ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ

 

Aρ. Φύλλου 70

7 Απριλίου 1998

 

 

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 324

Προσαρμογή της Ελληνικής νομοθεσίας στην οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Ιουνίου 1995 σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

  1. Tις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν.1338/1983"Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου", (Α΄34), όπως αυτές έχουν αντικατασταθεί και τροποποιηθεί αντιστοίχως με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν. 1440/1984 και 19 του Ν.2367/1995 (Α΄261) και του άρθρου 3 όπως αντικατεστάθη με το άρθρο 65 του Ν. 1892/1990.
  2. Το άρθρο 29Α του Ν.1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα" (ΦΕΚ Α΄/137), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2081/1992 (ΦΕΚ Α΄154) και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1, παρ. 2α του Ν2469/97 (Α΄38).
  3. Το Π.Δ.324/1996 (Α΄220) "Για την εναρμόνιση του Ελληνικού Δικαίου με την Οδηγία 91/440/ΕΟΚ της 29ης Ιουνίου 1991 για την ανάπτυξη των Κοινοτικών Σιδηροδρόμων".
  4. Την 566/1996 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών "Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Υφυπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών Εμμανουήλ Λουκάκη" (Β΄910).
  5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
  6. Την 78/1998 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και του Υφυπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Σκοπός - Ορισμοί - Πεδίο Εφαρμογής

Άρθρο 1

Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της οδηγίας 95/18/ΕΚ "σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις", του Συμβουλίου της 19ης Ιουνίου 1995 που δημοσιεύθηκε στην Ελληνική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L 143/27.6.95, σελ.70)

 

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος:

α) "Σιδηροδρομική Επιχείρηση", νοείται κάθε ιδιωτική ή δημόσια επιχείρηση η κύρια δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών σιδηροδρομικής μεταφοράς εμπορευμάτων ή/και επιβατών, υπό την προϋπόθεση ότι η επιχείρηση αυτή εξασφαλίζει υποχρεωτικά και την έλξη.

β) "άδεια", ορίζεται η έγκριση που χορηγείται από ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια επιχείρηση, με την οποία αναγνωρίζεται η ιδιότητά της ως σιδηροδρομικής επιχείρησης. Η ιδιότητα αυτή μπορεί να περιοριστεί στην παροχή ορισμένων μόνον ειδών υπηρεσιών .

γ). "φορέας χορήγησης της άδειας", ορίζεται το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών, στο οποίο ανατίθεται η έκδοση των αδειών εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών.

δ) "Αστικές και προαστιακές υπηρεσίες" ορίζονται οι υ­πηρεσίες μεταφορών που εξυπηρετούν τις ανάγκες ενός αστικού κέντρου ή μιας αστικής περιοχής καθώς και τις α­νάγκες μεταφορών ανάμεσα στο εν λόγω κέντρο ή περιο­χή και τα προάστια τους.

ε) "Περιφερειακές υπηρεσίες" ορίζονται οι υπηρεσίες μεταφορών που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των αναγκών μεταφορών μίας περιοχής.

 

Άρθρο 3

1. Οι παρούσες διατάξεις αφορούν τα κριτήρια που εφαρμόζονται κατά τη χορήγηση, την παρά­ταση ή την τροποποίηση αδειών που χορηγούνται από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών σε σιδηροδρο­μικές επιχειρήσεις οι οποίες είναι εγκατεστημένες ή πρό­κειται να εγκατασταθούν στην Ελλάδα εφόσον παρέχουν τις υπηρεσίες που προβλέπονται από το άρθρο 10 του Π.Δ.324/1996 (Α΄220), υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου αυτού.

2. Οι παρούσες διατάξεις δεν εφαρμό­ζονται στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, των οποίων η δραστηριότητα περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στην εκμετάλλευση αστικών, προαστιακών ή περιφερειακών μεταφορών.

3. Οι άδειες που έχουν χορηγηθεί σε σιδηροδρομικές ε­πιχειρήσεις από τους αρμόδιους φορείς των άλλων κρα­τών μελών της Ευρωπαϊκής 'Ένωσης, ισχύουν και στην Ελλάδα.

 

Άρθρο 4

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών είναι ο αρ­μόδιος φορέας του ελληνικού κράτους, για τη χορήγηση αδειών σιδηροδρομικών μεταφορών και για την εκπλή­ρωση από τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις των υποχρε­ώσεων που προβλέπονται στο παρόν διάταγμα.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

 

Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας

Άρθρο 5

 

1. Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση που είναι εγκατε­στημένη στην Ελλάδα δικαιούται τη χορήγηση άδειας από το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών, εφόσον πληροί τις απαιτήσεις των διατάξεων του παρόντος.

2. Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών δεν χο­ρηγεί άδειες εκμετάλλευσης ούτε παρατείνει την ισχύ τους, εάν δεν πληρούνται οι απαιτήσεις των διατάξεων του παρόντος.

3. Δεν επιτρέπεται στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις να παρέχουν υπηρεσίες σιδηροδρομικών μεταφορών που καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος, εάν δεν είναι κάτοχοι κατάλληλης άδειας για τις υπηρεσίες αυτές.

Η άδεια που χορηγείται σε μία σιδηροδρομική επιχείρη­ση δεν δίνει από μόνη της και πρόσβαση στη σιδηροδρο­μική υποδομή.

 

 

Άρθρο 6

 

1. Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση πρέπει να μπορεί ν' αποδείξει στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών, ήδη πριν από την έναρξη των δραστηριοτήτων της, ότι εί­ναι σε θέση να πληρεί, ανά πάσα στιγμή, ορισμένες απαι­τήσεις εντιμότητας, χρηματοοικονομικής επιφάνειας, ε­παγγελματικής ικανότητας και κάλυψης της αστικής της ευθύνης, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 7 έως και 10 του παρόντος. ­2. Για τους σκοπούς της προηγούμενης παραγράφου 1, κάθε επιχείρηση παρέχει όλα τα χρήσιμα πληροφοριακά στοιχεία κατά την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση της άδειας, αλλά επίσης και οποτεδήποτε αυτό της ζητηθεί α­πό το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 12 του πα­ρόντος.

3. Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοι­νωνιών καθορίζονται τα πληροφοριακά στοιχεία της πα­ραγράφου 2 και ο τρόπος απόδειξης εκπλήρωσης των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 & 2 του παρόντος κα­θώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την υποβολή αίτησης και χορήγησης άδειας.

 

Άρθρο 7

1. Η προϋπόθeση της εντιμότητας για την σιδηροδρομι­κή επιχείρηση, η οποία υποβάλλει αίτηση αδείας, δεν πλη­ρούται, όταν έχει κηρυχθεί σε πτώχευση ή έχει τεθεί υπό αναγκαστική διαχείριση ή εκκαθάριση, ή όταν εκκρεμεί πτωχευτικός συμβιβασμός.

2. Η προϋπόθεση της εντιμότητας, για τα αρμόδια για τη διαχείριση, της σιδηροδρομικής επιχείρησης, πρόσωπα ή για τα πρόσωπα που ορίζονται από το καταστατικό ή με α­πόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης, ό­τι εκπροσωπούν την σιδηροδρομική επιχείρηση, δεν πλη­ρούται όταν συντρέχει ένας από τους παρακάτω λόγους .

α) αμετάκλητη ποινική καταδίκη σε στερητική της ελευ­θέρίας ποινή, τουλάχιστον τριών μηνών, για λαθρεμπο­ρία, εμπορία ή χρήση ναρκωτικών, σωματεμπορία, αν­θρωποκτονία από πρόθεση, απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση, απάτη κλοπή, πλαστογραφία, ληστεία και αλητεία.

β) αμετάκλητη ποινική καταδίκη σε στερητική της ελευ­θερίας ποινή, τουλάχιστον τριών μηνών για παραβάσεις εκ δόλου η εξ αμέλείας της εμπορικής νομοθεσίας.

γ) αμετάκλητη ποινική καταδίκη σε στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον τριών μηνών για παραβάσεις εκ δόλου ή εξ αμέλείας των διατάξεων της κοινωνικής ή εργατικής νομοθεσίας ή οιαδήποτε ποινική καταδίκη για πα­ραβάσεις των ανωτέρω διατάξεων, καθ' υπότροπη.

δ) αμετάκλητη ποινική καταδίκη σε στερητική της ελευ­θερίας ποινή, τουλάχιστον τριών μηνών για παραβάσεις εκ δόλου ή εξ αμελείας των διατάξεων που ισχύουν στον τομέα των μεταφορών.

ε) αμετάκλητη ποινική καταδίκη σε στερητική της ελευ­θερίας ποινή τουλάχιστον τριών μηνών για παραβάσεις εκ δόλου ή εξ αμελείας των διατάξεων της φορολογικής νο­μοθεσίας και του τελωνειακού κώδικα ή οιαδήποτε ποινι­κή καταδίκη για παραβάσεις των ανωτέρω διατάξεων, καθ' υποτροπή.

 

Άρθρο 8

1. Οι απαιτήσεις που αφορούν τη χρηματοοικονομική ε­πιφάνεια πληρούνται, όταν η σιδηροδρομική επιχείρηση που υποβάλλει την αίτηση για τη χορήγηση άδειας μπορεί να αποδείξει ότι είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις τρέ­χουσες και μελλοντικές υποχρεώσεις της, που καθορίζο­νται από ρεαλιστικές εκτιμήσεις, για περίοδο 12 μηνών.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, κάθε αίτηση για άδεια συνοδεύεται τουλάχιστον από τα πληροφορια­κά στοιχεία που ορίζονται στο τμήμα Ι του Παραρτήματος του άρθρου 295.

Άρθρο 9

1. Οι απαιτήσεις που αφορούν την επαγγελματική ικανότητα πληρούνται όταν: ­

α) η αιτούσα σιδηροδρομική επιχείρηση έχει ή θα έχει διαχειριστική οργάνωση και τις απαραίτητες γνώσεις ή/και την πείρα για την ασφαλή και αξιόπιστη άσκηση επι­χειρησιακού ελέγχου και εποπτείας όσον αφορά το είδος των υπηρεσιών που ορίζονται στην άδεια εκμετάλλευσης.

β) τα μέλη του προσωπικού ασφαλείας, και ιδίως οι ο­δηγοί, διαθέτουν όλα τα απαιτούμενα προσόντα και

γ) το προσωπικό, το τροχαίο υλικό και η οργάνωσή της μπορούν να εξασφαλίσουν υψηλό επίπεδο λειτουργικής ασφάλειας.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, κάθε αίτηση για άδεια συνοδεύεται τουλάχιστον από τα πληροφορια­κά στοιχεία που ορίζονται στο τμήμα ΙΙ του παραρτήματος του άρθρου 295.

3. Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοι­νωνιών καθορίζονται τα δικαιολογητικά που πρέπει να υ­ποβάλλονται ούτως ώστε να αποδεικνύεται ότι το προσω­πικό διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα ανάλογα με την ειδικότητά του.

 

Άρθρο 10

Κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση πρέπει να είναι επαρ­κώς ασφαλισμένη ή να έχει προβεί σε ανάλογες ρυθμί­σεις, ώστε να καλύπτεται κατ' εφαρμογή της εθνικής και διεθνούς νομοθεσίας από πλευράς αστικής ευθύνης α­τυχημάτων, ιδίως όσον αφορά τους επιβάτες, τις απο­σκευές, το φορτίο, το ταχυδρομείο και τους τρίτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Ισχύς της άδειας

Άρθρο 11

1. Η άδεια ισχύει ενόσω η σιδηροδρομική επιχείρηση εκ­πληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται με το παρόν.

Ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί με α­πόφασή του να καθορίσει τακτά διαστήματα επανεξέτα­σης των αδειών, που δεν θα υπερβαίνουν την πενταετία.

2. Η χορηγούμενη άδεια μπορεί να περιλαμβάνει ειδι­κές διατάξεις για την αναστολή ή την ανάκλησή της.

 

Άρθρο 12

1. Αν υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με το αν συγκεκριμένη σιδηροδρομική επιχείρηση, στην οποία έ­χει χορηγηθεί άδεια, πληρεί τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος και ιδίως του άρθρου 285, το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών, μπορεί, οποτεδήποτε, να εξετάσει αν πράγματι πληρούνται αυτές οι απαιτήσεις.

Εφόσον από την εξέταση αυτή κριθεί ότι η σιδηροδρο­μική επιχείρηση δεν μπορεί πλέον να ανταποκριθεί στις παραπάνω απαιτήσεις, τότε το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών αναστέλλει ή ανακαλεί την χορηγηθείσα άδεια.

2. Σε κάθε περίπτωση που το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών κρίνει ότι υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για την τήρηση των απαιτήσεων του παρόντος διατάγμα­τος από σιδηροδρομική επιχείρηση στην οποία χορηγή­θηκε άδεια από φορέα άλλου κράτους μέλους, τότε ενη­μερώνει σχετικά και χωρίς καθυστέρηση τον φορέα αυτό για την ύπαρξη των παραπάνω αμφιβολιών.

3. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 1, όταν μια ά­δεια αναστέλλεται ή ανακαλείται επειδή η επιχείρηση δεν πληρεί τις απαιτήσεις χρηματοοικονομικής επιφάνειας το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να χορη­γεί προσωρινή άδεια μέχρις ότου η σιδηροδρομική επι­χείρηση αναδιοργανωθεί οικονομικά, με την προϋπόθεση ότι δεν διακυβεύεται η ασφάλεια.

Η προσωρινή άδεια που χορηγείται δεν μπορεί να έχει ι­σχύ πέραν του εξαμήνου από την ημερομηνία έκδοσής της.

4. Εάν μια σιδηροδρομική επιχείρηση διακόψει τη δρα­στηριότητά της επί έξη μήνες ή δεν την αρχίσει μέσα σε έ­ξη μήνες μετά την χορήγηση της άδειας το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να αποφασίσει ότι απαιτείται η υποβολή νέας αίτησης ή ότι η άδεια ανα­στέλλεται.

Στην περίπτωση έναρξης δραστηριοτήτων, η σιδηρο­δρομική επιχείρηση μπορεί να ζητήσει να της ορισθεί μία μεγαλύτερη προθεσμία, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαιτε­ρότητα των υπηρεσιών που θα παρέχει.

5. Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να απαιτήσει από μια σιδηροδρομική επιχείρηση στην ο­ποία έχει χορηγήσει άδεια να του υποβάλει εκ νέου την ά­δεια αυτή για νέα έγκριση, σε περίπτωση μεταβολής η ο­ποία επηρεάζει τη νομική κατάσταση της επιχείρησης ι­δίως δε σε περίπτωση συγχωνεύσεων ή εξαγορών ή της απόσχισης ενός τμήματος της επιχείρησης. Η υπόψη σι­δηροδρομική επιχείρηση έχει το δικαίωμα να συνεχίσει τις δραστηριότητες της, εκτός αν το Υπουργείο Μεταφο­ρών και Επικοινωνιών κρίνει ότι διακυβεύεται η ασφάλεια. Στην περίπτωση αυτή, η σχετική απόφαση πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη.

6. Αν μια σιδηροδρομική επιχείρηση προτίθεται να με­ταβάλει ή να επεκτείνει τις δραστηριότητές της σε σημα­ντικό βαθμό, θα πρέπει να υποβάλει την άδεια της στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών για επανεξέταση.

7. Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνούν δεν επιτρέπει σε μια σιδηροδρομική επιχείρηση εναντίον της ο­ποίας έχει κινηθεί πτωχευτική διαδικασία ή έχει εκδοθεί κατ' αυτής απόφαση αναγκαστικής εκκαθάρισης ή ανα­γκαστικής διαχείρισης ή πτωχευτικού συμβιβασμού να δcατηρήσει την άδεια, εάν πεισθεί ότι δεν υπάρχουν ρεα­λιστικές προοπτικές ικανοποιητικής χρηματοοικονομικής ανάκαμψης της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.

8. Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών ενημε­ρώνει αμέσως την Επιτροπή όταν αναστέλλει, ανακαλεί ή τροποποιεί μια άδεια. Η Επιτροπή ενημερώνει τα άλλα κράτη-μέλη.

 

Άρθρο 13

Πέραν από τα οριζόμενα στο παρόν διάταγμα, μια σι­δηροδρομική επιχείρηση πρέπει επίσης να συμμορφώνε­ται με τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, εφόσον δεν α­ντιβαίνουν προς το κοινοτικό δίκαιο και οι οποίες εφαρ­μόζονται χωρίς διάκριση, ιδίως όσον αφορά:

- τις ειδικές τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις για τις σιδηροδρομικές υπηρεσίες

- τις απαιτήσεις ασφάλειας για το προσωπικό, το τρο­χαίο υλικό και την εσωτερική οργάνωση της επιχείρησης

- τις διατάξεις που αφορούν την υγεία, την ασφάλεια, τις κοινωνικές προϋποθέσεις και τα δικαιώματα των ερ­γαζομένων και των καταναλωτών.

 

 

Άρθρο 14

Οι σιδηροδρομικές επιχειρήσεις πρέπει να συμμορφώ­νονται με τις συμφωνίες περί διεθνών σιδηροδρομικών μεταφορών που ισχύουν στα κράτη-μέλη λειτουργίας τους.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

Τελικές διατάξεις

 

Άρθρο 16

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών αποφασί­ζει επί της αίτησης χορήγησης άδειας που του υποβάλλε­ται, το συντομότερο δυνατόν και πάντως όχι πέραν των τριών μηνών από την υποβολή όλων των αναγκαίων πλη­ροφοριών, ιδίως των αναφερομένων στο παράρτημα του άρθρου 295, α­φού λάβει υπόψη όλα τα διαθέσιμα στοιχεία.

Η απόφαση ανακοινώνεται στην αιτούσα σιδηροδρομι­κή επιχείρηση και σε περίπτωση απόρριψης, αναφέρο­νται οι σχετικοί λόγοι.

 

 

Άρθρο 17

Προσαρτάται στο παρόν διάταγμα, ως αναπόσπαστο μέρος αυτού, το πιο κάτω παράρτημα, το κείμενο το οποίου έχει ως ακολούθως:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ι. Πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2

1. Η εξέταση της χρηματοοικονομικής επιφάνειας πραγματοποιείται βάσει των ετήσιων λογαριασμών της ε­πιχείρησης και για τις επιχειρήσεις που ζητούν άδεια και δεν είναι σε θέση να παρουσιάσουν αυτούς τους λογα­ριασμούς βάσει του ετήσιου ισολογισμού. Για την εξέτα­ση αυτή πρέπει να παρασχεθούν λεπτομερείς πληροφο­ρίες ιδίως για τα ακόλουθα στοιχεία:

α) διαθέσιμοι χρηματοοικονομικοί πόροι, περιλαμβανο­μένων τραπεζικών καταθέσεων, προκαταβολών επί τρέ­χοντος λογαριασμού και δανείων

β) κεφάλαιο και στοιχεία του ενεργητικού ρευστcποιή­σιμα ως εγγύηση

γ) κεφάλαιο εκμετάλλευσης

δ) σχετικά έξοδα, περιλαμβανομένων εξόδων κτήσης και προκαταβολών επί οχημάτων οικοπέδων, κτιρίων, ε­γκαταστάσεων και τροχαίου υλικού

ε) βάρη επί των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρη­σης

2. Ο αιτών δεν διαθέτει την απαιτούμενη χρηματοοικο­νομική επιφάνεια ιδίως όταν είναι υπερήμερος όσον αφο­ρά την καταβολή σημαντικών ποσών εκ φόρου ή κοινωνι­κών εισφορών, στα πλαίσια της δραστηριότητας του.

3. Η χρηματοοικονομική επιφάνεια είναι δυνατόν να αποδεικνύεται με την υποβολή έκθεσης πραγματογνωμο­σύνης και κατάλληλων εγγράφων από τράπεζα, δημόσιο, ταμιευτήριο, οικονομικό ελεγκτή ή ορκωτό λογιστή. Τα έγγραφα αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο 1.

ΙΙ. Πληροφορίες που καθορίζονται στο άρθρο 288 παράγραφος 2

1. Πληροφορίες για τη φύση και τη συντήρηση του τρο­χαίου υλικού, κυρίως σε ότι αφορά τους κανόνες ασφα­λείας.

2. Πληροφορίες για τα προσόντα του προσωπικού που είναι υπεύθυνο για την ασφάλεια και τον συγκεκριμένο τρόπο κατάρτισης του προσωπικού.

 

 

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την δημοσίευσής τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Στον Υφυπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος.

 

Αθήνα, 26 Μαρτίου 1998

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

 

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

 

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

 

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

ΕΜΜΑΝ. ΛΟΥΚΑΚΗΣ