εν τη εννοία του ιδιοκτήτου περιλαμβάνονται και οι κατέχοντες κατά χρήσιν κα εκμετάλλευσιν λεωφορεία αυτοκίνητα, ων η κυριότης εξακολουθεί παραμένουσα εις άλλους, μέχρις αποπληρωμής του τιμήματος.

 

Άρθρον 10

 

1.                  Υφιστάμεναι μεταφορικαί επιχειρήσεις οργανωμέναι εις προσωπικάς Εταιρείας με εγκεκριμένον καταστατικόν και παρά του Υπουργείου Συγκοινωνιών, κάτοχοι λεωφορείων αυτοκινήτων μετέχουσι των Κ.Τ.Ε.Λ. της περιοχής εν τη οποία κυκλοφορούν τα ανήκοντα εις αυτάς λεωφορεία.

2.                  Μέχρι της μετακινήσεως των λεωφορείων αυτοκινήτων των Συνεταιρισμών πληγέντων αυτοκινητιστών (Σ.Π.Α), εις τα κατ' ιδίαν μέλη αυτών, αφ' ής καθίστανται ταύτα μέλη των Κ.Τ.Ε.Λ. μετέχουσιν οι Συνεταιρισμοί ούτοι εις τα Κ.Τ.Ε.Λ. της περιοχής εν τη οποία κυκλοφορούσι τα λεωφορεία.

3.                  Κατά τας περιπτώσεις αμφοτέρων των προηγουμένων παραγράφων, τα μέλη τω Συνεταιρισμών και Εταιρειών μετέχουσιν των συνελεύσεων των οικείων Κ.Τ.Ε.Λ. με τόσας ψήφους όσα και τα εις την κατοχήν αυτών λεωφορεία αυτοκίνητα, εφ' όσον ο αριθμός των μελών των εχόντων την ιδιότητα του επαγγελματίου αυτοκινητιστού, είναι ίσος τουλάχιστον προς τον αριθμόν των λεωφορείων και εις έκαστον μέλος αναλογεί βάσει του ποσοστού συμμετοχής ακέραιον λεωφορείον, αν δε είναι κατώτερος, είτε εις μέλη τινά αναλογούσι μερίδια μικρότερα του ακεραίου αυτοκινήτου, εφαρμόζεται κατ' αναλογίαν η παράγραφος 1 του άρθρου 12.

 

Όργανα Διοικήσεως

Άρθρον 11

 

1.                  Έκαστον Κ.Τ.Ε.Λ. διοικείται υπό Διοικητικού Συμβουλίου αποτελουμένου, εκ τριών μελών προκειμένου περί Κ.Τ.Ε.Λ. με ολικήν εις λεωφορεία δύναμιν μέχρις είκοσι πέντε, εκ πέντε μελών προκειμένου περί Κ.Τ.Ε.. με δύναμιν από είκοσι έξ μέχρις εκατόν, και εξ επτά μελών προκειμένου περί Κ.Τ.Ε.Λ. με δύναμιν ανωτέραν των 100 λεωφορείων.

2.                  Εις έκαστον Διοικητικόν Συμβούλιον Κ.Τ.Ε.Λ. μετέχει άνευ ψήφου Κρατικός Αντιπρόσωπος δικαιούμενος να παρίσταται εις απάσας τας συνεδριάσεις αυτού. Ως τοιούτος ορίζεται δι' αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Συγκοινωνιών, εν ελλείψει δε τοιούτου ο Νομομηχανικός ή ο αναπληρωτής αυτού.

3.                  Το Διοικητικόν Συμβούλιον εκλέγεται ανά έτος υπό της Γενικής Συνελεύσεως των μελών του Κ.Τ.Ε.Λ. επιτρεπουμένης της επανεκλογής των αυτών προσώπων και δια τα επόμενα έτη.

Κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος Νόμου, η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, λήγει την 31ην Δεκεμβρίου του επομένου από της εκλογής των έτους.

4.                  Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Τ.Ε.Λ. εκλεγόμενος υπό των μελών αυτού, ή ο υπό του Συμβουλίου εξουσιοδοτημένος Σύμβουλος αντιπροσωπεύει το Κ.Τ.Ε.Λ. καθ' απάσας αυτού τας σχέσεις και εκπροσωπεί αυτό ενώπιον των Δικαστικών και Δοικητικών Αρχών, επιμελείται των εργασιών του Κ.Τ.Ε.Λ. ελέγχει και διαχειρίζεται τας εισπράξεις, προβαίνει εις τας αναγκαίας δαπάνας δια την λειτουργίαν του Κ.Τ.Ε.Λ. ενεργεί τας μετά των ιδιοκτητών δοσοληψίας, επιβλέπει την όλην υπηρεσίαν αυτού και διοικεί το προσωπικόν ρυθμίζων τας ώρας εργασίας αυτού και επιβάλλει τας προσήκουσας κυρώσεις.

5.                  Το Διοικητικόν Συμβούλιον του Κ.Τ.Ε.Λ. δύναται μετ' έγκρισιν της Γενικής Συνελεύσεως να διορίση Διευθυντήν του Κ.Τ.Ε.Λ. καθορίζον τας αρμοδιότητας και την μηνιαίαν αντιμισθίαν αυτού.

Ο διορισμός του Διευθυντού υπόκειται εις την έγκρισιν του Υπουργού των Συγκοινωνιών. Μη χορηγουμένης τυχόν της εγκρίσεως ταύτης υποδεικνύονται κατά τα άνω υπό του Διοικητικού Συμβουλίου τρία πρόσωπα εξ ων διορίζει το ένα ο Υπουργός των Συγκοινωνιών.

6.                  Τα τυχόν έξοδα παραστάσεως και κινήσεως των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται υπό της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων του Κ.Τ.Ε.Λ.

7.                  Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Διευθυντής και πάντα εν γένει τα όργανα των Κ.Τ.Ε.Λ. υποχρεούνται να τηρώσι τας εκ του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Διαταγμάτων και Κανονισμών επιβαλλομένας αυτοίς υποχρεώσεις και να προασπίζωσι τα συμφέροντα των Κ.Τ.Ε.Λ. υποχρεούνται να τηρώσι τας εκ του παρόντος και των εις εκτέλεσιν αυτού εκδιδομένων Διαταγμάτων και Κανονισμών επιβαλλομένας αυτοίς υποχρεώσεις και να προασπίζωσι τα συμφέροντα των Κ.Τ.Ε.Λ. υπέχοντες εν τη ασκήσει των καθηκόντων των τας ευθύνας των Δημοσίων υπαλλήλων και ευθύνονται αστικώς έναντι των Κ.Τ.Ε.Λ. δια πάσαν εξ υπαιτιότητος των ζημίαν αυτών.

 

Άρθρον 12

1.                  Ανώτατον όργανον του Κ.Τ.Ε.Λ. είναι η Γενική Συνέλευσις των μελών του, εις την οποίαν έκαστον μέλος δικαιούται να μετέχη με μίαν ψήφον δι' έκαστον ακέραιον λεωφορείον και με δύο το πολύ ψήφους, εφ' όσον είναι ιδιοκτήτης δύο λεωφορείων και άνω.

Πλείονες συνιδιοκτήται ενός αυτοκινήτου έχουν πάντες ομού μίαν ψήφον, εκπροσωπούμενοι υπό ενός των συνιδιοκτητών, προσηκόντως εξουσιοδοτημένου.

2.                  Δια την πρώτην από της εφαρμογής του παρόντος Νόμου εκλογήν των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, συγκαλείται εντολή του Υπουργού των Συγκοινωνιών μερίμνη του οικείου Νομάρχου Γενική Συνέλευσις των μελών του Κ.Τ.Ε.Λ.

Αι επόμεναι δια την εκλογήν Διοικητικού Συμβουλίου τακτικαί Γενικαί Συνελεύσεις, συγκαλούνται υπό του Προέδρου του Δ.Συμβουλίου του Δ.Τ.Ε.Λ. δύο τουλάχιστον μήνας προ της λήξεως της θητείας των μελών αυτού.

Εις πάσας τας Γενικάς Συνελεύσεις παρίσταται εκπρόσωπος του Υπουργείου Συγκοινωνιών, οριζόμενος υπό του Υπουργού και εν ελλείψει τούτου δικαστικός ή οικονομικός ή έτερος Δημόσιος υπάλληλος, οριζόμενος υπό του οικείου Νομάρχου.

3.                  Έκαστον μέλος, βάσει εξουσιοδοτήσεως, θεωρημένης υπό της αρμοδίας Αστυνομικής Αρχής, δύναται να αντιπροσωπεύση εις της Γενικήν Συνέλευσιν έναν ακόμη ιδιοκτήτην αυτοκινήτου, μέλος.

4.                  Υπό της Γενικής Συνελεύσεως, ευρισκομένης εν απαρτία δια της παρουσίας μελών αντιπροσωπευόντων τα δύο τρίτα των ψήφων, εκλέγονται δι' αμέσου μυστικής ψηφοφορίας και δι' απολύτου πλειοψηφίας των εν τη συνελεύσει παρόντων ψήφων, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

Εις περίπτωσιν, καθ' ήν δεν επιτευχθή κατά την πρώτην σύγκλησιν της Συνελεύσεως απαρτία, η Συνέλευσις επαναλαμβάνεται μετά 10 ήμερον, κατόπιν νέας προσκλήσεως καθ' ήν λαμβάνονται εγκύρως αποφάσεις εφ' όσον παρίσταται το τέταρτον τουλάχιστον του συνόλου των μετόχων.

Εις περίπτωσιν μη επιτέυξεως απολύτου πλειοψηφίας, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται την επομένην ημέραν, οπότε εκλέγονται και οι σχετικώς πλειοψηφίσαντες.

 

Δικαιώματα και υποχρεώσεις των Κ.Τ.Ε.Λ.

Άρθρον 13

1.                  Εις τα συνιστώμενα δυνάμει του παρόντος Κ.Τ.Ε.Λ. παραχωρείται υπό του Κράτους, δι' αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών, μετά γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, το δικαίωμα της μεταφοράς επιβατών δια λεωφορείων αυτοκινήτων επί των υπαγομένων εις έκαστον τούτων λεωφορειακών γραμμών.

2.                  Δια των αποφάσεων περί παραχωρήσεως καθορίζονται η διάρκεια της παραχωρήσεως, η οποία δεν δύναται να είναι κατωτέρα των οκτώ και μεγαλύτερα των δέκα ετών και δυναμένη να ανανεούται, η περιοχή την οποίαν θα εξυπηρετή έκαστον Κ.Τ.Ε.Λ. και αι κατ' ιδίαν λεωφορειακαί γραμμαί της περιοχής αυτού, αι ειδικαί υποχρεώσεις των Κ.Τ.Ε.Λ., οι όροι υφ' ους τελεί η παραχώρησις, ως και αι τυχόν πρόσθετοι κυρώσεις των παραβάσεων διατάξεων ή όρων της παραχωρήσεως.

3.                  Κατά πάσαν περίπτωσιν η παραχώρησις δεν δύναται να αντιτίθεται εις διατάξεις ειδικών Νόμων ή Συμβάσεων, υφισταμένων προ της ισχύος του παρόντος.

 

Άρθρον 14

Τα Κ.Τ.Ε.Λ. έχουν την υποχρέωσιν:

Α) Να εξυπηρετώσιν απάσας τας υπαγομένας εις έκαστον τούτων λεωφορειακάς γραμμάς, β) να μεριμνούν δια την παρά των ιδιοκτητών των διατήρησιν των αποτελούντων την δύναμιν αυτών λεωφορείων εν καταστάσει καλής και ευπρεπούς εμφανίσεως, ως και ασφαλούς λειτουργίας, γ) να εφαρμόζουν τα καθωρισμένα δρομολόγια και να εκτελούν και έκτακτα τοιαύτα, οσάκις αι επιβατικαί αναγκαι το επιβάλλουν και ε) να ιδρύουν Σταθμούς επιβατών, περίπτερα αναμονής, να εγκαθιστούν πινακίδας αφετηριών και στάσεων και να λαμβάνουν παν εν γένει μέτρον χρήσιμον δια την εξυπηρέτησιν του ταξιδεύοντος κοινού.

Κατανομή εργασίας και εισπράξεων

Άρθρον 15

1.                  Προς εξίσωσιν των συνθηκών εκμεταλλεύσεως, υποχρεούται ο Πρόεδρος του διοικητικού Συμβουλίου και ο Διευθυντής εκάστου Κ.Τ.Ε.Λ. να κατανέμωσι μεταξύ πάντων των λεωφορείων της δυνάμεώς του, τας εκτελουμένας διαδρομάς κατά τρόπον ώστε έκαστον λεωφορείον να διανύη εντός εκάστης διαχειριστικής περιόδου τον αυτόν κατά το δυνατόν αριθμόν χιλιομέτρων.

2.                  Ο τρόπος της κατανομής των εισπράξεων και της εκκαθαρίσεως των λογαριασμών παρ' εκάστω Κ.Τ.Ε.Λ. κατά τον οποίον δέον να λαμβάνωνται υπ όψιν αι δαπάναι εκμεταλλεύσεως ως και οι τυχόν επηρεάζοντες ταύτας ειδικοί παράγοντες, ορίζεται δια Β.Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του υπουργού των Συγκοινωνιών κατόπιν γνώμης του Συμβουλίου Αυτοκινήτων.

3.                  Εις περίπτωσιν καθ' ην δεν είναι δυνατή η ενδεδειγμένη η κυκλοφορία πάντων των λεωφορείων εις όλας τας γραμμάς του Κ.Τ.Ε.Λ. λόγω τύπου ή καταστάσεως αυτοκινήτων ή λόγω καταστάσεως οδών ή άλλων τοπικών ή ειδικών συνθηκών, δύναται δι' αποφάσεων του Υπουργού των Συγκοινωνιών μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου των Κ.Τ.Ε.Λ και του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, να περιορίζηται η κυκλοφορία ορισμένων λεωφορείων ή ομάδων λεωφορείων εις ορισμένας μόνον γραμμάς ή ομάδας γραμμών, τηρουμένων ιδαιτέρων λογαριασμών. Δια των αυτών αποφάσεων καθορίζεται ο τρόπος της περαιτέρω κατανομής των εισπράξεων των αυτοκινήτων των κατηγοριών τούτων μετά των εισπράξεων των λοιπών λεωφορείων του ιδίου Κ.Τ.Ε.Λ. ως και πάσα άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, υπό όρους καθοριζομένους υπό των ιδίων ως άνω αποφάσεων.

 

Κόμιστρα

Άρθρον 16

1.                  Δι' αποφάσεων του Υπουργού των Συγκοινωνιών μετά γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκιήτων, καθορίζονται εκάστοτε τα κόμιστρα (αντίτιμον εισιτηρίων) μεταφοράς επιβατών, επί τη βάσει των δαπανών, επιβαρύνσεων, της καταστάσεως των οδών και λοιπων στοιχείων και συνθηκών εν γένει.

2.                  Δι' ομοίων αποφάσεων εκδιδομένων μετά σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, δύναται να επιβληθή εις αστικάς λεωφορειακάς γραμμάς, ως αι συνθήκαι εκμεταλλεύσεως ήθελον κριθή ως επιτρέπουσαι τούτο, η καθιέρωσις εργατικών εισιτηρίων ηλαττωμένης τιμής ή και διαρκών εισιτηρίων, ως απάντων ορίζεται ο τύπος και το αντίτιμον.

Τα εργατικά εισιτήρια, δύνανται να ισχύωσι δι' ορισμένας μόνον ώρας της ημέρας.

 

Δαπάναι εκμεταλλεύσεως

Άρθρον 17

Αι δαπάναι εκμεταλλεύσεως εκάστου λεωφορείου αυτοκινήτου (κινήσεως, συντηρήσεως, ημεραργιών χρηματικών πονών κλπ.), βαρύνουσιν αποκλειστικώς τον ιδιοκτήτην αυτού. Αι αντιμισθίαι του προσωπικού των λεωφορείων (οδηγών, βοηθών και εισπρακτόρων) βαρύνουσιν μεν τον ιδιοκτήτην παρά του οποίου και προσλαμβάνεται το προσωπικόν τούτο, καταβάλλονται όμως υπό του Κ.Τ.Ε.Λ.

Αι δαπάναι λειτουργίας των Κ.Τ.Ε.Λ. θεωρούνται ως γενικά έξοδα και βαρύνουσι ταύτα. Εις τα έξοδα εκάστου Κ.Τ.Ε.Λ. περιλαμβάνονται και αι αντιμισθίαι του προσωπικού αυτού συμπεριλαμβανομένων των σταθμαρχών και ελεγκτών, ως και τα τυχόν καταβαλλόμενα εφεδρικά επιδόματα εις προσωπικόν λεωφορείων των εντεταγμένων εις αυτά ανεξαρτήτως ιδιοκτήτου ως και αι δαπάναι ενεργουμένων, μετ' απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου και έγκρισιν του οικείου Νομομηχανικού, μικροεπισκευών οδών.

 

Κρατήσεις

 

Άρθρον 18

Εκ των πραγματοποιουμένων ακαθαρίστων εισπράξεων εκάστου λεωφορείου παρακρατούνται α) ποσοστόν ικανόν να καλύπτει τα βαρύνοντα το Κ.Τ.Ε.Λ. κατά το προηγούμενον άρθρον έξοδα και λοιπάς υπ' αυτού ενεργουμένας καταβολάς, όπερ καθορίζεται εκάστοτε υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Τ.Ε.Λ.

Β) Ποσοστόν οριζόμενον υπό της Γενικής Συνελεύσεως εκάστου Κ.Τ.Ε.Λ. δι' αποφάσεως της εγκρινομένης υπό του Υπουργού Συγκοινωνιών προς σχηματισμών κεφαλαίου δι' αποζημίωσιν των ανηκόντων εις αυτό ιδιοκτητών αποσυρομένων της κυκλοφορίας και αχρηστευομένων λεωφορείων προς αποσυμφόρησιν.

 

Άρθρον 19

1.                      Τα κατ' εφαρμογήν της περιπτώσεως β. Του προηγουμένου άρθρου κρατούμενα ποσά κατατίθενται εντός δεκαπέντε ημερών το βραδύτερον από της εκκαθαρίσεως της διαχειριστικής περιόδου εις ίδιον λογαριασμόν παρ' ανεγνωρισμένη Τραπέζη.

Ο Λ)σμος ούτος κινείται κατά τα ορισθησόμενα δια Β.Δ. εκδιδομένου προτάσει του Υπουργού Συγκοινωνιών δύναται αν ήθελε κριθή λυσιτελέστερα η ενοποίησις των λ)σμών αποζημιώσεως των ιδιοκτητών όλων των Κ.Τ.Ε.Λ., να συσταθή Ενιαίος Οργανισμός διαχειρίσεως των λογαριασμών τούτων, εις όν οργανούμενον εις Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου, ν' ανατεθή η πραγματοποίησις της αποσυμφορήσεως κατά τα ορισθησόμενα δια του ιδίου Β.Διατάγματος.

 

Γενικοί και Ειδικοί Κανονισμοί

 

Άρθρον 2

1. Δια Β. Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του υπουργού Συγκοινωνιών

κατόπιν γνώμης του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, εγκρίνονται:

Α) Κανονισμοί αφορώντες την κατασκευήν, την συντήρησιν, την ασφάλειαν και τον έλεγχον των λεωφορείων αυτοκινήτων, και τας συναφείς υποχρεώσεις των κατασκευαστών, των διατηρούντων συνεργεία επισκευής και σταθμούς αυτοκινήτων, των ιδιοκτητών των λεωφορείων και του προσωπικού αυτών.

Β) Κανονισμοί αφορώντες την εκμετάλλευσιν των λεωφορείων, την εις λεωφορεία εφεδρείαν, την κυκλοφορίαν υπηρεσιακών λεωφορείων, τα δρομολόγια και τιμολόγια, την τήρησιν εντύπων και βιβλίων, την τήρησιν στατιστικών στοιχείων, το λογιστικόν σύστημα και τας συναφείς υποχρεώσεις των ιδιοκτητών και προσωπικού των Κ.Τ.Ε.Λ.

2. Δια Βας. Δ)των εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Συγκοινωνιών και Εργασίας κατόπιν γνώμης του Συμβουλίου Αυτοκινήτων, εγκρίνονται κανονισμοί προσωπικού καθορίζοντες τα προσόντα προσλήψεως, την σταδιοδρομίαν, την υπηρεσιακήν κατάστασιν, τας ώρας εργασίας, την συμπεριφοράν του προσωπικού, την καθιέρωσιν ομοιομόρφων στολών κ.λ.π.

3. Δια των αυτών ως άνω Β.Δ)των καθορίζονται και αι προσήκουσαι κυρώσεις δια τας παραβάσεις των κανονισμών και αι πειθαρχικαί ευθύναι του προσωπικού.

 

Σχολαί Προσωπικού Λεωφορείων

Άρθρον 21

 

1.                  Δια Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Συγκοινωνιών ιδρύονται Σχολαί εις τας οποίας υποχρεωτικώς θα φοιτώσι οι προσλαμβανόμενοι το πρώτον ως προσωπικόν κινήσεως των Κ.Τ.Ε.Λ. (οδηγοί, εισπράκτορες, σταθμάρχαι ελεγκταί).

2.                  Εις τας αυτάς Σχολάς θα φοιτήση υποχρεωτικώς και εκ περιτροπής και το υπηρετούν κατά την έναρξιν της λειτουργίας των Σχολών τούτων προσωπικόν.

3.                  Δια των εν τη παραγράφω 1 Διαταγμάτων θα καθορισθή και πάσα σχετική με την εφαρμογήν του παρόντος άρθρου λεπτομέρεια.

4.                  Δια τας δαπάνας ιδρύσεως και λειτουργίας των ως άνω Σχολών εγγράφεται ειδική περίπτωσις εις τον προϋπολογισμόν του Υπουργείου Συγκοινωνιών.

 

Άρθρον 22

 

1.                  Τα ΚΤ.Ε.Λ. τελούσιν υπό τον εν γένει έλεγχον και την εποπτείαν του Υπουργού Συγκοινωνιών, ασκουμένου και δια του Ο.Ε.Α.Σ. προκειμένου περί της αστικής περιοχής Αθηνών-Πειραιώς.

2.                  Η νόμιμος συγκρότησις των Γενικών Συνελεύσεων, ως και των τοιούτων των Διοικητικού Συμβουλίου ελέγχονται υπό του Υπουργού Συγκοινωνιών δικαιουμένου να προβαίνη εις ακύρωσιν των παρανόμως ή αντικανονικώς λαμβανομένων αποφάσεων και να διατάσση την σύγκλησιν εκτάκτων Γενικών Συνελεύσεων προς λήψιν αποφάσεων επί σοβαρών ζητημάτων, χωρίς να αποκλείεται και η προσφυγή ενώπιον τακτικών δικαστηρίων.

3.                  Ο Οργανισμός Ελέγχου των δι' Αυτοκινήτων Συγκοινωνιών, πέραν της ανηκούσης αυτώ αρμοδιότητος και δικαιοδοσίας παρακολουθεί και ελέγχει την ακριβή εφαρμογήν του παρόντος Νόμου εν τη αστική περιοχή Αθηνών-Πειραιώς και ασκεί πάσαν άλλην συναφή αρμοδιότητα και εξουσίαν, ήτις ήθελεν ανατεθή αυτώ δια Βασιλικών Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού των Συγκοινωνιών.

Εις το Διοικητικόν Συμβούλιον του Ο.Ε.Α.Σ. μετέχει και ο Δευθυντής Μελετών της Γενικής Διευθύνσεως Αυτοκινήτων του Υπουργείου Συγκοινωνιών.

Δια Β. Διατάγματος εφ' άπαξ εκδοθησομένου προτάσει του Υπουργού των Συγκοινωνιών, δύναται να καθορισθή ειδική αποζημίωσις δια τους οικειοθελώς αποχωρούντας εκ του υπηρετούντος κατά την δημοσίευσιν του παρόντος Νόμου παρά τω Ο.Ε.Α.Σ. προσωπικού. Δια του ιδίου Διατάγματος καθορισθήσεται το ποσόν της αποζημιώσεως, αι απαιτούμεναι προϋποθέσεις, η προθεσμία της αποχωρήσεως και πάσα άλλη αναγκαία διατύπωσις ή λεπτομέρεια.

 

Άρθρον 23

 

1.                  Διαχειριστικός και διοικητικός έλεγχος των Κ.Τ.Ε.Λ. ασκείται παρά του Υπουργού Συγκοινωνιών και δια του οικείου Νομάρχου.

2.                  Εν περιπτώσει διαπιστώσεως παραβάσεων του παρ.οντος ή άλλου Νόμου δι' άς προβλέπεται ποινική δίωξις, ο διαπιστών ταύτας οφείλει να διαβιβάση εις τον αρμόδιον Εισαγγελέα αντίγραφον της σχετικής εκθέσεως δια την επιβολήν των προβλεπομένων κυρώσεων.

 

Μεταβιβάσεις Λεωφορείων

Άρθρον 24

 

1.                  Η κατά τας νομίμους διατυπώσεις μεταβίβασις λεωφορείου αυτοκινήτου προς επαγγελματίαν αυτοκινητιστήν είναι ελευθέρα, του νέου κατόχου υποκαθισταμένου εις άπαντα τα δικαιώματα και απάσας τας υποχρεώσεις του προκατόχου εν τω Κ.Τ.Ε.Λ.

2.                  Η κατά τας νομίμους διατυπώσεις μεταβίβασις λεωφορείου εν όλω προς μη επαγγελματίαν αυτοκινητιστήν είναι επίσης ελευθέρα, έχει όμως ως συνέπειαν την απώλειαν της ιδιότητος του λεωφορείου ως τοιούτου δημοσίας χρήσεως, με το δικαίωμα μεταφοράς επιβατών επι κομίστρω εν οιωδήποτε Κ.Τ.Ε.Λ. ή και εκτός αυτών.

3.                  Η μεταβίβασις ποσοστού εξ αδιαιρέτου λεωφορείου αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως, προς μη επαγγελματίαν αυτοκινητιστήν απαγορεύεται εφεξής επί ποινή ακυρότητος.

4.                  Αι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων, ως συμπληρούνται δια της επομένης παραγράφου 5 ισχύουσι και επί μεταβιβάσεως λεωφορείου κληρονομικώ δικαίω ή λόγω προικός ή λόγω δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου.

5.                  Δικαιούνται να τύχωσιν αδείας κυκλοφορίας λεωφορείου δημοσίας χρήσεως και υπεισέρχονται εις τα εν τω οικείω Κ.Τ.Ε.Λ. δικαιώματα και εις τας υποχρεώσεις του αποθανόντος ή συνιστώντος προίκα ή δωρεάν αυτοκινητιστού και αν δεν είναι επαγγελματίαι αυτοκινητιστά εκ των κληρονόμων μόνον, η χήρα σύζυγος και οι κατιότες του αποθανόντος ή τοιούτων μη υπαρχόντων οι γονείς ή αι άγαμοι αδελφαί αυτού, ως και ο προικολήπτης γαμβρός επί θυγατρί και οι δωρεοδόχοι άμεσοι κατιόντες αυτοκινητιστού, εφ' όσον πάντες ούτοι δεν ασκούσιν έτερον επάγγελμα κατά τον χρόνον της περιελεύσεως εις αυτούς λεωφορείου αυτοκινήτου.

Οι λοιποί εκ των κληρονόμων οι μη δικαιουμένοι να τύχωσιν αδείας κυκλοφορίας λεωφορείου δημοσίας χρήσεως, δικαιούνται να μεταβιβάσωσι το εις αυτούς περιεχόμενον εν όλω ή εν μέρει κληρονομικώ δικαίω λεωφορείον,εις επαγγελματίαν αυτοκινητιστήν εντός προθεσμίας εξ μηνών από της επαγωγής εις αυτούς της κληρονομίας. Της προθεσμίας ταύτης επερχόμενης απράκτου το λεωφορείον απόλλυσαι την ιδιότητά του ως δημοσίας χρήσεως.

6.                  Επίσης δικαιούνται να τύχωσιν αδείας κυκλοφορίας λεωφορείου δημοσίας χρήσεως και όσοι εκ των πληγέντων λεωφορειούχων προς του πολέμου αυτοκινητιστών δια λόγους προθεσμιών δεν κατόρθωσαν να επιτύχουν την μετατροπήν των υπ' αυτών κατεχομένων φορτηγών Σ.Π.Α. Εις λεωφορεία και την δια ταύτης έκδοσιν της σχετικής αδείας κυκλοφορίας.

Το δικαίωμα τούτο, εν περιπτώσει θανάτου του φυσικού δικαιούχου, μεταβιβάζεται εις τα πρόσωπα εις άτινα μεταβιβάζονται και αι υποχρεώσεις των εις την 5ην παράγραφον αναφερομένων.

 

Άρθρο 25

 

1.Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου απαγορεύεται η κατοχή εν τω αυτώ ή διαφόροις Κ.Τ.Ε.Λ. πλειόνων των δύο λεωφορείων ή ιδανικών μεριδίων το άθροισμα των οποίων υπερβαίνει τα δύο ακέραια λεωφορεία. Η απαγόρευσις αύτη ισχύει και ως προς τας μεταφορικάς επιχειρήσεις αίτινες είναι οργανωμέναι εις εταιρείας ή οργανισμούς κατά λόγον συμμετοχής εις εκάστην τούτων των μελών αυτής.

2.Τα πέραν των δύο ακέραια ή ιδανικά μερίδια λεωφορεία άτινα κατέχονται ή ανήκουσιν εις το αυτό πρόσωπον δεν εντάσσονται εις Κ.Τ.Ε.Λ. αλλά αποσύρονται υποχρεωτικώς της κυκλοφορίας, ακυρουμένης της αδείας κυκλοφορίας αυτών.

3.Αι θέσεις των εις εκτέλεσιν της προηγουμένης παραγράφου μελλόντων ν' αποσυρθώσι της κυκλοφορίας κατά την πρώτην εφαρμογήν του παρόντος νόμου λεωφορείων, προσαυξάνουσαι τον αριθμόν των παραχωρήσεων εις αναπήρους πολέμου αυτοκινητιστάς δυνάμει του Α.Νόμου 1936)51, θέλουσι πληρωθή δια λεωφορείων τιθεμένων εις κυκλοφορίαν παρ' αναπήρων πολέμου κατά τας διατάξεις του άνω Α.Ν. 1936)51.

4.Δεν δικαιούνται της προστασίας του Α.Ν. 1324)1949, οι λαβόντες άδειαν οδηγού αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως δυνάμει και κατά τας διατυπώσεις του Άρθρου95 του Α.Ν. 132401949, δικαιούνται δε ταύτης οι καταστάντες ανάπηροι ως έφεδροι υπαξιωματικοί και μετά τον τραυματισμόν των προαχθέντες εις τον βαθμόν του αξιωματικού και λαμβάνοντες πολεμικήν σύνταξιν αξιωματικού.

5.Δια Β.Διατάγματος, εκδιδομένου εφ' άπαξ εντός προθεσμίας ενός μηνός από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου προτάσει του Υπουργού Συγκοινωνιών, δύνανται να εξαιρεθώσι της εφαρμογής των διατάξεων του Α.Ν. 1936)1951 αι περιφέρειαι ή τα Κοινά Ταμεία Εισπράξεων εις τα οποία δεν δικαιολογείται η προσθήκη νέων λεωφορείων λόγω των δυσμενών συνθηκών εκμεταλλεύσεως αυτών παρά των νύν κυκλοφορούντων λεωφορείων. Οι κάτοικοι των περιφερειών τούτων ανάπηροι αποκαθίστανται εις γραμμάς ή Κοινά Ταμεία Εισπράξεων ετέρων περιφερειών.

 

Αντικατάστασις λεωφορείων

Άρθρον 26

 

1.Τα λεωφορεία μετά πάροδον 12ετίας από της ημερομηνίας της εκδόσεως της πρώτης αδείας κυκλοφορίας αυτών απόλλυσι το δικαίωμα κυκλοφορίας επί οιασδήποτε γραμμής.

2.Οι ιδιοκτήται των κατά την προηγουμένην παράγραφον αποσυρομένων υποχρεωτικώς της κυκλοφορίας λεωφορείων, δικαιούνται να αντικαταστήσωσι ταύτα δι' ετέρων καινουργών του εγκεκριμένου εκάστοτε τύπου μετά προηγουμένην πάντοτε έγκρισιν του Υπουργείου Συγκοινωνιών, περιλαμβάνουσαν τους ενδεδειγμένους όρους και καθορίζουσαν την τύχην του αποσυρομένου της κυκλοφορίας λεωφορείου, εφ' όσον δεν είναι κάτοχοι πλειόνων των δύο εν όλω λεωφορείων, εντεταγμένων εις το αυτό ή άλλο Κ.Τ.Ε.Λ. ή ποσοστών εξ αδιαιρέτου υπερβαινόντων τα δύο ακέραια λεωφορεία και δεν ασκούσιν έτερον επάγγελμα επό του αυτοκινητιστού.

Προκειμένου περί των εν άρθρω 10 προσωπικών Εταιρειών με εγκεκριμένον καταστατικόν και παρά του Υπουργού Συγκοινωνιών το κατά την παρούσαν παράγραφον δικαίωμα αντικαταστάσεως περιορίζεται εις τα λεωφορεία άτινα βάσει του ποσοστού συμμετοχής των αναλογούσιν εις μέλη επαγγελματίας αυτοκινητιστάς, εφ' όσον ο αριθμός των λεωφορείων τούτων συνυπολογιζομένων και των τυχόν εκτός Εταιρείας κατεχομένων παρ' εκάστου δεν υπερβαίνει τα δύο ακέραια λεωφορεία δι' εκαστον μέλος.

3.Του δικαιώματος της αντικαταστάσεως στερούνται αι γυναίκες, εξαιρέσει: α) των χηρών και των θυγατέρων και θηλέων αδελφών αυτοκινητιστών, αίτινες δικαιούνται αντικαταστάσεως των εκ κληρονομίας περιλθόντων εις αυτάς λεωφορείων υπό τους όρους της προηγουμένης παραγράφου, β) των γυναικών, αίτινες μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος είναι ησφαλισμέναι παρά τω Τ.Σ.Α. και έχουσιν αναγνωρισθή υπ' αυτού, ως κεκτημέναι την ιδιότητα του επαγγελματίου αυτοκινητιστού και γ) των χηρών και ορφανών φονευθέντων εις τα πεδία των μαχών αξιωματικών ή οπλιτών

Του δικαιώματος της αντικαταστάσεως στερούνται επίσης και οι κατα ποσοστόν εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτήται αντικαθιστωμένου λεωφορείου μη επαγγελματίαι αυτοκινητισταί, εις την θέσιν των οποίων εν ανυπαρξία ετέρου δικαιούχου θέσεως εις κυκλοφορίαν κατ' ίσον ποσοστόν εξ αδιαιρέτου λεωφορείου, υποκαθίστανται έτεροι επαγγελματίαι αυτοκινητισταί κατά τας διατάξεις και διατυπώσεις του άρθρου 7.

 

Άρθρον 27

 

Το κατά το προηγούμενον άρθρον δικαίωμα αντικαταστάσεως αποσυρομένων της κυκλοφορίας λεωφορείων, δύναται να ασκηθή και προ της εν παραγράφω 1 οριζομένης διαρκείας, λόγω καταστροφής κυκλοφορούντος λεωφορείου ή άλλης δεδικαιολογημένης αιτίας παρά των εν τω ιδίω οριζομένων προσώπων και υπό τας αυτάς πάντοτε προϋποθέσεις.

 

Άρθρον 28

 

1.Κατά πάσαν μεταβίβασιν λεωφορείου αυτοκινήτου προς τρίτον διαπράξεως εν ζωή ή αιτία θανάτου, δέον επί ποινή ακυρότητος της διακαιοπραξίας και απωλείας του δικαιώματος της κυκλοφορίας, να καταβάλληται εις το Δημόσιον Ταμείον ως έσοδον αυτού, λόγω της υπό του Κράτους παραχωρήσεως του δικαιώματος ενεργείας μεταφορών, ποσοστόν είκοσι πέντε επί τοις εκατόν (25%) της διαφοράς μεταξύ της αναξίας του μεταβιβαζομένου αυτοκινήτου ως εμπορεύματος άνευ αδείας κυκλοφορίας και της αξίας αυτού μετά του δικαιώματος κυκλοφορίας και ενεργείας μεταφορών επί κομίστρω (υπεραξίας). Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου δεν εφαρμόζονται εις τας περιπτώσεις μεταβιβάσεως εν ζωή ή αιτία θανάτου τας αναγραφομένας εις την παράγραφον 5 του άρθρου 24.

Προκειμένης μεταβιβάσεως λεωφορείου δι΄ο κατεβλήθη το κατά την παρούσαν παράγραφον ή κατά την παράγραφον 3 του παρόντος άρθρου δικαίωμα του Δημοσίου λόγω προηγουμένης μεταβιβάσεως ή το πρώτον θέσεως εις κυκλοφορίαν, ως αξία του μεταβιβαζομένου λεωφορείου δια την πρώτην περίπτωσιν προς εξεύρεσιν της νέας διαφοράς λογίζεται ολόκληρον το καταβληθέν κατά την προηγουμένη μεταβίβασιν τίμημα, δια δε την δευτέραν η αξία του αυτοκινήτου ως εμπορεύματος προασηυξημένη κατά την διαφοράν επί της οποίας υπελογίσθη το δικαίωμα του Δημοσίου κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 3.

Η διαφορά προσδιορίζεται παρ' Επιτροπής συγκροτουμένης εις την έδραν εκάστου Νομού και αποτελουμένης δια τν Νομόν Αττικής, α) εξ ενός ανωτέρου υπαλλήλου της Γενικής Διευθύνσεως Αυτοκινήτων του Υπουργείου Συγκοινωνιών, β) εξ ενός ανωτερου υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών, γ) εκ του Οικονομικού Εφορου φορολογίας ατυοκινήτων και δ) δύο αντιπροσώπων της Γενικής Συνομοσπονδίας Αυτοκινητιστών, δια δε τους λοιπούς Νομούς, α) εκ του Διευθυντού της Νομαρχίας, β) του Προϊσταμένου της περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και εν ελλείψει τοιαύτης του οικείου Νομομηχανικού, γ) του Οικονομικού Εφορου, και δ) δύο αντιπροσώπων των αυτοκινητιστών.

Κατά των αποφάσεων των ως άνω Επιτροπών επιτρέπεται η υποβολή ενστάσεων παρά των ενδιαφερομένων εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 15 ημερών, από της κοινοποιήσεως των αποφάσεων τούτων προς δευτεροβάθμιον Επιτροπήν, αποτελουμένην εκ του Γενικού Δ)ντού αυτοκινήτων του Υπουργείου Συγκοινωνιών ως Προεδρου, του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Υπουργείου Συγκοινωνιών και ενός αντιπροσώπου της Γενικής Συνομοσπονδίας Αυτοκινητιστών της Ελλάδος.

Τα μέλη της ως άνω Επιτροπής ορίζονται οι μεν δημόσιοι υπάλληλοι υπό του αρμοδίου Υπουργού οι δε αντιπρόσωποι των αυτοκινητιστων υπό του Υπουργού Συγκοινωνιών.

Η Επιτροπή υποχρεούται όπως εντός μηνός από της υποβολής της ενστάσεως εκδώση την απόφασίν της.

Αι αποφάσεις των ως άνω Επιτροπών λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν της δε δευτεροβαθμίου είναι υποχρεωτικαί δια τε το Δημόσιον και τους ενδιαφερομένους.

2.Υπόχρεοι δια την καταβολήν εις το Δημόσιον του κατά την προηγουμένην παράγραφον ποσοστού της διαφοράς τυγχάνουσιν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος οι τε μεταβιβάζοντες δια πράξεως εν ζωή και οι προς ούς η μεταβίβασις επί δε μεταβιβάσεως αιτία θανάτου οι εις ούς μεταβιβάζεται το λεωφορείον, εφ' όσον δικαιούνται να τύχωσιν αδείας κυκλοφορίας ως δημοσίας χρήσεως.

Εξαιρούνται απαλλασσόμενοι της υποχρεώσεως δια την τοιαύτην καταβολήν η χήρα σύζυγος αποβιούντος επαγγελματίου αυτοκινητιστού και οι κατιόντες αυτού.

3.Ομοίως ποσοστόν είκοσιν επί τοις εκατόν (20%) της εν παραγράφω 2 διαφοράς (υπεραξίας) των τιθεμένων το πρώτον εις κυκλοφορίαν λεωφορείων κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 4 του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου, υποχρεούνται να καταβάλλωσιι και οι δυνάμει της παραγράφου ταύτης θέτοντες εις κυκλοφορίαν νέα λεωφορεία.

Η παρούσα διάταξις δεν εφαρμόζεται επί των τεθησομένων εις κυκλοφορίαν λεωφορείων κατ' εφαρμογήν του Α.Ν. 1936)1951.

4.Οριστική άδεια κυκλοφορίας το πρώτον τεθεμένου εις κυκλοφορίαν νέου λεωφορείου ή τοιούτου περιελθόντος εις έτερον ιδιοκτήτην κατ' ακολουθίαν μεταβιβάσεως δεν επιτρέπεται να εκδοθή αν δεν προσαχθή επόδειξις πληρωμής εις το Δημόσιον Ταμείον του καταβλητέου αυτώ κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου ποσού, όπερ δύναται κατά πάσας τας περιπτώσεις του παρόντος άρθρου ποσού, όπερ δύναται κατά πάσας τα περιπτώσεις να καταβάλληται εντός προθεσμίας ενός το πολύ έτους εις δόσεις και υπό όρους οριζομένους δι' αποφάσεων του Υπουργού των Συγκοινωνιών.

 

Τοπικά Αυτοκινητιστικά Συμβούλια

 

Αρθρον 29

 

1.Εις την έδραν εκάστου Νομού πλην του Νομού Αττικής συνιστάται Τοπικόν Συμβούλιον Αυτοκινήτων αποτελούμενον, α) εκ του οικείου Νομάρχου, ως Προεδρου, β) του Προϊσταμένου της περιφερειακής υπηρεσίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών, εφ' όσον λειτουργεί τοιαύτη,γ) του οικείου Νομομηχανικού, δ) του Διοικητού της Χωροφυλακής ή Διευθυντού Αστυνομίας, ε) του Προέδρου του οικείου Εμπορικού Επιμελητηρίου ή Συλλόγου και στ) δύο αντιπροσώπων των λεωφορειούχων αυτοκινητιστών του Νομού, εξ ων ο εις των Αστικών λεωφορειούχων, εφ' όσον υφίστανται αστικά λεωφορεία προτεινομένων υπό των οικείων Οργανώσεων, ως μελων . Γραμματεύς ορίζεται δι' αποφάσεως του Νομάρχου εις των παρά τη Νομαρχία υπηρετούντων υπαλλήλων.

2.Αρμοδιότης των Τοπικών Αυτοκινητιστικών Συμβουλίων είναι η γνωμοδότησις επί των δια του παρόντος Νόμου προτεινομένωνν ζητημάτων, ως και επί παντός ειδικώτερου ζητήματος. εφ ού ήθελεν ζητηθή η γνώμη παρά του Υπουργού Συγκοινωνιών ή άλλης Αρχής.

 

 

Λεωφορεία τεθέντα εις κυκλοφορίαν κατά παρέκκλησιν

 

Άρθρον 30

 

Λεωφορεία αυτοκίνητα τεθέντα εις κυκλοφορίαν κατά παρέκκλισιν των ισχυουσων κατά τον χρόνον της χορηγήσεως της οικεία εγκρίσεως διατάξεων Νόμων ή Διαταγμάτων ή κανοννιστικών αποφάσεων, περί ων η υπ' αριθ. 205221) της 30.12.50 καννονιστική απόφασεις κυρουμένη δια του παρόντος, εξαιρέσει των αποκλεισθέντων δυνάμει αποφάσεων της κατά την παράγραφον 4 της ως άνω κανονιστικής αποφάσεως Επιτρποπής, θεωρούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου ως εν νομίμω και κανονική κυκλοφορία τελούντα, εφ' όσον οι κάτοχοι αυτών καταβάλλουσιν εις το Δημόσιον Ταμείον ειδικήν εισφοράν, καθορισθησομένην κατα κατηγορίας λεωφορείων και κατόχων δια Β. Διατάγματος εξ' άπαξ εκδοθησομένου προτάσει του Υπουργού Συγκοινωνιών, εντός δύο μηνών από της εσχύος του παρόντος.

Δια του ιδίου Β. Διατάγματος ορισθήσονται και ο τρόπος και ο χρόνοος της πληρωμής της ειδικής τάυτης εισφοράς μέρος της οποίας δύναται δια του αυτού Διατάγματος να διατεθή προς ικανοποίησιν αναγκών του Υπουργείου Συγκοινωνιών.

 

Αντιμετώπισις Εκτάκτων Αναγκών

Άρθρον 31

 

Εις περιπτώσεις καθ' ας εις τινα περιοχήν ή λεωφορειακήν γραμμήν, υφίστανται έκτακτοι συγκοινωνιακαί ανάγκαι, προς αντιμετώπισιν εξαιρετικών περιστάσεων εξ οιουδήποτε λόγου, επιτρέπεται εις την αρμοδίαν Αστυνομικήν Αρχήν, μετ' έγκρισιν του οικείου Νομάρχου να αποσύρη προσωρινώς αυτοκίνητα λεωφορεία, εξ άλλης περιοχής ή γραμμής κατά την κρίσιν της και να δρομολογή ταύτα προς αντιμετώπισιν της υφισταμένης αναγκης, πάντως ουχί πέραν του μηνός.

Δύναται επίσης δια την αυτής αιτίαν να χρησιμοποιήση και φορτηγά αυτοκίνητα δημοσίας ή ιδιωτικής χρήσεως

 

 

 

Άρθρον 32

1. Δικαιούνται ελευθέρας κυκλοφορίας απαλλασσόμενοι της καταβολής κομίστρου δια των αστικών λεωφορείων της αστικής περιοχής Αθηνών-Πειραιώς και Περιχώρων οι υπάλληλοι της Γενικής διευθύνσεως Αυτοκινήτων του Υπουργείου Συγκοινωνιών, ως και οι εφωδιασμένοι δι' ειδικού δελτίου ελευθέρας κυκλοφορίας εκδιδομένου υπό του Υπουργού των Συγκοινωνιών υπάλληλοι των λοιπών Γενικών Διευθύνσεων του ιδίου Υπουργείου, οι εφωδιασμένοι δια τοιούτου δελτίου εκδιδομένου υπό του Ο.Ε.Α.Σ. ως και τα μέλη των δύο Ενώσεων Συντακτών και Προσωπικού των Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, αποκλειομένων των συνταξιούχων.

2. Δικαιούνται ωσαύτως ελευθέρας κυκλοφορίας, προς εκτέλεσιν της υπηρεσίας εντός της περιφερείας των και τα όργανα του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας μέχρι τριάκοντα.

3.                  Ελευθέρας κυκλοφορίας και δια των υπεραστικών λεωφορείων, δικαιούνται οι εκ των ανωτέρων υπαλλήλων του Υπουργείου Συγκοινωνιών και του Ο.Ε.Α.Σ. εφοδιαζόμενοι δι' ειδικού δελτίου ελευθέρας κυκλοφορίας παρέχοντος αυτοίς και το δικαίωμα ενεργείας ελέγχου.

4.                  Απαλλάσσονται ομοίως της καταβολής κομίστρου επί τη επιδείξει της ταυτότητός των οι αγροτικοί διανομείς, οσάκις εκτελούσι δρομολόγιον, ταξιδεύοντες δι' αστικών ή υπεραστικών λεωφορείων, προς εκτέλεσιν της υπηρεσίας των εν τη περιοχή των, ως και οι δυνάμει ετέρων ειδικών διατάξεων απαλλασσόμενοι της υποχρεώσεως προς πληρωμήν εισιτηρίου ή δικαιούμενοι ελευθέρας κυκλοφορίας.

5.                  Τα δελτία ελευθέρας κυκλοφορίας εκδίδονται υπό του Υπουργού των Συγκοινωνιών απαγορευομένης της εκδόσεως τοιούτων πέραν των ανωτέρω αναφερομένων παρ' οιασδήποτε άλλης υπηρεσίας ή οργανώσεως.

 

Άρθρον 33

 

1.                  Πάσα παράβασις διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των βάσει τούτου εκδοθησομένων Διαταγμάτων ή Κανονισμών, αναγομένη ιδίδα εις την μη εκτέλεσιν υποχρεωτικού δρομολογίου και εις την μη τήτησιν διατάξεων ή όρων ασφαλούς κυλοφρίας ή τιμολογίου, διώκεται αυτεπαγγέλτως και εφ' όσον δεν τιμωρείται βαρύτερον δι' άλλης διατάξεως, τιμωρείται δια φυλακίσεως μέχρις εξ μηνών ή δια χρηματικής ποινής ή και δι' αμφοτέρων των ποινών.

2.                  Δια πάσαν παράβασιν διατάξεων του παρόντος Νόμου και των προς εκτέλεσιν τούτου εκδοθησομένων Διαταγμάτων, Κνονισμών, ή Αποφάσεων και ανεξαρτήτως της ποινικής ή μη διώξεως ή καταδίκης ή μη δύναται ο Υπουργός των Συγκοινωνιών να διατάξη την αφαίρεσιν προσωρινώς και μέχρι τριών μηνών της αδείας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου εν υπαιτιότητι του ιδιοκτήτου αυτού ή της αδείας του οδηγού ή του εισπράκτορος εν υπαιτιότητι τούτων. Εν περιπτώσει συστηματικών επαναλήψεων παραβάσεων του παρόντος νόμου, δύναται ο Υπουργός των Συγκοινωνιών να διατάξη της αφαίρεσιν των ώς άνω αδειών επί δια΄στημα μέχρις ενός έτους.

 

Ακροτελεύτιοι διατάξεις

Άρθρον 34

 

Εισπράκτορες έχοντες πενταετή συνεχή υπηρεσίαν εις λεωφορείον και εφ' όσον εξακολουθούσιν εργαζόμενοι ω3ς τοιούτοι, κατά την δημοσίευσιν του παρόντος, είναι δε εγγεγραμμένοι εις Σωματείον αυτοκινητιστών πλέον της πενταετίας, δύνανται να αγράζωσι μέρος ή το όλον μερίδος πληγέντος αυτοκινητιστού.

Άρθρον 35

 

Αι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν έχουσιν εφαρμογήν επί λεωφορείων ανηκόντων εις το Κράτος ή εις Κρατικούς Οργανισμούς, ως και εις Τροχιοδρομικάς ή Σιδηροδρομικάς επιχειρήσεις.

 

Άρθρον 36

Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καταργείται πάσα διάταξις αντικειμένη εις αυτόν

Ο παρών Νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ' Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

 

Εν Αθήναις τη 24 Απριλίου 1952

ΠΑΥΛΟΣ

Β.

Ο επί των Συγκοινωνιών Υπουργός

ΓΕΩΡΓ. ΜΠΟΥΡΔΑΡΑΣ

 

Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς.

Εν Αθήναις τη 9 Μαϊου 1952.

Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός

ΔΗΜ. ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

 

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΣΕ3048/1996