ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

 

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

 

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟΝ

Αρ. Φύλλου 15

31 Ιανουαρίου 1995

 

 

ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ

 

 

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 19

Προσαρμογή της νομοθεσίας προς την οδηγία 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουλίου 1991, για την άδεια οδήγησης.

 

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 4 παρ. 5 του Ν. 1338/1983 "Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου" (Α' 34), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 6 του Ν. 1440/1984 (Α' 70), των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 του Ν. 1338/1983 και της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 1338/1983, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 1892/1990.

β. Του άρθρου 31 του Ν. 2076/1992, "Ανάληψη και άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων και άλλες συναφείς διατάξεις" (Α' 130).

γ. Του άρθρου 1 παρ. 2 του Ν.Δ. 638/1970 (Α' 173), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 5 του Ν. 823/1978 (Α΄ 189).

δ. Του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα" (Α' 137), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (Α' 154).

2. Την οδηγία 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1991, που αναφέρεται στην άδεια οδήγησης (Φ.Ε.Ε.Κ. L. 237/24.8.1991).

3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του Διατάγματος αυτού δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

4. Την 561/1994 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, αποφασίζουμε:

 

Άρθρο 1

Σκοπός

 

Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την οδηγία 91/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουλίου 1991, η οποία αναφέρεται στην άδεια οδήγησης.

 

Άρθρο 2

Ορισμοί

 

Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος διατάγματος ορίζεται ότι:

- "Κανονική διαμονή" ή "μόνιμη διαμονή ή παραμονή" στην Ελλάδα θεωρείται ότι έχει ένα πρόσωπο όταν διαμένει στη χώρα επί 185, τουλάχιστον, ημέρες κατά ημερολογιακό έτος, λόγω προσωπικών ή επαγγελματικών δεσμών ή, όταν πρόκειται για πρόσωπο χωρίς επαγγελματικούς δεσμούς, λόγω προσωπικών δεσμών, που συνεπάγονται στενή σχέση του με τον τόπο όπου κατοικεί στην Ελλάδα.

Στην περίπτωση που το παραπάνω πρόσωπο δεν έχει επαγγελματικούς δεσμούς με την Ελλάδα, στην οποία όμως βρίσκονται οι προσωπικοί του δεσμοί, με συνέπεια να αναγκάζεται, εκ του γεγονότος αυτού, να διαμένει πότε στην Ελλάδα και πότε στο κράτος ή στα κράτη όπου έχει τους επαγγελματικούς του δεσμούς, τότε θεωρείται ότι έχει την "κανονική του διαμονή" στην Ελλάδα, υπό τον όρο ότι επιστρέφει εδώ τακτικά.

Ο όρος να επιστρέφει στην Ελλάδα τακτικά δεν χρειάζεται να πληρούται, αν το πρόσωπο διαμένει σε άλλο κράτος για την εκτέλεση αποστολής, συγκεκριμένης διάρκειας.

Για τον ίδιο λόγο, πρόσωπα που βρίσκονται στην Ελλάδα για εκτέλεση αποστολής συγκεκριμένης διάρκειας δεν θεωρούνται ότι έχουν την "κανονική τους διαμονή" στην Ελλάδα.

Η φοίτηση σε πανεπιστήμιο ή σχολείο δεν συνεπάγεται μεταφορά της κανονικής διαμονής.

Για τους ξένους υπηκόους θεωρείται απαραίτητος ο εφοδιασμός τους με άδεια διαμονής ή παραμονής στην Ελλάδα, η οποία να έχει τόση διάρκεια ώστε, να ισχύει κατά την ημέρα κατάθεσης της αίτησης για χορήγηση ή μετατροπή άδειας οδήγησης (η σχετική αίτηση πρέπει να υποβληθεί μετά πάροδο 185 ημερών από την έκδοση της άδειας διαμονής ή παραμονής) μέχρι και την ημέρα παραλαβής της ελληνικής άδειας οδήγησης.

- "Κατοικία": Είναι ο τόπος της κύριας και μόνιμης εγκατάστασης του φυσικού προσώπου. Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες.

Η συγκεκριμένη κατοικία διατηρείται μέχρις ότου αποκτηθεί νέα. Αν δεν μπορεί να αποδειχθεί η τελευταία κατοικία του φυσικού προσώπου, ως κατοικία θεωρείται ο τόπος διαμονής του.

Προϋπόθεση για να έχει το πρόσωπο "τόπο κατοικίας" στην Ελλάδα είναι να έχει την "κανονική διαμονή" του στην Ελλάδα.

- "Όχημα με κινητήρα": Κάθε οδικό όχημα το οποίο φέρει κινητήρα για την προώθησή του και μπορεί να κυκλοφορήσει σε δρόμους με τα δικά του μέσα. Εξαιρούνται τα οχήματα που κινούνται σε σιδηροτροχιές.

- "Τρίκυκλο και τετράκυκλο": Κάθε όχημα με κινητήρα, με τρεις ή τέσσερις τροχούς, αντίστοιχα, που ανήκει στην υποκατηγορία Β1 του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος, του οποίου, η μεγίστη ταχύτητα, εκ κατασκευής, υπερβαίνει τα 50 χιλιόμετρα την ώρα ή είναι εφοδιασμένο με κινητήρα εσωτερικής καύσης με ελεγχόμενη ανάφλεξη και κυβισμό άνω των 50 cm3 ή είναι εφοδιασμένο με οποιοδήποτε κινητήρα ισοδύναμης ισχύος. Η μάζα του οχήματος, κενού, δεν υπερβαίνει τα 550 kg. Αν δε το όχημα είναι ηλεκτροκίνητο, στη μάζα του κενού, δεν συμπεριλαμβάνεται η μάζα των συσσωρευτών.

- "Μηχανοκίνητο δίκυκλο": Οδικό όχημα με δύο τροχούς, με ή χωρίς πλευρικό κάνιστρο, του οποίου, η μέγιστη ταχύτητα, εκ κατασκευής, υπερβαίνει τα 50 χιλιόμετρα την ώρα. Αν το όχημα αυτό διαθέτει κινητήρα εσωτερικής καύσης για την προώθησή του, τότε, για να χαρακτηρισθεί "μηχανοκίνητο δίκυκλο" πρέπει ο κυβισμό του να υπερβαίνει τα 50 cm3.

- "Αυτοκίνητο": Όχημα με κινητήρα, που μεταφέρει οδικώς κυρίως πρόσωπα ή κυρίως πράγματα ή που έλκει οχήματα, τα οποία χρησιμοποιούνται για την μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων.

Στον όρο περιλαμβάνονται και τα ηλεκτροκίνητα μετά κεραίας λεωφορεία (τρόλεϊ).

Στον όρο δεν περιλαμβάνονται οι γεωργικοί και δασικοί ελκυστήρες καθώς και τα μηχανοκίνητα δίκυκλα.

- "Γεωργικός ή δασικός ελκυστήρας": Κάθε τροχοφόρο ή ερπυστριοφόρο όχημα με κινητήρα, το οποίο έχει τουλάχιστον δύο άξονες, του οποίου η βασική λειτουργία του στηρίζεται, ουσιαστικά, στην ελκτική του δύναμη, το οποίο (όχημα), κυρίως έλκει, ωθεί, φέρει ή ενεργοποιεί ορισμένα εργαλεία, μηχανήματα ή ρυμουλκούμενα που χρησιμοποιούνται στις γεωργικές ή δασικές εργασίες και του οποίου (οχήματος) η χρήση για πραγματοποίηση οδικής μεταφοράς, προσώπων ή πραγμάτων ή για την έλξη, επί οδού, οχημάτων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων, είναι δευτερεύουσα.

- "Μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα οδικού οχήματος": Το άθροισμα της μάζας του οχήματος κενού και της μάζας του μεγίστου επιτρεπόμενου να μεταφέρει (από την άδεια κυκλοφορίας ή από την έγκριση τύπου του οχήματος) φορτίου.

2. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι ορισμοί που δίνονται στο άρθρο 2 του Κ.Ο.Κ., ο οποίος κυρώθηκε με το Ν. 2094/92.

Άρθρο 3

Κατηγορίες αδειών οδήγησης - Κυρώσεις

 

Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 94 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, που κυρώθηκε με το Ν. 2094/92 (Α' 182) αντικαθίστανται ως κατωτέρω και λαμβάνουν την αρίθμηση 1, 2, 3, 4 και 5 αντιστοίχως. Η παράγραφος 2 του άρθρου 94 αριθμείται ως παράγραφος 6 και παραμένει ως έχει.

 

"Άρθρο 94

Κατηγορίες αδειών οδήγησης αυτοκινήτων και μοτοσικλετών - Κυρώσεις - Άδειες εκπαιδευτών υποψηφίων οδηγών

 

1. Οι άδειες οδήγησης διακρίνονται στις παρακάτω κατηγορίες και δίνουν στους κατόχους τους το δικαίωμα της οδήγησης οχημάτων, όπως αναφέρονται αντίστοιχα:

Κατηγορία Α: Μηχανοκίνητα δίκυκλα με ή χωρίς πλευρικό κάνιστρο και μοτοποδήλατα.

Κατηγορία Β: Αυτοκίνητα φορτηγά με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα μέχρι 3.500 kg ή αυτοκίνητα επιβατικά, των οποίων, ο μέγιστος αριθμός θέσεων καθημένων (χωρίς τη θέση του οδηγού), δεν υπερβαίνει τις οκτώ ή αυτοκίνητο μικτής χρήσης με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα μέχρι 3.500 kg και μέγιστο αριθμό θέσεων καθημένων (εκτός της θέσης του οδηγού) μέχρι οκτώ.

Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής μπορούν να έλκουν ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.

Σύνολα οχημάτων (συρμοί ή αρθρωτά οχήματα) που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Β και από ρυμουλκούμενο, όπου, η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνόλου δεν υπερβαίνει τα 3.500 kg, η δε μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του ρυμουλκουμένου δεν υπερβαίνει τη μάζα του έλκοντος οχήματος κενού.

Κατηγορία Β+Ε: Σύνολα συζευγμένων οχημάτων (συρμοί ή αρθρωτά οχήματα) που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Β και από ρυμουλκούμενο, όταν η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνόλου υπερβαίνει τα 3.500 kg, ή η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του ρυμουλκουμένου υπερβαίνει τη μάζα του έλκοντος οχήματος κενού.

Κατηγορία Γ: Αυτοκίνητα φορτηγά των οποίων η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 3.500 kg. Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής μπορούν να έλκουν ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.

Κατηγορία Γ+Ε: Σύνολα συζευγμένων οχημάτων (συρμοί ή αρθρωτά οχήματα) που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Γ και από ρυμουλκούμενο, όταν η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 750 kg.

Κατηγορία Δ: Αυτοκίνητα λεωφορεία. Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής μπορούν να έλκουν ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.

Κατηγορία Δ+Ε: Σύνολα συζευγμένων οχημάτων (συρμοί ή αρθρωτά οχήματα) που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Δ και από ρυμουλκούμενο, όταν η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 750 kg. Αν ο κάτοχος άδειας οδήγησης των κατηγοριών Γ και Γ+Ε δεν έχει προϋπηρεσία ενός έτους τουλάχιστον, στην οδήγηση τέτοιων οχημάτων, δεν επιτρέπεται να οδηγεί λεωφορείο (κατηγορίες Δ και Δ+Ε) σε ακτίνα πλέον των 50 χιλιομέτρων από την έδρα του οχήματος. Σχετική παρατήρηση τίθεται πάνω στην άδεια οδήγησης. Σε περίπτωση όμως που η προϋπηρεσία αυτή πραγματοποιηθεί σε οχήματα των κατηγοριών Δ και Δ+Ε, τότε διαγράφεται η παραπάνω παρατήρηση.

2. Οι κατηγορίες αδειών οδήγησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου υποδιαιρούνται στις εξής υποκατηγορίες:

Υποκατηγορία Α1: Μηχανοκίνητα δίκυκλα κυβισμού μέχρι 125 cm² και ισχύος μέχρι 11 kw.

Υποκατηγορία Β1: Τρίκυκλα και τετράκυκλα με κινητήρα.

3. Απαγορεύεται η οδήγηση αυτοκινήτων ή μοτοσυκλετών:

α. Από πρόσωπα τα οποία δεν κατέχουν άδεια οδήγησης της κατάλληλης κατηγορίας ή υποκατηγορίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για πρόσωπα τα οποία εκπαιδεύονται, προκειμένου να αποκτήσουν συγκεκριμένης κατηγορίας ή υποκατηγορίας άδεια οδήγησης, εφόσον είναι εφοδιασμένα με τα κατά νόμον προβλεπόμενα έγγραφα για το σκοπό αυτό.

β. Από πρόσωπα τα οποία δεν κατέχουν ισχύουσα ελληνική ειδική άδεια ή ισχύον ελληνικό πιστοποιητικό, τα οποία απαιτούνται, σύμφωνα με τις ειδικές προς τούτο διατάξεις, για την οδήγηση ειδικών κατηγοριών οδικών οχημάτων, πέραν της απαίτησης, όπως τα πρόσωπα αυτά κατέχουν την προβλεπόμενη στην προηγούμενη περίπτωση α' της παρούσης παραγράφου άδεια οδήγησης.

4. Δεν υπάγονται στις απαγορεύσεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου:

α. Οι κάτοχοι ισχύουσας άδειας οδήγησης, ανάλογης κατηγορίας ή υποκατηγορίας, η οποία έχει εκδοθεί από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), εφόσον δεν είναι κάτω των 18 ετών.

β. Οι κάτοχοι ισχύοντος διεθνούς πιστοποιητικού πορείας (διεθνούς άδειας), το οποίο έχει εκδοθεί από άλλα κράτη (εκτός Ελλάδος).

γ. Οι κάτοχοι ισχύουσας άδειας οδήγησης, η οποία έχει εκδοθεί από κράτη, εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει ειδική συμφωνία, η οποία έχει κυρωθεί με νόμο.

δ. Όσοι οδηγούν αυτοκίνητα ή μοτοσικλέτες, τα οποία ανήκουν στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις ή στα σώματα ασφαλείας, εφόσον είναι κάτοχοι ισχύουσας άδειας οδήγησης που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες τους.

5. Όποιος οδηγεί αυτοκίνητο ή μοτοσυκλέτα χωρίς να έχει εκδοθεί νόμιμα στο όνομά του η κατάλληλη άδεια οδήγησης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο παρόν άρθρο, τιμωρείται με φυλάκιση από ένα (1) μέχρι δώδεκα (12) μήνες και με χρηματική ποινή, τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος οδηγεί ενώ η άδειά του έχει αφαιρεθεί ή ανακληθεί, για οποιονδήποτε λόγο.

 

Άρθρο 4

Ισχύς αδειών οδήγησης αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών

 

Το άρθρο 95 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ο οποίος κυρώθηκε με το Ν. 2094/92 (Α' 182) αντικαθίσταται ως εξής:

 

"Άρθρο 95

Ισχύς αδειών οδήγησης

 

1. Οι άδειες οδήγησης των κατηγοριών Α, Β και των υποκατηγοριών Α1 και Β1 ισχύουν, χρονικά, μέχρι να συμπληρώσουν, οι κάτοχοί τους, το εξηκοστό πέμπτο (65) έτος της ηλικίας τους.

Οι άδειες οδήγησης των κατηγοριών Β+Ε, Γ, Γ+Ε, Δ, Δ+Ε και της κατηγορίας Β, όταν αυτή χρησιμοποιείται για οδήγηση επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης, ισχύουν για πέντε (5) χρόνια από την ημερομηνία έκδοσης ή της προηγούμενης ανανέωσής τους. Με τη λήξη της πενταετούς ισχύος των αδειών αυτών λήγει συγχρόνως και η ισχύς των αδειών οδήγησης των κατηγοριών Α, Β και των υποκατηγοριών Α1 και Β1 που είναι ενσωματωμένες στο έντυπο της άδειας οδήγησης.

Μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας των εξήντα πέντε (65) ετών, οι άδειες οδήγησης ανανεώνονται κάθε τρία (3) χρόνια από την έκδοση ή την προηγούμενη ανανέωσή τους.

Η ανανέωση των αδειών οδήγησης γίνεται μετά από ιατρική εξέταση.

Σε περίπτωση που ο ασφαλιστικός φορέας του κατόχου της άδειας οδήγησης των κατηγοριών Β+Ε, Γ, Γ+Ε, Δ, Δ+Ε και της κατηγορίας Β για οδήγηση επιβατικών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης παρακρατήσει την άδεια οδήγησης για συνταξιοδοτικούς λόγους, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να λάβει άδεια οδήγησης των κατηγοριών Α, Β ή των υποκατηγοριών Α1, Β1 (εφόσον κατείχε αυτές) αφού υποστεί ιατρική εξέταση και κριθεί ικανός για τις κατηγορίες ή υποκατηγορίες αυτές.

2. Η άδεια οδήγησης μπορεί να ισχύσει για χρονικό διάστημα μικρότερο αυτού, που, κατά περίπτωση, αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, αν τούτο κριθεί επιβεβλημένο, για λόγους υγείας, από τους γιατρούς της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας ιατρικής εξέτασης. Στην προκειμένη περίπτωση αναγράφεται σχετική παρατήρηση πάνω στην άδεια οδήγησης.

3. Η ανανέωση της άδειας μπορεί να γίνει οποτεδήποτε όχι όμως προ του διμήνου, το οποίο προηγείται της ημερομηνίας λήξης της.

Άδεια οδήγησης που ανανεώνεται πριν τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του κατόχου της, σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να έχει ημερομηνία λήξης της ισχύος της μετά τη συμπλήρωση του 68ου έτους της ηλικίας.

Η ανανέωση γίνεται χωρίς θεωρητική και πρακτική εξέταση, έπειτα από ιατρική εξέταση, κατά την οποία πρέπει να κριθεί ότι ο ενδιαφερόμενος πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προϋποθέσεις υγείας.

4. Για τον υπολογισμό της συμπλήρωσης του 65ου έτους της ηλικίας λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία (ημέρα, μήνας) και το έτος γέννησης του κατόχου της άδειας.

Αν δεν προκύπτει η ημέρα ή και ο μήνας γέννησης, τότε λαμβάνονται, ως ημέρα, η πρώτη του μήνα γέννησης και ως μήνας ο πρώτος μήνας του έτους γέννησης.

5. Η άδεια οδήγησης επιτρέπεται να ανανεωθεί και μετά τη λήξη της ισχύος της αν υπάρχουν οι νόμιμες, προς τούτο, προϋποθέσεις. Η άδεια οδήγησης θεωρείται ότι δεν ισχύει:

α. Αν έληξε ο χρόνος ισχύος της.

β. Αν έχει φθαρεί ή αλλοιωθεί, σε τέτοιο βαθμό που να είναι δυσχερής ο έλεγχός της και

γ. Αν έπαψαν να ισχύουν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγήθηκε ή ανανεώθηκε.

6. Αυτός που καταλαμβάνεται να οδηγεί ενώ η άδεια έχει λήξει, τιμωρείται με πρόστιμο είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) δραχμών. Παράλληλα αφαιρείται η άδεια από το αστυνομικό ή λιμενικό όργανο και αποστέλλεται στην Υπηρεσία Συγκοινωνιών που τη χορήγησε ή σ' αυτή, στην περιοχή της οποίας θα δηλώσει ο κάτοχός της ότι κατοικεί.

7. Η άδεια οδήγησης για τη Γ κατηγορία χορηγείται σε όσους έχουν ήδη άδεια οδήγησης για τη Β κατηγορία. Η άδεια οδήγησης για τη Δ κατηγορία χορηγείται σε όσους έχουν ήδη άδεια οδήγησης, τουλάχιστον, για τη Β κατηγορία. Η άδεια για τις κατηγορίες Β+Ε ή Γ+Ε ή Δ+Ε χορηγείται σε κατόχους άδειας οδήγησης Β ή Γ ή Δ αντίστοιχα.

8. Η ισχύς των αδειών οδήγησης καθορίζεται ως ακολούθως:

α. Η άδεια της κατηγορίας Α ισχύει και για την υποκατηγορία Α1

β. Η άδεια της κατηγορίας Β ισχύει και για την υποκατηγορία Β1

γ. Η άδεια της κατηγορίας Γ+Ε ισχύει και για την κατηγορία Β+Ε

δ. Η άδεια της κατηγορίας Δ+Ε ισχύει και για την κατηγορία Β+Ε

ε. Η άδεια της κατηγορίας Γ+Ε ισχύει και για την κατηγορία Δ+Ε, εάν ο κάτοχος της άδειας έχει τη Δ κατηγορία.

9. Ισχύουσα άδεια οδήγησης που εκδόθηκε από κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να ισχύει στο ελληνικό έδαφος, ως έχει, εφόσον ο κάτοχός της δεν έχει ηλικία μικρότερη των 18 ετών. Αν ο κάτοχος τέτοιας άδειας αποκτήσει κανονική διαμονή στην Ελλάδα, εφαρμόζονται οι διατάξεις που αναφέρονται στο χρόνο και στις ιατρικές προϋποθέσεις για την ανανέωση της άδειας και καταβάλλονται τα ποσά που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις".

 

Άρθρο 5

Ειδικές περιπτώσεις αφαίρεσης αδειών οδήγησης

 

Το άρθρο 98 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ο οποίος κυρώθηκε με το Ν. 2094/92 (Α' 182), αντικαθίσταται ως εξής:

 

"Άρθρο 98

Ειδικές περιπτώσεις αφαίρεσης αδειών οδήγησης

 

1. Αν για τη διάπραξη κακουργήματος ή εκ δόλου πλημμελήματος χρησιμοποιήθηκε, ως μέσο, για την τέλεση αυτού, οδικό όχημα, η από τον αυτουργό ή συμμέτοχο των ως άνω εγκλημάτων, η κατεχόμενη άδεια οδήγησης του οχήματος αφαιρείται, υποχρεωτικά, από το δικαστήριο για χρονικό διάστημα ενός έως δέκα ετών, εφόσον η επιβαλλόμενη ποινή είναι διάρκειας, τουλάχιστον, τριών (3) μηνών.

2. Αυτός που καταλαμβάνεται να κατέχει πλαστή ή παραποιημένη άδεια οδήγησης ή να κάνει χρήση αυτής, τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 216 του ποινικού κώδικα.

3. Η άδεια οδήγησης οδικού οχήματος και οι ειδικές άδειες ή τα πιστοποιητικά που απαιτούνται για την οδήγηση ειδικών κατηγοριών οχημάτων, μπορούν να αφαιρεθούν, με δικαστική απόφαση, για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μηνών, αν, από τις γενόμενες ανακρίσεις, αποδειχθεί ότι ο κάτοχός τους έγινε υπαίτιος σοβαρού τραυματισμού ή θανάτου, με το όχημα που οδηγούσε. Σε περίπτωση υποτροπής η άδεια μπορεί να αφαιρεθεί οριστικά, με δικαστική απόφαση".

 

Άρθρο 6

Υπόδειγμα άδειας οδήγησης

 

Το έντυπο της άδειας έχει χρώμα ροζ και εξωτερικές διαστάσεις 222 Χ 106 χιλιοστά, σύμφωνα με το περιλαμβανόμενο στο παράρτημα Ι του παρόντος υπόδειγμα, οι δε τεχνικές προδιαγραφές του χαρτιού καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, με σκοπό την αποτροπή παραποίησης ή πλαστογραφίας της άδειας.

 

Άρθρο 7

Προϋποθέσεις και διαδικασία χορήγησης αδειών οδήγησης

 

1. Για την κατάθεση αίτησης και για την εν συνεχεία χορήγηση άδειας οδήγησης οποιασδήποτε κατηγορίας ή υποκατηγορίας, απαιτείται όπως ο ενδιαφερόμενος:

α. Έχει κανονική διαμονή στην Ελλάδα και την κατοικία του στην περιοχή που υπάγεται η Υπηρεσία Συγκοινωνιών, η οποία θα του χορηγήσει την άδεια.

β. Έχει συμπληρώσει το απαιτούμενο ελάχιστο όριο ηλικίας το οποίο είναι:

- 18 ετών για την κατηγορία Β και για τις υποκατηγορίες Α1 και Β1.

- 20 ετών για την κατηγορία Α, εφόσον κατέχει από διετίας, τουλάχιστον, την υποκατηγορία Α1.

- 21 ετών για την κατηγορία Α', χωρίς κατοχή της υποκατηγορίας Α1.

- 21 ετών για τις κατηγορίες Γ, Δ, Β+Ε, Γ+Ε και Δ+Ε.

- 21 ετών για την κατηγορία Β όταν πρόκειται να οδηγεί επιβατικό αυτοκίνητο δημόσιας χρήσης.

γ. Έχει τις ελάχιστες προϋποθέσεις σωματικής και διανοητικής ικανότητας, όπως αυτές περιγράφονται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος.

δ. Επιτύχει σε θεωρητική και πρακτική εξέταση επί των αναφερομένων στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος διατάγματος θεμάτων.

ε. Δεν είναι κάτοχος άλλης οδήγησης ελληνικής ή που να έχει εκδοθεί από οποιοδήποτε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

στ. Καταβάλλει τα προβλεπόμενα από τις οικείες διατάξεις ποσά υπέρ του Δημοσίου και υπέρ τρίτων και συγκεκριμένα:

- Παράβολο χιλίων (1.000) δραχμών υπέρ του Δημοσίου για κάθε θεωρητική και πρακτική εξέταση.

Ποσό δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών στον ειδικό λογαριασμό του Ν.Δ. 638/70 της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος για ιατρική εξέταση.

- Πάγιο τέλος χαρτοσήμου παραλαβής της άδειας.

- Εισφορές υπέρ τρίτων (ΕΛΠΑ, ΤΣΑ κλπ).

2. Κάθε λεπτομέρεια σχετική με τη διαδικασία εξέτασης των υποψηφίων και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

Άρθρο 8

 

Άδεια οδήγησης χορηγείται σε πρόσωπο το οποίο έχει κανονική διαμονή στην Ελλάδα, αν έχει υποστεί στο έδαφος κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης τέτοια κύρωση, η οποία δεν του επιτρέπει να πάρει άδεια οδήγησης στο κράτος αυτό.

 

Άρθρο 9

Προϋποθέσεις σωματικής και διανοητικής ικανότητας

 

1. Οι ελάχιστες προϋποθέσεις σωματικής και διανοητικής ικανότητας που πρέπει να εκπληρώνει ο υποψήφιος για έκδοση ή ανανέωση ή κατοχή άδειας οδήγησης, καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος.

2. Η διαπίστωση των προϋποθέσεων σωματικής και διανοητικής ικανότητας γίνεται από γιατρούς οι οποίοι θα ορίζονται με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν.Δ. 638/1970 (Α' 173) όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 5 του άρθρου 5 του Ν. 823/1978 (Α' 189).

3. Σε περίπτωση μείωσης της σωματικής ή διανοητικής ικανότητας για οδήγηση, ο κάτοχος της άδειας οδήγησης υποχρεούται να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση. Στους παραβάτες των διατάξεων της παραγράφου αυτής επιβάλλεται φυλάκιση από ενός (1) μέχρι δώδεκα (12) μηνών. Παράλληλα αφαιρείται η άδεια οδήγησης, η οποία επιστρέφεται εφόσον διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις υγείας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 13 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας.

4. Η άδεια οδήγησης ανακαλείται όταν, μετά από ιατρική γνωμάτευση πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εξέτασης προκύπτει ότι ο κάτοχός της δεν διαθέτει τις ελάχιστες απαιτούμενες προϋποθέσεις σωματικής ή διανοητικής ικανότητας.

 

Άρθρο 10

Ιατρική εξέταση

 

1. Η ιατρική εξέταση διακρίνεται σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια.

Η πρωτοβάθμια διενεργείται από ιδιώτες γιατρούς των ειδικοτήτων παθολόγου (ή άλλης συναφούς ειδικότητας) και οφθαλμιάτρου, οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι με την οικεία Υπηρεσία Συγκοινωνιών.

Η δευτεροβάθμια εξέταση γίνεται από επιτροπή γιατρών των ειδικοτήτων, παθολόγου, (ή συναφούς ειδικότητας) οφθαλμιάτρου, Ω.Ρ.Λ. ορθοπεδικού και νευρολόγου-ψυχιάτρου.

Οι γιατροί δευτεροβάθμιας εξέτασης ορίζονται από τον αρμόδιο Νομάρχη, με απόφασή του.

2. Για να υποστεί ο υποψήφιος οδηγός ή οδηγός, πρωτοβάθμια ιατρική εξέταση πρέπει να καταβάλει ποσό 2Χ5.000=10.000 δραχμές στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, υπέρ του ειδικού λογαριασμού του Ν.Δ. 638/70. Το ίδιο ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών καταβάλλεται και για κάθε δευτεροβάθμια εξέταση.

3. Το αναφερόμενο στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών δεν καταβάλλεται όταν ο ενδιαφερόμενος παραπεμφθεί για δευτεροβάθμια ιατρική εξέταση από την οικεία Υπηρεσία Συγκοινωνιών, σε περίπτωση που έχει ήδη εξετασθεί πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια, αλλά γεννώνται αμφιβολίες για τη σωματική και διανοητική του ικανότητα.

 

Άρθρο 11

Μετατροπή αδειών οδήγησης

 

1. Ισχύουσες άδειες οδήγησης, που εκδόθηκαν από κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετατρέπονται σε ελληνικές άδειες οδήγησης της αντίστοιχης κατηγορίας ή υποκατηγορίας του άρθρου 94 του Κ.Ο.Κ. χωρίς ιατρική, θεωρητική και πρακτική εξέταση, εάν ο κάτοχός τους αποκτήσει κανονική διαμονή στην Ελλάδα και εφόσον έχει την απαιτούμενη στο άρθρο 7 του παρόντος διατάγματος ηλικία. Εάν η ξένη άδεια οδήγησης είναι υποκατηγορίας η οποία δεν καθορίζεται στο άρθρο 94 του Κ.Ο.Κ., τότε χορηγείται η αμέσως κατώτερη ελληνική κατηγορία ή υποκατηγορία. Κατά τη μετατροπή, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να καταβάλει όλα τα ποσά που προβλέπονται για τη χορήγηση ελληνικής άδειας οδήγησης αντίστοιχης κατηγορίας ή υποκατηγορίας. Η ξένη άδεια οδήγησης επιστρέφεται στην αρχή του κράτους - μέλους που την εξέδωσε. Πάνω στην ελληνική άδεια οδήγησης γράφεται παρατήρηση αναφορικά με την προέλευσή της, δηλαδή ότι προέρχεται από μετατροπή της συγκεκριμένης ξένης άδειας, η οποία παρατήρηση επαναλαμβάνεται αυτούσια σε κάθε αντίγραφο της ελληνικής άδειας.

2. Κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

Άρθρο 12

Αρμοδιότητα

 

1. Αρμόδια υπηρεσία για τη χορήγηση, μετατροπή, επέκταση, ανανέωση και αφαίρεση ή ανάκληση άδειας οδήγησης είναι η Υπηρεσία Συγκοινωνιών στην περιοχή της οποίας ο ενδιαφερόμενος έχει την κατοικία του.

2. Αρμόδιες υπηρεσίες για την εκτέλεση αποφάσεων ανάκλησης και αφαίρεσης αδειών οδήγησης και για την επίδοση αποφάσεων παραπομπής για ιατρική εξέταση είναι οι κατά τόπους αστυνομικές υπηρεσίες.

 

Άρθρο 13

Έκδοση αντιγράφων

 

1. Σε περίπτωση απώλειας, φθοράς καθώς και αλλοίωσης άδειας οδήγησης σε σημείο που να είναι δυσχερής ο έλεγχός της, χορηγείται στον ενδιαφερόμενο, αντίγραφο το οποίο έχει νομική ισχύ πρωτοτύπου. Κατά τη χορήγηση του αντιγράφου καταβάλλεται, πέραν των άλλων και το ποσό της παραγράφου 4 (ανάλογα με την περίπτωση) του άρθρου 14 του παρόντος διατάγματος.

2. Σε περίπτωση που κάτοχος άδειας οδήγησης η οποία εκδόθηκε από κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκτήσει κανονική διαμονή στην Ελλάδα, δικαιούται να ζητήσει ελληνικό αντίγραφο άδειας οδήγησης, λόγω απώλειας ή φθοράς ή κλοπής ή αλλοίωσης της ξένης άδειας. Η έκδοση του αντιγράφου λόγω απώλειας ή κλοπής γίνεται αφού προσκομισθούν δημόσια έγγραφα κράτους - μέλους με τα οποία να βεβαιώνεται ότι, πράγματι, ο ενδιαφερόμενος είχε άδεια οδήγησης, η οποία όμως δεν κρατείται, λόγω οποιασδήποτε ποινής, από τις αρχές του κράτους μέλους που την εξέδωσε.

3. Σε όλες τις περιπτώσεις αντικατάστασης λόγω απώλειας ή κλοπής, φθοράς ή αλλοίωσης ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος.

 

Άρθρο 14

Μεταβατικές διατάξεις

 

1. Άδεια οδήγησης που εκδόθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατάγματος, εξακολουθεί να ισχύει για όσο χρονικό διάστημα προέβλεπαν οι διατάξεις του Π.Δ. 255/84 (Α' 100), όπως το διάταγμα αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα. Μετά τη λήξη της ισχύος της ανανεώνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος.

2. Η ισχύουσα άδεια οδήγησης που εκδόθηκε με προγενέστερες διατάξεις μπορεί να αντικατασταθεί με αντίστοιχης κατηγορίας άδεια του άρθρου 94 του Κ.Ο.Κ. ως εξής:

α. Η Κατηγορία Α σε κατηγορία Α.

β. Η κατηγορία Β σε κατηγορία Β.

γ. Η κατηγορία Β για επαγγελματική χρήση σε κατηγορία Β για οδήγηση επιβατικού αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης.

δ. Η κατηγορία Γ σε κατηγορία Γ.

ε. Η κατηγορία Δ σε κατηγορία Δ.

στ. Η κατηγορία Ε σε Β+Ε και Γ+Ε αν η Ε είχε εκδοθεί για τη μεταφορά εμπορευμάτων.

ζ. Η κατηγορία Ε σε Β+Ε, Γ+Ε και Δ+Ε αν η Ε είχε εκδοθεί για μεταφορά επιβατών.

Αν ο χρόνος ισχύος της παλαιάς άδειας έχει λήξει, εκτός από τα δικαιολογητικά για τη μετατροπή (αντικατάσταση) υποβάλλονται και τα δικαιολογητικά της ανανέωσης μαζί με την παλαιά άδεια, η οποία φυλάσσεται στον οικείο φάκελλο.

3. Η αντικατάσταση που προβλέπεται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου γίνεται χωρίς ιατρική, θεωρητική και πρακτική εξέταση, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου αυτής.

Ο ενδιαφερόμενος για την αντικατάσταση της άδειας καταβάλλει στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ποσό χιλίων (1.000) δραχμών υπέρ του ειδικού λογαριασμού του Ν.Δ. 638/70. Το ποσό αυτό καταβάλλεται και σε κάθε περίπτωση αντικατάστασης άδειας οδήγησης που εκδόθηκε από ξένο κράτος ή στρατιωτική υπηρεσία ή υπηρεσία των σωμάτων ασφαλείας, σε αντίστοιχη ελληνική ή πολιτική άδεια.

4. Ειδικά για την αντικατάσταση άδειας οδήγησης λόγω απώλειας το καταβαλλόμενο ποσό ορίζεται κατά περίπτωση ως εξής:

α. Σε δέκα χιλιάδες (10.000) δραχμές για την περίπτωση έκδοσης πρώτου αντιγράφου.

β. Σε πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές για κάθε περίπτωση έκδοσης δεύτερου, τρίτου κ.λπ. αντιγράφου.

 

Άρθρο 15

Καταργούμενες διατάξεις

 

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος διατάγματος καταργούνται τα Προεδρικά Διατάγματα 255/84 (Α' 100), (58/89), (Α' 28), 46/85 (Α' 16), 90/87 (Α' 49) καθώς και οι κανονιστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σε εκτέλεση των διαταγμάτων αυτών.

 

Άρθρο 16

Παραρτήματα

 

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του παρόντος διατάγματος τα παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ, όπως αυτά δημοσιεύθηκαν μαζί με την οδηγία αυτή, στην ελληνική γλώσσα, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με αριθμό L 237/24.8.1991.

 

Άρθρο 17

 

Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει την 1η Ιουλίου 1996 εκτός της παρ. 14 του παραρτήματος ΙΙ του παρόντος, της οποίας η ισχύς αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος διατάγματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Διατάγματος ανατίθεται στον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών.

 

Αθήνα, 21 Ιανουαρίου 1995

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

 

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΟΥΡΑΣ