ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ

Αρ. Φύλλου 159

4 Αυγούστου 1999

 

ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑΥΠ' ΑΡΙΘ. 165

Για την τροποποίηση του Ν. 2246/94 (ΦΕΚ Α' 172), όπως εκάστοτε ισχύει σε συμμόρφωση α) προς την Οδηγία 97/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού και του Συμβουλίου για την διασύνδεση στο χώρο των τηλεπικοινωνιών προ­κειμένου να διασφαλιστεί καθολική υπηρεσία και δια­λειτουργικότητα, με εφαρμογή των αρχών παροχής ανοικτού δικτύου (ΟΝΡ) και β) σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/61/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου "Περί τροποποιήσεως της Οδη­γίας 97/33/ΕΚ σε ότι αφορά τη φορητότητα των αριθ­μών και την προεπιλογή φορέα".

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις α) του άρθρου 3 του Ν.1338/1983 "Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου" (Α' 34) όπως αντικα­ταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 1892/1990 " Για τον εκ­συγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις" (Α' 101), β) του άρθρου 4 του αυτού Ν. 1338/1983, όπως αντι­καταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 6 του Ν. 1440/1984 "Συμμετοχή της Ελλάδος στο κεφάλαιο, τα αποθεματικά και τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπε­ζας Επενδύσεων, στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινό­τητας Άνθρακος και Χάλυβος και του Οργανισμού Εφο­διασμού ΕΥΡΑΤΟΜ" (Α' 70) και τροποποιήθηκε με το άρ­θρο 19 του Ν.2367/1995 "Νέοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί και άλλες διατάξεις" (Α' 261).

2. Τις διατάξεις του δεύτερου άρθρου του Ν. 2077/1992 "Κύρωση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και των σχετικών πρωτοκόλλων και δηλώσεων που περιλαμ­βάνονται στην Τελική Πράξη" (Α' 136).

3. Τις διατάξεις του άρθρου 27 του Ν. 2081/1992 (Α' 70) με τον οποίο προστέθηκε το άρθρο 29Α του Ν. 1558/1985 και το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1, παράγρα­φος 2α του Ν. 2469/1997 (Α' 38).

4. Τις διατάξεις του Ν. 2246/94 (Α' 172) "Περί οργανώ­σεως και λειτουργίας του τομέα των τηλεπικοινωνιών", όπως εκάστοτε ισχύει.

5. Τη με αριθμ. 625/11.11.1998 απόφαση του Πρωθυ­πουργού και του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών "ανάθεση αρμοδιοτήτων του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών στον Υφυπουργό Μεταφορών και Επικοινω­νιών" ΦΕΚ 1179/Β/1998.

6. Ότι από την εφαρμογή του παρόντος Διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋ­πολογισμού.

7. Την αριθμ. 248/1999 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνι­κής Οικονομίας και Μεταφορών και Επικοινωνιών, απο­φασίζουμε:

Αρθρο1

( 'Άρθρο 1της οδηγίας 97/33/ ΕΚ)

Πεδίο Εφαρμογής- Σκοπός

Σκοπός του παρόντος Διατάγματος είναι:

α. η προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την Οδηγία 97/33/ΕΚ (Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Αριθμ. L 199/32 ) για τη διασφάλιση σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο, της ανοικτής και αποτελεσματικής διασύνδεσης δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δικτύων και ειδικότερα της διαλειτουργικότητας των τηλεπικοινωνια­κών υπηρεσιών προσιτών στο κοινό καθώς και της Καθο­λικής Υπηρεσίας (Κ.Υ) με την εφαρμογή των αρχών πα­ροχής ανοικτού δικτύου σε ανταγωνιστικό περιβάλλον και

β. η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 98/61/ΕΚ (Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Αριθμ. L 268/37) "περί τροποποιήσεως της Οδηγίας 97/33/ΕΚ σε ό,τι αφορά τη φορητότητα των αριθμών και την προεπιλογή φορέα".

Άρθρο 2.

(Άρθρο 2 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ )

Ορισμοί

1. Κατά την έννοια του παρόντος Διατάγματος ο ορι­σμός "Ειδικά Δικαιώματα" έχει ως ακολούθως:

"Ειδικά Δικαιώματα" : τα δικαιώματα που χορηγούνται σε περιορισμένο αριθμό αναδόχων από οποιοδήποτε νο­μοθετικό, κανονιστικό ή διοικητικό όργανο το οποίο εντός δεδομένης γεωγραφικής περιοχής:

- περιορίζει σε δύο ή περισσότερους τον αριθμό των σχετικών αναδόχων στους οποίους έχει χορηγηθεί ειδική άδεια να παρέχουν μία υπηρεσία ή να αναλαμβάνουν δρα­στηριότητα κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνον που ακολουθεί αντικειμενικά , αναλογικά και χωρίς διάκριση κριτήρια , ή

- ορίζει , κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνον που ακο­λουθεί αντικειμενικά , αναλογικά και χωρίς διάκριση κρι­τήρια , σχετικά με το ότι ορισμένοι ανταγωνιζόμενοι ανά­δοχοι έχουν άδεια για να παρέχουν υπηρεσία ή να ανα­λαμβάνουν δραστηριότητα ή

-παραχωρεί , κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνον που ακολουθεί αντικειμενικά, αναλογικά και χωρίς διάκριση κριτήρια, σε οποιοδήποτε ανάδοχο ή αναδόχους , νομικά ή ρυθμιστικά πλεονεκτήματα, τα οποία επηρεάζουν ου­σιαστικά τη δυνατότητα οποιασδήποτε άλλης επιχείρη­σης να παρέχει την ίδια υπηρεσία ή να αναλαμβάνει την ίδια δραστηριότητα, στην ίδια γεωγραφική περιοχή , υπό τις ίδιες ουσιαστικά προϋποθέσεις. .

2. Οι ορισμοί "Διασύνδεση", και "τηλεπικοινωνιακό δί­κτυο" που αναφέρονται στο Ν. 2246/94, όπως ισχύει, εφαρμόζονται ανάλογα με την περίπτωση και στο παρόν Διάταγμα.

3. Οι ορισμοί "Τηλεπικοινωνιακές Υπηρεσίες", "χρή­στες" και "Καθολική Υπηρεσία" που αναφέρονται στο Διάταγμα αριθμ. 156/99 "Για την τροποποίηση του Ν. 2246/ 94 (Α' 172) και του Διατάγματος 40/96 (Α' 276 )σε συμμόρφωση προς την οδηγία 97/51 /ΕΚ (Αρίθμ L 295/23) εφαρμόζονται ανάλογα με την περίπτωση και στο παρόν Διάταγμα.

4. "συνδρομητής": οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρό­σωπο που συνάπτει σύμβαση με το φορέα διαθέσιμων στο κοινό τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, με αντικείμενο την παροχή τέτοιων υπηρεσιών.

5. "γεωγραφικός αριθμός": αριθμός από το εθνικό σχέ­διο αριθμοδότησης, μέρος της ψηφιακής διάρθρωσης του οποίου φέρει γεωγραφική σημασία που χρησιμεύει στη δρομολόγηση κλήσεων προς την υλική θέση του σημείου απόληξης δικτύου του συνδρομητή στον οποίο έχει παραχωρηθεί ο αριθμός.

6. "Δημόσιο Τηλεπικοινωνιακό Δίκτυο" τηλεπικοινωνια­κό δίκτυο το οποίο χρησιμοποιείται , εν όλω ή εν μέρει για την παροχή δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών .

Άρθρο 3

('Άρθρο 3 της οδηγίας 97/33/ΕΚ )

Διασύνδεση σε Εθνικό και Κοινοτικό Επίπεδο .

1.Στο άρθρο τρίτο του Ν. 2246/94 όπως εκάστοτε ισχύει προστίθεται παρ. 12, η οποία έχει ως ακολούθως:

"12. Διασύνδεση σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο".

1. Επιτρέπεται σε Οργανισμούς που είναι κάτοχοι ειδι­κής αδείας για την παροχή δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων ή/και δημόσιων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να διαπραγματεύονται μεταξύ τους ή με άλλους Οργανι­σμούς, που είναι κάτοχοι αδείας σε άλλη χώρα της Ευρω­παϊκής 'Ένωσης, συμφωνίες διασύνδεσης σύμφωνα με την εθνική και κοινοτική νομοθεσία.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Δια­τάγματος και των κανόνων του ανταγωνισμού της Συνθή­κης, οι εμπορικές και τεχνικές ρυθμίσεις διασύνδεσης αποτελούν αντικείμενο των συμφωνιών αυτών.

2. Στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών για την επαρκή και αποτελε­σματική διασύνδεση των δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δι­κτύων που προσδιορίζονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 του πα­ρόντος Διατάγματος ώστε να εξασφαλίζεται η διαλει­τουργικότητα των σχετικών δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών για όλους τους χρήστες εντός, της Ευρωπαϊ­κής 'Ενωσης εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 9 παρ. 7 του παρόντος.

3. Οι Οργανισμοί που διασυνδέουν τον εξοπλισμό τους με δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοινω­νιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό υποχρεούνται να σέβονται πάντα τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληρο­φοριών που διαβιβάζονται ή αποθηκεύονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί απορρήτου των επικοινωνιών, της προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τις διατάξεις της Οδηγίας 97/66/ΕΚ (Αριθμ. L24/1).

Άρθρο 4

(Άρθρο 4 της Οδηγίας 97/33/ ΕΚ)

Στο άρθρο τρίτο του Ν. 2246/94, όπως ισχύει, προστί­θεται παρ. 13 η οποία έχει ως ακολούθως:

"13" Δικαιώματα και υποχρεώσεις όσον αφορά την δια­σύνδεση.

1. Οι οργανισμοί οι οποίοι προσδιορίζονται από το Πα­ράρτημα ΙΙ του παρόντος Διατάγματος και στους οποίους έχει χορηγηθεί ειδική άδεια για παροχή δημόσιων τηλεπι­κοινωνιακών δικτύων ή/και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών διαθέσιμων στο κοινό, έχουν το δικαίωμα, και όταν ζητεί­ται από οργανισμούς της κατηγορίας αυτής, την υποχρέ­ωση, να διαπραγματεύονται τη μεταξύ τους διασύνδεση για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών προκειμένου να εξασφαλίζεται η παροχή των δημόσιων τηλεπικοινωνια­κών δικτύων ή/και δημόσιων τηλεπικοινωνιακών υπηρε­σιών στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας σε όλους τους χρήστες σε κοινοτικό επίπεδο.

2. Κατά περίπτωση με Απόφαση του Υπουργού Μετα­φορών και Επικοινωνιών κατόπιν εισηγήσεως της ΕΕΤΤ περιορίζεται προσωρινά η υποχρέωση διασύνδεσης ενός Οργανισμού υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν βιώσιμες εναλλακτικές τεχνικές και εμπορικές λύσεις στην αιτού­μενη διασύνδεση και εφόσον η αιτούμενη διασύνδεση δεν είναι σκόπιμη , σε σχέση με τους διαθέσιμους πόρους για την πραγματοποίησή της. Η σχετική απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών είναι πλήρως αι­τιολογημένη και δημοσιεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 14 του παρόντος Διατάγματος.

3. Οι Οργανισμοί που είναι κάτοχοι ειδικής αδείας για την παροχή δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων ή/και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών διαθέσιμων στο κοινό, όπως αυτές προσδιορίζονται στις διατάξεις του Παραρτήματος 1 του παρόντος Διατάγματος και έχουν σημαντι­κή ισχύ στην αγορά, πρέπει να ικανοποιούν όλα τα εύλο­γα αιτήματα για πρόσβαση στο δημόσιο τηλεπικοινωνια­κό δίκτυο συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε διαφορετικά σημεία από τα τερματικά σημεία του δημό­σιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου που παρέχονται στις εγκαταστάσεις των τελικών χρηστών.

4.'Ενας Οργανισμός θεωρείται με στοιχεία της ΕΕΤΤ ότι έχει σημαντική ισχύ στην αγορά όταν διαθέτει μερίδιο άνω του 25% σε συγκεκριμένη τηλεπικοινωνιακή αγορά στη γεωγραφική περιοχή στην οποία εστιάζονται, σύμ­φωνα με την ειδική άδειά του οι κύριες δραστηριότητές του.

5. Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοι­νωνιών κατόπιν εισηγήσεως της ΕΕΤΤ ορίζεται ότι:

·        Ένας οργανισμός έχει σημαντική ισχύ στην αγορά, έστω και αν διαθέτει μερίδιο κάτω του 25%, ή

·        Ένας οργανισμός, που διαθέτει μερίδιο άνω του 25%, δεν έχει σημαντική ισχύ στην αγορά.

Για τον καθορισμό αυτό λαμβάνονται υπόψη: η δυνατό­τητα ενός οργανισμού να επηρεάζει τις συνθήκες της συ­γκεκριμένης τηλεπικοινωνιακής αγοράς, ο κύκλος εργα­σιών του σε σχέση με το μέγεθος της αγοράς αυτής, ο έλεγχος που ασκεί στα μέσα πρόσβασης στους τελικούς χρήστες, η πρόσβασή του σε χρηματοδοτικούς πόρους και η πείρα του στην παροχή προϊόντων και υπηρεσιών στην αγορά αυτή.

 

Άρθρο 5

(Άρθρο 5 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Στο άρθρο τρίτο του Ν. 2246/94, όπως ισχύει, προστί­θεται παρ. 14, η οποία έχει ως ακολούθως:

"14" Καθολική Υπηρεσία - Διασύνδεση και Εισφορές

Η Καθολική Υπηρεσία (ΚΥ) συνίσταται από ένα στοιχει­ώδες σύνολο ποιοτικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών παρεχόμενων στο κοινό ανεξάρτητα από την γεωγραφική του θέση και ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, σε προσι­τή τιμή.

2. Ως καθολικές τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες παρεχό­μενες στο κοινό καθορίζονται:

Α) Η πρόσβαση στο σταθερό δημόσιο τηλεφωνικό δί­κτυο, το οποίο μπορεί να στηρίξει:

·        Φωνητική τηλεφωνία (συμπεριλαμβανομένων εθνικών και διεθνών κλήσεων)

·        επικοινωνίες τηλεομοιοτυπίας ομάδας Ι, σύμφωνα με τις Συστάσεις της ITU-Τ στη "σειρά Τ".

·        Μετάδοση δεδομένων φωνητικής ζώνης μέσω δι­αποδιαμορφωτών με ταχύτητα τουλάχιστον 9600 bps (σύμφωνα με τις Συστάσεις της ITU-Τ-στη σειρά V)

Β) Υπηρεσίες τηλεφωνητή

Γ) Υπηρεσία πληροφοριών τηλεφωνικού καταλόγου

Δ) Κατάλογοι συνδρομητών σε έντυπη ή/και ηλεκτρονι­κή μορφή

Ε) Κοινόχρηστα τηλέφωνα

Στ) Δωρεάν πρόσβαση σε υπηρεσίες εκτάκτου ανάγκης "112".

3. Ο Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών της Ελλάδος (ΟΤΕ ΑΕ) είναι υπόχρεος παροχής Καθολικής Υπηρεσίας για το σύνολο της Ελληνικής επικράτειας μέχρι την ημερομηνία πλήρους απελευθέρωσης της φωνητικής τηλεφωνίας.

4. Όταν η παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας αποτελεί υπερβολική επιβάρυνση για τον φορέα παροχής αυτής κα­θορίζεται, με αιτιολογημένη Απόφαση του Υπουργού Με­ταφορών και Επικοινωνιών, κατόπιν εισηγήσεως της ΕΕΤΤ, διαδικασία επιμερισμού του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων της καθολικής υπηρεσίας με άλλους οργα­νισμούς που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και υπηρεσίες παροχής φωνητικής τηλεφωνίας στο κοι­νό λαμβάνοντας υπόψη το τυχόν όφελος της αγοράς το οποίο αποκομίζει ο φορέας παροχής της Καθολικής Υπη­ρεσίας. Μόνο δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και δη­μόσιες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες που προσδιορίζονται στο παράρτημα Ι, Μέρος 1 του παρόντος διατάγματος μπορούν να χρηματοδοτούνται κατ' αυτόν τον τρόπο. Για τον καθορισμό των εισφορών εκ μέρους των ανωτέ­ρω οργανισμών λαμβάνονται υπόψη οι αρχές της διαφά­νειας, της αμεροληψίας και της αναλογικότητας. Από την παραπάνω διαδικασία μπορούν να χρηματοδοτηθούν μό­νο τα ειδικά δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και οι δη­μόσιες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι του παρόντος Διατάγματος. Οι αρχές επιμερισμού του καθαρού κόστους και οι λεπτομέρειες της διαδικασίας επιμερισμού του διατίθενται από την ΕΕΤΤ σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 14 του παρό­ντος Διατάγματος.

5. Ο διαχειριστής των εν λόγω εισφορών καθορίζεται στην προαναφερόμενη διαδικασία και είναι ανεξάρτητος από τους δικαιούχους . Οι εισφορές αυτές μπορούν να λαμβάνουν και τη μορφή συμπληρωματικού τέλους στο τέλος διασύνδεσης.

6. Ο φορέας παροχής της ΚΥ, κατόπιν αιτήσεως της ΕΕΤ, υπολογίζεται καθαρό κόστος των υποχρεώσεων πα­ροχής της Καθολικής Υπηρεσίας σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος Διατάγματος. Ο εν λόγω υπολογισμός ελέγχεται από την ΕΕΤΤ, τα δε αποτελέσματα αυτού καθώς και τα πορίσματα του λογιστικού ελέγχου κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγρ. 2 του παρόντος Διατάγματος.

7. Η ΕΕΤΤ δημοσιεύει ετησίως έκθεση στην οποία ανα­φέρονται το υπολογιζόμενο κόστος των υποχρεώσεων της καθολικής υπηρεσίας και οι τυχόν εισφορές των συ μετεχόντων σ' αυτό οργανισμών.

8 Στην περίπτωση καταβολής τελών από διασυνδεόμε­νο οργανισμό στον φορέα παροχής της ΚΥ, πριν από τη διαδικασία της παραγρ. 4 του παρόντος, τα οποία περι­λαμβάνουν ή υποκαθιστούν εισφορά στο κόστος υποχρε­ώσεων της Καθολικής Υπηρεσίας γνωστοποιούνται πριν την εφαρμογή τους στην ΕΕΤΤ.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 15 του παρόντος Διατάγματος εφόσον η ΕΕΤΤ διαπιστώσει αυ­τεπαγγέλτως ή με αιτιολογημένη αίτηση ενδιαφερομένου οργανισμού, ότι τα επιβαλλόμενα τέλη είναι υπερβολικά, επιβάλλει με αιτιολογημένη απόφασή της στον φορέα πα­ροχής ΚΥ την υποχρέωση μειώσεως των σχετικών τελών αναδρομικά από την ημερομηνία εφαρμογής τους αλλά όχι πριν την 1/1/98

Άρθρο 6

(Άρθρο 6 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Αμεροληψία και Διαφάνεια

1. Οι Οργανισμοί που έχουν σημαντική ισχύ στην αγορά σε ότι αφορά στη διασύνδεση των δημοσίων τηλεπικοι­νωνιακών δικτύων ή/και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, όπως αυτές ορίζονται από τις διατάξεις του Παραρτήματος Ι του παρόντος Διατάγματος, υποχρεούνται να:

- τηρούν την αρχή της αμεροληψίας όσον αφορά τη διασύνδεση που προσφέρεται σε τρίτους,

- εφαρμόζουν παρόμοιους όρους σε παρόμοιες περι­στάσεις προς τους διασυνδεόμενους οργανισμούς οι οποίοι παρέχουν παρόμοιες υπηρεσίες,

- παρέχουν διευκολύνσεις και πληροφορίες σχετικά με τη διασύνδεση σε τρίτους, με τους ίδιους όρους και την ίδια ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν για τις δικές τους υπηρεσίες ή για τις υπηρεσίες των θυγατρικών τους εταιρειών ή των εταίρων τους.

2. Επίσης ανακοινώνουν στην ΕΕΤΤ και διαθέτουν στους Οργανισμούς που εξετάζουν το ενδεχόμενο δια­σύνδεσης, τις απαιτούμενες πληροφορίες και προδια­γραφές προκειμένου να διευκολυνθεί η σύναψη συμφω­νιών διασύνδεσης. Οι παρεχόμενες πληροφορίες θα πρέ­πει να περιλαμβάνουν τις προγραμματιζόμενες μεταβολές έξι μήνες πριν από την υλοποίησή τους.

3. Κάθε συμφωνία διασύνδεσης ανακοινώνεται στην ΕΕΤΤ με ευθύνη της οποίας διατίθεται, έπειτα από σχετι­κή αίτηση, στους ενδιαφερόμενους, σύμφωνα με την πα­ράγραφο 2 του άρθρου 14, του παρόντος Διατάγματος, εξαιρουμένων των τμημάτων που αφορούν την εμπορική στρατηγική των συμβαλλόμενων. Σε κάθε περίπτωση, διατίθενται σε ενδιαφερομένους, έπειτα από σχετική αί­τηση τους λεπτομέρειες για τα τέλη, τους όρους και τις προϋποθέσεις διασύνδεσης και τις τυχόν εισφορές για τις υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας.

4. Ο οργανισμός που επιδιώκει διασύνδεση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, χρησιμοποιεί τις πληροφορίες τις οποίες λαμβάνει μόνο για τον σκοπό για τον οποίο παρασχέθηκαν και δεν πρέπει να τις παρέχει σε άλλες υπηρεσίες, σε θυγατρικές του εταιρείες ή σε εταί­ρους, στους οποίους οι πληροφορίες αυτές θα παρείχαν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Άρθρο 7

(Άρθρο 7 της οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Αρχές που διέπουν τα τέλη διασύνδεσης και τα συστήματα κοστολόγησης

1. Στην παράγραφο 9 του άρθρου τρίτου του Ν. 2246/94 όπως εκάστοτε ισχύει προστίθεται εδ. "ΣΤ" το οποίο έχει ως ακολούθως:

"ΣΤ" . α. Οι Οργανισμοί που παρέχουν δημόσια τηλεπι­κοινωνιακά δίκτυα ή και δημόσιες τηλεπικοινωνιακές υπη­ρεσίες αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρη 1,2, και 3 και έχουν κοινοποιηθεί, ως έχοντες σημαντική ισχύ στην αγο­ρά οφείλουν, να εφαρμόζουν τέλη διασύνδεσης που ακο­λουθούν τις αρχές της διαφάνειας και του προσανατολι­σμού στο κόστος . Ο Οργανισμός ο οποίος παρέχει δια­σύνδεση οφείλει να αποδεικνύει ότι τα τέλη υπολογίζονται βάσει του πραγματικού κόστους , συμπεριλαμβανομένου ενός λογικού ποσοστού απόδοσης της επένδυσης. Η ΕΕΤΤ μπορεί να ζητά από τους οργανισμούς να αιτιολογούν πλήρως τα τέλη διασύνδεσης που επιβάλλουν και όπου απαιτείται να απαιτεί την προσαρμογή αυτών.

β. Οι οργανισμοί που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινω­νιακά δίκτυα ή /και δημόσιες τηλεπικοινωνιακές υπηρε­σίες αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρη 1 και2 και έχουν κοινοποιηθεί ως έχοντες σημαντική θέση στην αγορά οφείλουν να καταρτίζουν υπόδειγμα προσφοράς διασύν­δεσης το οποίο δημοσιεύουν στην Εφημερίδα της Κυβερ­νήσεως και το οποίο περιλαμβάνει την περιγραφή των προσφορών διασύνδεσης οι οποίες έχουν αναλυθεί ανά στοιχείο και ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς, και τους συναφείς όρους και προϋποθέσεις συμπεριλαμβανομέ­νων των τιμών. Για την έκδοση του υποδείγματος προ­σφοράς διασύνδεσης λαμβάνονται υπόψη τα αναφερό­μενα στο Παράρτημα IV του παρόντος Διατάγματος. Το εν λόγω υπόδειγμα κοινοποιείται στην ΕΕΤΤ, η οποία φροντίζει για τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, παρ. 1 του παρόντος Διατάγματος και όπου δικαιολογείται δύναται να επιβάλλει αλλαγές στο υπόδειγμα προσφοράς διασύνδεσης. Οι αλλαγές αυτές ισχύουν αναδρομικά από την ημερομηνία που επήλθε η αλλαγή.

γ. Οι Οργανισμοί διαφορετικών κατηγοριών, που επι­τρέπεται να παρέχουν τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και τη­λεπικοινωνιακές υπηρεσίες δύναται να καθορίζουν δια­φορετικά τέλη, όρους και προϋποθέσεις διασύνδεσης , υπό την προϋπόθεση ότι τα τέλη είναι δυνατό να αιτιολο­γηθούν αντικειμενικά, βάσει του παρεχόμενου τύπου δια­σύνδεσης ή/ και των σχετικών όρων και προϋποθέσεων χορηγήσεως των αδειών.

Η ΕΕΤΤ εξετάζει εάν οι διαφοροποιήσεις αυτές οδη­γούν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού και ειδικότερα, εάν ο οργανισμός εφαρμόζει τις κατάλληλες τιμές, τους όρους και τις προϋποθέσεις διασύνδεσης, όταν παρέχει διασύνδεση για τις δημόσιες τηλεπικοινωνιακές υπηρε­σίες του ιδίου ή των θυγατρικών του εταιρειών ή των εταί­ρων του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6, του παρόντος Διατάγματος.

δ. Τα τέλη διασύνδεσης πρέπει να είναι επαρκώς δια­χωρισμένα, ώστε ο αιτών την διασύνδεση να μην αναγκά­ζεται να πληρώνει επιβαρύνσεις οι οποίες δεν αφορούν άμεσα την αιτούμενη υπηρεσία.

ε. Η ΕΕΤΤ ελέγχει ότι τα συστήματα κοστολόγησης που χρησιμοποιούνται από τους ενδιαφερόμενους οργανι­σμούς, είναι κατάλληλα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, και τεκμηριώνονται βάσει των αναφερομένων στο Παράρτημα V του παρόντος Διατάγ­ματος (ή και στις Συστάσεις που εκδίδονται από την Επι­τροπή σχετικά με τα συστήματα κοστολόγησης και το λο­γιστικό διαχωρισμό σε σχέση με τη διασύνδεση). Σε περί­πτωση που κρίνει ότι αυτά δεν ικανοποιούν τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος, τότε οι ενδιαφερόμενοι να διασυνδεθούν με τον εν λόγω οργανισμό μπορούν να απαιτήσουν τη διαπραγμάτευση νέων τελών.

στ. Η ΕΕΤΤ διαθέτει στους ενδιαφερόμενους οργανι­σμούς, έπειτα από σχετική αίτησή τους, την περιγραφή του συστήματος κοστολόγησης , στην οποία αναφέρονται οι βασικές κατηγορίες στις οποίες κατατάσσονται οι διάφορες μορφές κόστους και οι κανόνες για την κατανο­μή του κόστους διασύνδεσης. Η τήρηση του συστήματος κοστολόγησης ελέγχεται από την ΕΕΤΤ η οποία δημοσι­εύει ετησίως δήλωση σχετικά με την τήρηση αυτού.

ζ. Τα τέλη που αφορούν τον καταμερισμό του κόστους των υποχρεώσεων της Καθολικής Υπηρεσίας είναι διαχω­ρισμένα και αναφέρονται ξεχωριστά.

Άρθρο 8

(Άρθρο 8 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Λογιστικός διαχωρισμός και οικονομικές εκθέσεις

1. Οι οργανισμοί που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινω­νιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες διαθέσι­μες στο κοινό και οι οποίοι έχουν ειδικά ή αποκλειστικά δι­καιώματα παροχής υπηρεσιών σε άλλους τομείς, εκτός του τηλεπικοινωνιακού, στην ελληνική επικράτεια ή σε άλ­λο κράτος μέλος, υποχρεούνται :

- να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς για τις τηλεπι­κοινωνιακές δραστηριότητες, ωσάν οι εν λόγω τηλεπικοι­νωνιακές δραστηριότητες διεξάγονταν από νομικώς ανε­ξάρτητες εταιρείες, ώστε να εντοπίζονται όλα τα στοιχεία κόστους και εσόδων και να αναφέρουν τη βάση και τις λε­πτομερείς μεθόδους υπολογισμού τους που σχετίζονται

με τις τηλεπικοινωνιακές δραστηριότητές τους, στις οποί­ες συμπεριλαμβάνεται η αναλυτική κατανομή του πάγιου και διαρθρωτικού κόστους, ή

- να διαχωρίζουν διαρθρωτικά τις τηλεπικοινωνιακές τους δραστηριότητες.

2. Οι οργανισμοί αυτοί μπορούν να μην εφαρμόζουν τις ανωτέρω απαιτήσεις όταν ο ετήσιος συνολικός κύκλος εργασιών των τηλεπικοινωνιακών δραστηριοτήτων τους σε κοινοτικό επίπεδο είναι μικρότερο από 50 εκατ. Ευρώ.

3. Οι οργανισμοί οι οποίοι παρέχουν δημόσια τηλεπικοι­νωνιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες δια­θέσιμες στο κοινό, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις διατάξεις του Παραρτήματος Ι (μέρη 1 και 2) του παρόντος Διατάγματος, ή και σε χρήστες, έχουν καθορισθεί ότι έχουν σημαντική ισχύ στην αγορά, και προσφέρουν υπηρεσίες διασύνδεσης σε άλλους οργανισμούς, υποχρεούνται να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς, αφ' ενός για τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τη διασύνδεση - καλύπτοντας τις υπηρεσίες διασύνδεσης που παρέχονται εσωτερικά και τις υπηρεσίες διασύνδεσης που παρέχονται σε τρίτους - και, αφ' ετέρου για άλλες δραστηριότητες, ώστε να εντοπίζονται όλα τα στοιχεία κόστους και εσόδων και να αναφέρουν τη βάση και τις λεπτομερείς μεθόδους του υπολογισμού τους, που έχουν σχέση με τη δραστηριότητα διασύνδεσης, συμπεριλαμβανομένης της αναλυτικής κατανομής του πάγιου και διαρθρωτικού κόστους.

4..Οι οργανισμοί αυτοί δύνανται να μην εφαρμόζουν τις ανωτέρω απαιτήσεις όταν ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους όσον αφορά τις τηλεπικοινωνιακές δραστηριότητές τους σε κοινοτικό επίπεδο δεν υπερβαίνει τα 20 εκατ. Ευρώ.

5. Οι οργανισμοί που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό, παρέχουν άμεσα στην ΕΕΤΤ., έπειτα από αίτησή της, τα οικονομικά στοιχεία που έχουν σχέση με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου.

Η ΕΕΤΤ, λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς του εμπορικού απορρήτόυ, μπορεί να δημοσιεύει τις πληρο­φορίες για τους παραπάνω οργανισμούς που συμβάλουν στην ανοικτή και ανταγωνιστική αγορά.

6. Οι οικονομικές εκθέσεις των οργανισμών που παρέ­χουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοι­νωνιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό, υποβάλλονται σε ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο και δημοσιεύονται σύμ­φωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

Η υποχρέωση αυτή ισχύει και για τις περιπτώσεις χωρι­στών λογαριασμών που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 9

(Άρθρο 9 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Γενικές υποχρεώσεις του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και της ΕΕΤΤ όσον αφορά τη διασύνδεση

1. Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών και η ΕΕΤΤ, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους, μεριμνούν για την κατάλληλη διασύνδεση μεταξύ των οργανισμών, ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη οικονομική απόδοση και να παρέχεται το μέγιστο όφελος στους τελικούς χρήστες. Ειδικότερα, λαμβάνονται υπόψη:

α. Η ανάγκη εξασφάλισης ικανοποιητικών διατερματικών επικοινωνιών για τους χρήστες.

β. Η ανάγκη τόνωσης της ανταγωνιστικής αγοράς.

γ. Η ανάγκη να διασφαλισθεί η δίκαιη και σωστή ανά­πτυξη μίας εναρμονισμένης ευρωπαϊκής αγοράς τηλεπι­κοινωνιών.

δ. Η ανάγκη συνεργασίας με τις εθνικές ρυθμιστικές αρ­χές άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής'Ενωσης.

ε. Η ανάγκη να προωθηθεί η εγκατάσταση και η ανά­πτυξη διευρωπαϊκών δικτύων και υπηρεσιών, η διασύνδε­ση μεταξύ εθνικών δικτύων και η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών και η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά τα δί­κτυα και τις υπηρεσίες.

στ. Οι αρχές της αμεροληψίας (συμπεριλαμβανομένης της ισότιμης πρόσβασης) και της αναλογικότητας.

ζ. Η ανάγκη διατήρησης και ανάπτυξης της καθολικής υπηρεσίας.

2. Η ΕΕΤΤ δύναται να καθορίζει εκ των προτέρων και να δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως γενικούς όρους των συμφωνιών διασύνδεσης μεταξύ των οργανι­σμών, που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ του παρόντος Διατάγματος. Οι όροι αυτοί αφορούν στο πλαίσιο για τις διαπραγματεύσεις συμφωνιών διασύνδεσης σύμφωνα με το Παράρτημα VII μέρη 1 και 2 του παρόντος Διατάγμα­τος.

3. Η ΕΕΤΤ δύναται αυτεπαγγέλτως, ανά πάσα στιγμή, ή κατόπιν αιτήσεως των συμβαλλομένων να παρεμβαίνει καθορίζοντας θέματα που πρέπει να περιλαμβάνουν οι συμφωνίες διασύνδεσης ή επιβάλλει ειδικούς όρους που πρέπει να τηρούνται από τα συμβαλλόμενα μέρη των συμ­φωνιών αυτών. Οι όροι αυτοί μπορούν να περιλαμβάνουν , μεταξύ άλλων όρους που αποβλέπουν στην εξασφάλιση αποτελεσματικού ανταγωνισμού, τεχνικούς όρους , τέλη, όρους προσφοράς και χρήσης , συμμόρφωση προς σχε­τικά πρότυπα και βασικές απαιτήσεις, προστασία του πε­ριβάλλοντος ή/και διατήρηση της ποιότητας της υπηρε­σίας.

4. Επίσης με πρωτοβουλία της ΕΕΤΤ ή κατόπιν αιτήσε­ως οποιουδήποτε των συμβαλλομένων καθορίζεται το χρονοδιάγραμμα εντός του οποίου πρέπει να ολοκληρώ­νονται οι διαδικασίες σύναψης συμφωνιών διασύνδεσης που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Οι διαδι­κασίες αυτές κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 14, παρ.2 του παρόντος Διατάγματος και εφαρμόζεται η δια­δικασία της παρ. 7 του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία εντός τριών μηνών, η ΕΕΤΤ λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την επίτευξη συμφω­νίας ακολουθώντας διαδικασίες οι οποίες έχουν καθορι­σθεί από αυτήν.

5. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όπου δικαιολογείται, η ΕΕΤΤ μπορεί :

-να απαιτήσει αλλαγές σε συμφωνίες διασύνδεσης που έχουν ήδη συναφθεί, προκειμένου να εξασφαλίζεται ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός ή/ και η διαλειτουργικό­τητα των παρεχομένων υπηρεσιών για τους χρήστες .

6. Όταν ένας οργανισμός που διαθέτει ειδική άδεια για να παρέχει δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή τηλεπικοι­νωνιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό συνάπτει συμ­φωνία διασύνδεσης με τρίτους, η ΕΕΤΤ έχει το δικαίωμα να επιθεωρεί όλες τις σχετικές συμφωνίες διασύνδεσης του οργανισμού στο σύνολό τους.

7. Σε περίπτωση που προκύψει διαφορά σε ζητήματα που αφορούν τη διασύνδεση μεταξύ οργανισμών, η ΕΕΤΤ, έπειτα από αίτηση ενός εκ των ενδιαφερομένων μερών προβαίνει στην επίλυση της διαφοράς εξασφαλίζο­ντας την ισορροπία των εννόμων συμφερόντων των δύο οργανισμών. Κατά τη διαδικασία της επίλυσης η ΕΕΤΤ λαμβάνει υπόψη της μεταξύ των άλλων:

α. Το συμφέρον των χρηστών .

β. Τις ρυθμιστικές υποχρεώσεις ή τους περιορισμούς που επιβάλλονται σε οποιοδήποτε από τα μέρη.

γ. Το επιθυμητό της τόνωσης καινοτόμων προσφορών στην αγορά , και της παροχής στους χρήστες ευρέως φά­σματος δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σε εθνι­κό και σε κοινοτικό επίπεδο.

δ. Την ύπαρξη τεχνικώς και εμπορικώς βιώσιμων εναλ­λακτικών λύσεων στην αιτούμενη διασύνδεση.

ε. Το επιθυμητό της διασφάλισης των ρυθμίσεων για ίση πρόσβαση.

στ. Την ανάγκη διατήρησης της ακεραιότητας του δη­μόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου και της διαλειτουργι­κότητας των δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

ζ. Τη φύση του αιτήματος σε σχέση με τους διαθέσι­μους για την ικανοποίηση του αιτήματος πόρους.

η. Τη σχετική θέση των μερών στην αγορά.

θ. Το δημόσιο συμφέρον (π.χ. την προστασία του περι­βάλλοντος).

ι. Την προαγωγή του ανταγωνισμού.

ια. Την ανάγκη διατήρησης της καθολικής υπηρεσίας. Εάν κατά τη διαδικασία αυτή δεν ευρεθεί κοινά αποδεκτή συμβιβαστική λύση στη διαφορά, τότε η ΕΕΤΤ απο­φασίζει επ' αυτής. Η απόφαση αυτή της ΕΕΤΤ εκδίδεται το αργότερο εντός έξη μηνών από της υποβολής της αίτη­σης. Η εφαρμογή της απόφασης αυτής είναι δεσμευτική και η μη τήρηση της συνεπάγεται την επιβολή κυρώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου τέταρ­του του Ν. 2246/94 όπως ισχύει.

8. Η σχετική απόφαση της ΕΕΤΤ κοινοποιείται στους εν­διαφερομένους σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και περιλαμβάνει την πλήρη έκθεση των λό­γων επί των οποίων βασίσθηκε.

9. Επίσης η ΕΕΤΤ δύναται να απαιτήσει από τους Οργα­νισμούς που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και δημόσιες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες να διασυν­δέουν τις εγκαταστάσεις τους και όπου είναι σκόπιμο κα­θορίζει όρους διασύνδεσης τηρώντας την αρχή της ανα­λογικότητας και το συμφέρον των χρηστών προκειμένου να προστατευθούν ουσιώδη δημόσια συμφέροντα.

'Άρθρο 10

('Άρθρο 10 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Βασικές απαιτήσεις

1. Για τους σκοπούς του παρόντος Διατάγματος και με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου. Ζ' της παρα­γράφου 4 του άρθρου πρώτου του Ν. 2246/94 όπως αντι­καταστάθηκε από το άρθρο 3 του Προεδρικού Διατάγμα­τος 156/99 (Α' 153) και της παραγράφου 3α του άρθρου τρίτου του ιδίου νόμου όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 4 του προαναφερόμενου Διατάγματος, οι συμφωνίες δια­σύνδεσης μεταξύ οργανισμών, που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και δημόσιες τηλεπικοινωνια­κές υπηρεσίες περιέχουν όρους σύμφωνα με τις βασικές απαιτήσεις οι οποίοι δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρ­θρο 14 παράγραφος 1 του παρόντος Διατάγματος.

Οι βασικές απαιτήσεις αφορούν:

α. Στην ασφάλεια των λειτουργιών του δικτύου προκει­μένου να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα των δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δικτύων και των δημοσίων τηλεπικοι­νωνιακών υπηρεσιών σε περίπτωση καταστροφικής βλά­βης του δικτύου ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανωτέρας βίας όπως ακραίες καιρικές συνθήκες, σεισμοί πλημμύ­ρες κεραυνοί ή πυρκαγιές. Στις ανωτέρω περιστάσεις οι τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί καταβάλλουν κάθε προ­σπάθεια για να διατηρείται η παρεχόμενη υπηρεσία στο ανώτατο δυνατό επίπεδο ώστε να αντιμετωπίζονται τυχόν προτεραιότητες που έχει θέσει το Κράτος σ αυτές ειδικά τις περιστάσεις.

Η ανάγκη τήρησης της υποχρέωσης αυτής από τους οργανισμούς δεν αποτελεί θεμιτό λόγο αρνήσεως της διαπραγμάτευσης των όρων διασύνδεσής τους.

β. Στη διατήρηση της ακεραιότητας των δημοσίων τη­λεπικοινωνιακών δικτύων, η οποία δεν αποτελεί θεμιτό λό­γο άρνησης για διαπραγμάτευση των όρων διασύνδεσης μεταξύ των οργανισμών. Οι όροι διασύνδεσης μεταξύ των οργανισμών που αφορούν την προστασία της ακεραιότη­τας του τηλεπικοινωνιακού δικτύου είναι αναλογικοί , αμε­ρόληπτοι και βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που κα­θορίζονται εκ των προτέρων.

γ. Στη διαλειτουργικότητα των δημοσίων τηλεπικοινω­νιακών υπηρεσιών και στη διασφάλιση ικανοποιητικής διατερματικής ποιότητας - με την εφαρμογή ειδικών τε­χνικών προτύπων ή προδιαγραφών ή κωδίκων δεοντολο­γίας που έχουν ευρεία αποδοχή από παράγοντες της αγο­ράς.

δ. Στην προστασία δεδομένων σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και τις διατάξεις της Οδηγίας 97/66/ΕΚ (Αριθμ. L 24/1) περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τη­λεπικοινωνιακό τομέα.

ε. Η ΕΕΤΤ εξασφαλίζει ότι οι όροι διασύνδεσης σχετικά με την ασφάλεια των δημοσίων τηλεπικοινωνιακών δι­κτύων από τον κίνδυνο ατυχημάτων και τη διατήρηση της ακεραιότητας αυτών, είναι αναλογικοί, αμερόληπτοι και βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που καθορίζονται εκ των προτέρων.

'Άρθρο 11

('Άρθρο 11 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Συνεγκατάσταση και από κοινού χρήση διευκολύνσεων)

1. Επιτρέπεται η σύναψη εμπορικών και τεχνικών συμ­φωνιών για την από κοινού χρήση εξοπλισμού ή/ και ακι­νήτων μεταξύ ενός οργανισμού:

- που παρέχει δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό και έχει το δικαίωμα σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας να εγκαθιστά εξοπλισμούς επί υπεράνω ή υποκάτω της δημόσιας ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας ή απολαμ­βάνει δικαιώματος απαλλοτρίωσης ή χρήσης ακινήτων και ενός άλλου οργανισμού που παρέχει δημόσια τηλεπι­κοινωνιακά δίκτυα ή/και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου οι βασικές απαιτήσεις στερούν από τον οργανισμό αυτό την πρόσβαση σε βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις.

2. Για την επίλυση τυχόν αναφυομένων διαφορών που προκύπτουν από τη διαδικασία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 9, παρ 7 του παρόντος Διατάγματος.

Άρθρο 12

(Άρθρο 12της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Αριθμοδότηση 1. Η ΕΕΤΤ εκχωρεί έγκαιρα ατομικούς ή/και σύνολα

αριθμών κατά τρόπο αντικειμενικό, διαφανή, αμερόληπτο σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο Αριθμοδότησης προ­κειμένου να εξασφαλίζεται αποτελεσματικός ανταγωνι­σμός.

2. Η ΕΕΤΤ μπορεί να καθορίζει όρους για τη χρήση ορι­σμένων προθεμάτων ή ορισμένων βραχέων κωδικών, ιδίως σε περιπτώσεις όπου αυτοί χρησιμοποιούνται για υπηρεσίες γενικού δημόσιου συμφέροντος (π.χ. υπηρε­σίες αριθμών ατελούς κλήσεως, υπηρεσίες πληροφοριών με χρέωση του καλούντος, υπηρεσίες τηλεφωνικού κατα­λόγου , υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης), ή προκειμένου να εξασφαλίζεται ίση πρόσβαση.

3. Επιτρέπεται η φορητότητα του αριθμού ή των αριθ­μών από τον οργανισμό ώστε οι συνδρομητές να μπορούν να διατηρούν τον ή τους αριθμούς τους στο σταθερό δη­μόσιο τηλεφωνικό δίκτυο και στο Ψηφιακό Δίκτυο Ενω­ποιημένων Υπηρεσιών (ISDN) ανεξάρτητα από τον οργα­νισμό που παρέχει τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στην μεν περίπτωση γεωγραφικών αριθμών σε συγκεκριμένη θέση στη δε περίπτωση άλλων αριθμών πλην των γεω­γραφικών σε οποιαδήποτε θέση. Η διευκόλυνση αυτή θα είναι διαθέσιμη το αργότερο την 1/1/2003

Τα τέλη που καταβάλλονται για την διευκόλυνση αυτή είναι λογικά και καθορίζονται εκ μέρους των Οργανισμών, βάσει λογικής τιμολόγησης της διασύνδεσης με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παρ.7 του άρθρου 9.

4. Η ΕΕΤΤ εξασφαλίζει ότι, τα προγράμματα και οι δια­δικασίες αριθμοδότησης εφαρμόζονται με δίκαιο και χω­ρίς διάκριση τρόπο σε όλους τους φορείς παροχής δη­μοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Ειδικότερα η ΕΕΤΤ φροντίζει ώστε ο οργανισμός στον οποίο χορηγείται σειρά αριθμών αποφεύγει τις αδικαιολόγητες διακρί­σεις στις ακολουθίες αριθμών που χρησιμοποιούνται προκειμένου να παρέχεται πρόσβαση στις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες άλλων τηλεπικοινωνιακών φορέων εκμετάλλευσης.

5. Οι οργανισμοί που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινω­νιακά δίκτυα και αναφέρονται στο παράρτημα 1 του πα­ρόντος Διατάγματος, έχουν δε κοινοποιηθεί ως έχοντες σημαντική ισχύ στην αγορά, επιτρέπουν στους συνδρο­μητές τους συμπεριλαμβανομένων εκείνων που χρησιμο­ποιούν ISDN, την πρόσβαση σε μεταγόμενες τηλεπικοι­νωνιακές υπηρεσίες οποιουδήποτε διασυνδεδεμένου ορ­γανισμού παροχής δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών πριν την 1.1.2003. Επίσης οι εν λόγω οργανι­σμοί επιτρέπουν στους συνδρομητές να επιλέγουν τις μεταγόμενες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες μέσω προεπιλο­γής, παρέχοντας παράλληλα τη δυνατότητα αναίρεσης οποιασδήποτε προεπιλογής χρησιμοποιώντας σύντομο πρόθεμα κατά τη εκτέλεση συγκεκριμένης κλήσης.

6. Η τιμολόγηση της διασύνδεσης για την διευκόλυνση αυτή εκ μέρους των οργανισμών είναι προσανατολισμένη στο κόστος και ότι οι οποιεσδήποτε άμεσες επιβαρύνσεις των καταναλωτών για την παροχή της διευκόλυνσης αυ­τής δεν περιορίζει τη χρήση της. Σε περιπτώσεις διαφω­νιών έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του παρόντος.

'Άρθρο 13

( 'Άρθρο 13 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Τεχνικά Πρότυπα

1. Με την επιφύλαξη ότι η εφαρμογή καθορισμένων ευρω­παϊκών προτύπων μπορεί να καταστεί υποχρεωτική οι οργανισμοί που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες διαθέσιμες στο κοινό λαμβάνουν πλήρως υπόψη τους τα πρότυπα, που αναφέρονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ως κατάλληλα για τους σκοπούς της διασύνδεσης.

2. Ελλείψει τέτοιων προτύπων , λαμβάνονται υπόψη τα πρότυπα που αναφέρονται στο εδάφιο 1 της παρ. 3 α του άρθρου τρίτου του Ν.2246/94 όπως συμπληρώθηκε με το Προεδρικό Διάταγμα ( 156/99) (Α' 153).

'Άρθρο 14

('Άρθρο 14 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Δημοσίευση πληροφοριών και πρόσβαση σε αυτές

1. Οι ενημερωμένες πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 7 παράγραφος 1 , 9 παράγραφος 2 , 10 παράγρα­φος 1 του παρόντος Διατάγματος δημοσιεύονται από την ΕΕΤΤ σε δύο ημερήσιες οικονομικές εφημερίδες και μία (1) πολιτική.

Η ΕΕΤΤ δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τόσον τις ενημερωμένες πληροφορίες όσον και τον τρό­πο δημοσιεύσεώς τους.

2. 'Όσον αφορά στις ειδικά ενημερωμένες πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 4 παράγραφος 2 , 5 παρά­γραφοι 4 και 6 , 6 παράγραφος 3 , 9 παράγραφος 4 του πα­ρόντος Διατάγματος αυτές παρέχονται δωρεάν από την ΕΕΤΤ στους ενδιαφερόμενους κατόπιν αιτήσεώς τους κα­τά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες η οποία φροντίζει για τη δημοσίευση των πληροφοριών αυτών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ενημερώνει σχετικά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αμέσως σε περίπτωση οποιασδήποτε μετα­βολής τους.

Άρθρο 15

(Άρθρο 17 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Διαδικασία για την επίλυση διαφορών μεταξύ οργανισμών που λειτουργούν βάσει αδειών που χορηγούνται από διαφορετικά κράτη-μέλη.

1. Με την επιφύλαξη των τυχόν ενεργειών της Επιτρο­πής ή κάποιου κράτους μέλους βάσει της Συνθήκης των δικαιωμάτων του συμβαλλομένου μέρους των ενδιαφε­ρομένων οργανισμών ή τυχόν τρίτων σύμφωνα με τις δια­τάξεις της του ισχύοντος εθνικού δικαίου, οποιαδήποτε διαφορά ήθελε προκύψει σχετικά με τη διασύνδεση μετα­ξύ οργανισμών διαφορετικών κρατών μελών, ο οργανι­σμός που έχει παράπονα κατ άλλου οργανισμού μπορεί να προσφύγει στην αρμόδια διαιτητική αρχή του κράτους μέλους που χορήγησε την άδεια στον οργανισμό κατά του οποίου στρέφονται τα παράπονα.

Για την επίλυση των τυχόν διαφορών που προκύπτουν από τη συμφωνία διασύνδεσης μεταξύ του οργανισμού που κατέχει ειδική αδεία η οποία έχει χορηγηθεί σύμφω­να με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και του ορ­γανισμού που κατέχει άδεια, η οποία έχει χορηγηθεί από άλλο Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο δεύτε­ρος οργανισμός δύναται να προσφύγει στην ΕΕΤΤ. Εφαρ­μόζεται η διαδικασία του άρθρου 9 παρ. 7 του παρόντος.

2. Στην περίπτωση που υπάρχουν πλείονες διαφορές

μεταξύ των ιδίων δύο (2) οργανισμών επιλαμβάνονται της επιλύσεως των διαφορών οι αρμόδιες διαιτητικές αρχές κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του παρόντος Διατάγματος και εντός έξη μηνών από την παραπομπή της διαφοράς οι δε λύσεις πρέπει να διέπονται από τους κανόνες της διασύν­δεσης που ισχύουν στο ενδιαφερόμενο κράτος - μέλος.

'Άρθρο 16

('Άρθρο 18 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Κοινοποίηση

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους οργανισμούς:

α. που υπάγονται στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 4 του Παρόντος Διατάγματος.

β. που έχουν υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας και προσδιορίζονται στο Παράρτημα Ι μέρος 1 και στους οποίους επιτρέπεται να εισπράττουν απευθείας εισφο­ρές για το καθαρό κόστος της Καθολικής Υπηρεσίας σύμ­φωνα με τη διαδικασία του άρθρου 5 παράγραφος 4 του παρόντος Διατάγματος και αμέσως οποιαδήποτε μετα­βολή επέλθει στους οργανισμούς αυτούς.

'Άρθρο 17

('Άρθρο 21 της Οδηγίας 97/33/ΕΚ)

Το Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών αφού ενη­μερωθεί σχετικά από την ΕΕΤΤ πληροφορεί την Επιτροπή σχετικά με τυχόν γενικές δυσκολίες που συναντούν εξαι­τίας της νομοθεσίας ή εκ των πραγμάτων οι οργανισμοί όσον αφορά την διασύνδεση με οργανισμούς τρίτων χω­ρών και οι οποίες έχουν περιέλθει στην αντίληψή τους.

'Άρθρο 18

Παραρτήματα

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος τα Παραρτήματα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV , V , VI και VII τα οποία έχουν ως ακολούθως:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΕΙΔΙΚΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΡΟΣΙΤΕΣ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ

(άρθρο 3 παράγραφος 2)

Τα ακόλουθα δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και τη­λεπικοινωνιακές υπηρεσίες προσιτές στο κοινό θεωρούνται ως μείζονος σημασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Οι οργανισμοί οι οποίοι παρέχουν τα δημόσια τηλεπικοι­νωνιακά δίκτυα ή/ και προσιτές στο κοινό υπηρεσίες που καθορίζονται κατωτέρω και οι οποίοι έχουν σημαντική ισχύ στην αγορά υπόκεινται σε ειδικές υποχρεώσεις όσον αφορά τη διασύνδεση και την πρόσβαση, όπως καθορίζο­νται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 και τα άρθρα 6 και 7.

Μέρος 1

Το σταθερό δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο.

Ως σταθερό δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο νοείται το δη­μόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο μεταγωγής, το οποίο στη­ρίζει τη μετάδοση, μεταξύ τερματικών σημείων του δικτύ­ου σε σταθερές θέσεις, λόγου και ακουστικών πληροφο­ριών εύρους ζώνης 3,1 ΚΗΖ, προκειμένου να στηρίξει, μεταξύ άλλων:

- φωνητική τηλεφωνία, - επικοινωνίες τηλεομοιοτυπίας ομάδας ΙΙΙ, σύμφωνα με

τις συστάσεις της ITU-Τ στη "σειρά Τ",

- μετάδοση δεδομένων φωνητικής ζώνης μέσω διαπο­διαμορφωτών, με ταχύτητα τουλάχιστον 9600 bps, σύμ­φωνα με τις συστάσεις της ITU-T στη "σειρά V".

Η πρόσβαση στο τερματικό σημείο δικτύου του τελικού χρήστη γίνεται μέσω ενός αριθμού ή αριθμών του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης.

Η σταθερή δημόσια τηλεφωνική υπηρεσία σύμφωνα με την οδηγία 95/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την εφαρμογή της παροχής ανοικτού δικτύου (ΟΝΡ) στη φωνητική τηλεφωνία (1).

Ως σταθερή δημόσια τηλεφωνική υπηρεσία νοείται η παροχή στους τελικούς χρήστες, σε σταθερές θέσεις υπηρεσίας για την αποστολή και παραλαβή εθνικών και διεθνών κλήσεων, μπορεί δε να περιλαμβάνει πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης (112), την παροχή βοή­θειας από τηλεφωνητή, υπηρεσίες πληροφοριών τηλε­φωνικού καταλόγου, παροχή δημοσίων τηλεφώνων επί πληρωμή, την παροχή υπηρεσιών υπό ειδικούς όρους ή/και την παροχή ειδικών διευκολύνσεων για πελάτες με ειδικές ανάγκες ή κοινωνικώς μειονεκτούντα άτομα. Η πρόσβαση στον τελικό χρήστη γίνεται μέσω αριθμού ή αριθμών του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης.

Μέρος 2

Η υπηρεσία μισθωμένων γραμμών

Ως μισθωμένες γραμμές νοούνται οι τηλεπικοινωνιακές διευκολύνσεις οι οποίες παρέχουν διαφανή δυναμικότη­τα διαβίβασης μεταξύ τερματικών σημείων του δικτύου και οι οποίες δεν περιλαμβάνουν κατ' αίτηση μεταγωγή (λειτουργίες μεταγωγής τις οποίες ο χρήστης μπορεί να ελέγχει ως μέρος της παροχής μισθωμένης γραμμής). Μπορούν να περιλαμβάνουν συστήματα τα οποία επιτρέ­πουν την ευέλικτη χρήση του εύρους ζώνης της μισθωμέ­νης γραμμής, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων δυνατο­τήτων δρομολόγησης και διαχείρισης.

Μέρος 3

Δημόσια δίκτυα κινητής τηλεφωνίας

Ως δημόσιο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας νοείται ένα δη­μόσιο τηλεφωνικό δίκτυο του οποίου τα τερματικά σημεία δεν βρίσκονται σε σταθερές θέσεις.

Δημόσιες υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας

Ως δημόσια υπηρεσία κινητής τηλεφωνίας νοείται η τη­λεφωνική υπηρεσία της οποίας η παροχή συνίσταται, εν όλω ή εν μέρει, στη εγκατάσταση ραδιοεπικοινωνιών με έναν κινητό χρήστη και η οποία χρησιμοποιεί, εν όλω ή εν μέρει, ένα δημόσιο κινητό τηλεφωνικό δίκτυο.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΜΕ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΝΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΟΝΤΑΙ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΖΟΥΝ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

(άρθρο 4 παράγραφος 1)

Το παρόν παράρτημα καλύπτει τους οργανισμούς οι οποίοι παρέχουν μεταγόμενες και μη μεταγόμενες κομι­στικές δυνατότητες προς χρήστες από τους οποίους εξαρτώνται άλλες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες.

Οι οργανισμοί των ακόλουθων κατηγοριών έχουν δικαι­ώματα και υποχρεώσεις να διασυνδέονται μεταξύ τους, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1. Η διασύνδεση μεταξύ των οργανισμών αυτών υπόκειται σε πρόσθετη επιτήρηση από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2. Για αυτές τις κατηγορίες οργανισμών, μπορούν να υπάρχουν ειδικά τέλη, όροι και προϋποθέσεις διασύνδεσης, σύμφωνα με το άρθρο 7 πα­ράγραφος 1 ΣΤ β, γ.

1. Οργανισμοί οι οποίοι παρέχουν σταθερά ή/ και κινητά δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα μεταγωγής ή/ και τηλε­πικοινωνιακές υπηρεσίες προσιτές στο κοινό, και μέσω αυ­τού, ελέγχουν τα μέσα πρόσβασης προς ένα ή περισσότε­ρα τερματικά σημεία του δικτύου που καθορίζονται από έναν ή περισσότερους μοναδικούς αριθμούς του εθνικού σχεδίου αριθμοδότησης (βλέπε σημειώσεις κατωτέρω).

2. Οργανισμοί οι οποίοι παρέχουν μισθωμένες γραμμές στις εγκαταστάσεις των χρηστών.

3. Οργανισμοί οι οποίοι, βάσει αδείας που τους έχει χο­ρηγηθεί, παρέχουν διεθνή τηλεπικοινωνιακά κυκλώματα με τρίτες χώρες και διαθέτουν, για το σκοπό αυτό, απο­κλειστικά ή ειδικά δικαιώματα.

4. Οργανισμοί οι οποίοι παρέχουν τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες και στους οποίους επιτρέπεται, στην κατηγο­ρία αυτή, να διασυνδέονται βάσει σχετικών εθνικών προ­γραμμάτων αδειών ή εγκρίσεων.

Σημειώσεις Ως έλεγχος των μέσων πρόσβασης σε τερματικό σημείο του δικτύου νοείται ή ικανότητα ελέγχου των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών που παρέχονται στον τελικό χρήστη στο συγκεκριμένο τερματικό σημείο του δικτύου, ή/ και η ικανότητα παρεμπόδισης της πρόσβασης άλλων φορέων παροχής υπηρεσιών στον τελικό χρήστη στο συγκεκριμένο τερματικό σημείο του δικτύου.

Ο έλεγχος των μέσων πρόσβασης μπορεί να συνεπάγε­ται κυριότητα ή έλεγχο του φυσικού (καλωδιακού ή ασύρ­ματου) συνδέσμου προς το τελικό χρήστη ή/και τη δυνα­τότητα αλλαγής ή απόσυρσης του εθνικού αριθμού ή αριθμών που απαιτούνται για την πρόσβαση στο τερματι­κό σημείο του δικτύου ενός τελικού χρήστη.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΓΙΑ ΦΩΝΗΤΙΚΗ ΤΗΛΕΦΩΝΙΑ

(άρθρο 5 παράγραφος 6)

Ως υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας νοούνται οι υπο­χρεώσεις οι οποίες επιβάλλονται σε έναν οργανισμό από ένα κράτος μέλος και οι οποίες αφορούν την παροχή δι­κτύου και υπηρεσίας στο σύνολο καθορισμένης γεωγρα­φικής περιοχής, συμπεριλαμβανομένων - όπου αυτό είναι αναγκαίο - μέσων τιμών σε μια γεωγραφική περιοχή για την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας.

Το κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους λειτουργίας ενός οργανισμού με υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας και λειτουργίας χωρίς υποχρεώσεις καθολικής υπηρεσίας. Αυτό ισχύει είτε το δίκτυο σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος πλήρως ανεπτυγμένο είτε υφίσταται ακόμα ανά­πτυξη και επέκταση.

Ο υπολογισμός βασίζεται στο κόστος που οφείλεται στα ακόλουθα:

i) στοιχεία των καθορισμένων υπηρεσιών οι οποίες πα­ρέχονται μόνο με ζημία ή παρέχονται υπό συνθήκες κό­στους οι οποίες δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρό­τυπα.

Η κατηγορία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει στοιχεία υπηρεσιών, όπως πρόσβαση σε τηλεφωνικές υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης παροχή ορισμένων δημόσιων τηλεφώ­νων επί πληρωμή, παροχή ορισμένων υπηρεσιών ή εξο­πλισμού για άτομα με ειδικές ανάγκες κλπ.

ii) ειδικούς τελικούς χρήστες ή ομάδες τελικών χρη­στών οι οποίοι, λόγω του κόστους παροχής του συγκε­κριμένου δικτύου και υπηρεσίας, των παραγόμενων εσό­δων και της τυχόν γεωγραφικής στάθμισης των τιμών που επιβάλλονται από το κράτος μέλος, μπορούν να εξυπηρε­τούνται μόνο με ζημία ή υπό συνθήκες κόστους που δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρότυπα.

Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τους τελικούς χρήστες ή ομάδες τελικών χρηστών, οι οποίοι δεν θα εξυπηρετού­ντο από εμπορικό φορέά εκμετάλλευσης ο οποίος δεν έχει υποχρέωση να παρέχει καθολική υπηρεσία.

Σε ακραίες περιοχές με επεκτεινόμενα δίκτυα, ο υπολο­γισμός του κόστους θα πρέπει να βασίζεται στο επιπλέον κόστος εξυπηρέτησης των τελικών χρηστών ή ομάδων χρηστών τους οποίους ένας φορέας εκμετάλλευσης που εφαρμόζει τις συνήθεις εμπορικές αρχές ανταγωνιστικού περιβάλλοντος θα επέλεγε να μην εξυπηρετεί.

Κατά τον υπολογισμό του καθαρού κόστους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα έσοδα. Το κόστος και τα έσοδα θα πρέπει να είναι προβλεπόμενα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΩΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗΣ

(άρθρο 7 παράγραφος 1 ΣΤ α, β, γ)

Ως τέλη διασύνδεσης νοούνται τα πραγματικά τέλη που πρέπει να καταβάλλουν τα διασυνδεόμενα μέρη.

Ως δομή τιμολόγησης νοούνται οι ευρείες κατηγορίες στις οποίες κατατάσσονται τα τέλη διασύνδεσης, όπως π.χ.

- τα τέλη που καλύπτουν την αρχική εγκατάσταση της

φυσικής διασύνδεσης και τα οποία βασίζονται στο κόστος για την παροχή της ζητούμενης ειδικής διασύνδεσης (π.χ. ειδικός εξοπλισμός και πόροι, δοκιμή συμβατότητας).

- τα τέλη μίσθωσης καλύπτουν τη συνεχή χρήση του εξοπλισμού και των πόρων (συντήρηση της σύνδεσης κλπ).

-τα μεταβλητά τέλη για βοηθητικές και συμπληρωματι­κές υπηρεσίες (π.χ πρόσβαση σε υπηρεσίες τηλεφωνικού καταλόγου, παροχή βοήθειας από τηλεφωνητή, συλλογή δεδομένων, χρέωση, τιμολόγηση, μεταγόμενες και προηγμένες υπηρεσίες κ.λ.π).

-τα τέλη χρήσεως για τη μεταφορά της κίνησης από και προς το διασυνδεόμενο δίκτυο (π.χ. κόστος μεταγωγής και μετάδοσης). Τα τέλη χρήσεως μπορεί να βασίζονται σε υπολογισμό ανά λεπτό ή/και στην απαιτούμενη πρόσθετη δυναμικότητα δικτύου.

Ως στοιχεία τιμολόγησης νοούνται οι επιμέρους τιμές που ορίζονται για κάθε στοιχείο ή διευκόλυνση του δικτύ­ου που παρέχεται στο διασυνδεόμενο μέρος.

Οι τιμές και τα τέλη διασύνδεσης πρέπει να τηρούν την αρχή του προσανατολισμού προς το κόστος και την αρχή της διαφάνειας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2.

Τα τέλη διασύνδεσης μπορεί να περιλαμβάνουν, σύμ­φωνα με την αρχή της αναλογικότητας, εύλογο μερίδιο του από κοινού αναλαμβανόμενου και του κοινού κόστους που προκύπτουν κατά την παροχή ισότιμης πρόσβασης και φορητότητας αριθμού, καθώς και του κόστους διασφάλισης βασικών απαιτήσεων (διατήρηση της ακεραιότητας του δικτύου, ασφάλεια του δικτύου σε πε­ριπτώσεις καταστάσεως έκτακτης ανάγκης, διαλειτουρ­γικότητα υπηρεσιών και προστασία των δεδομένων).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΟΣΤΟΛΟΓΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗΣ

(άρθρο 7, παράγραφος 1 ΣΤ ε,στ)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5, το σύστημα κο­στολόγησης πρέπει να τεκμηριώνεται λεπτομερώς ο κα­τάλογος που ακολουθεί περιέχει, ενδεικτικά, ορισμένα στοιχεία που είναι δυνατόν να περιληφθούν στο σύστημα κοστολόγησης.

Ο σκοπός της δημοσίευσης των πληροφοριών αυτών εί­ναι να εξασφαλίζεται διαφάνεια κατά τον υπολογισμό των τελών διασύνδεσης, ώστε άλλοι παράγοντες της αγοράς να είνάι σε θέση να βεβαιώνονται ότι τα τέλη έχουν υπο­λογιστεί κατά τρόπο δίκαιο και ορθό.

Ο στόχος αυτός πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από την εθνική ρυθμιστική αρχή και τους ενδιαφερόμενους οργα­νισμούς κατά τον προσδιορισμό του επιπέδου λεπτομέ­ρειας των δημοσιευόμενων πληροφοριών.

Ο κατωτέρω κατάλογος αναφέρει τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται στις δημοσιευόμενες πληρο­φορίες.

1. Το χρησιμοποιούμενο τυποποιημένο κόστος.

Π.χ., πλήρως κατανεμημένο κόστος, μακροπρόθεσμο μέσο επαυξητικό κόστος, περιθωριακό κόστος, κόστος λόγω αυτοδυναμίας, άμεσα ενσωματωμένο κόστος, κλπ.

συμπεριλαμβανομένης της ή των χρησιμοποιούμενων βάσεων κόστόυς,

δηλαδή ιστορικό κόστος (βασιζόμενο σε πραγματικές δαπάνες για εξοπλισμό και συστήματα ) ή προβλεπόμενο κόστος (βασιζόμενο σε υπολογιζόμενο κόστος αντικατά­στασης εξοπλισμού ή συστημάτων).

2. Τα στοιχεία κόστους που περιλαμβάνονται στην τιμο­λόγηση της διασύνδεσης

Προσδιορισμός όλων των επί μέρους στοιχείων, τα οποία από κοινού αποτελούν το τέλος διασύνδεσης, συ­μπεριλαμβανομένου του κέρδους.

3. Οι βαθμοί και οι μέθοδοι κατανομής του κόστους, ιδίως η αντιμετώπιση από κοινού αναλαμβανομένου και κοινού κόστους.

Λεπτομέρειες του βαθμού στον οποίο αναλύεται το άμε­σο κόστος και ο βαθμός και η μέθοδος μέσω των οποίων το από κοινού αναλαμβανόμενο και το κοινό κόστος περι­λαμβάνονται στα τέλη διασύνδεσης.

4. Λογιστικές συμβάσεις.

Δηλαδή οι λογιστικές συμβάσεις που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση κόστους που καλύπτει:

- το χρονοδιάγραμμα απόσβεσης μεγάλων κατηγοριών παγίων στοιχείων ενεργητικού (π.χ. οικόπεδα, κτίρια, εξο­πλισμός ),

- την αντιμετώπιση, από πλευράς εσόδων έναντι κό­στους κεφαλαίου, άλλων μεγάλων στοιχείων δαπάνης (π.χ. λογισμικό και συστήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, έρευνα και ανάπτυξη, ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, άμεσες και έμμεσες κατασκευές, επισκευές και συντήρηση, χρηματοπιστωτικά τέλη )

Οι πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα κοστολόγη­σης, που προσδιορίζονται στο παρόν παράρτημα, μπο­ρούν να τροποποιούνται με τη διαδικασία του άρθρου 19.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ ΚΥΚΛΟΥ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

(άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2,3,4)

Μέρος 1

Το κατώτατο όριο ετήσιου κύκλου εργασιών των τηλε­πικοινωνιακών δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο άρ­θρο 8 παράγραφος 1 είναι πενήντα εκατομμύρια (50 εκα­τομμύρια Ecu) Εcu.

Μέρος 2

Το κατώτατο όριο ετήσιου κύκλου εργασιών των τηλε­πικοινωνιακών δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο άρ­θρο 8 παράγραφος 3 είναι είκοσι εκατομμύρια (20 εκα­τομμύρια) Ευρώ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΛΑΙΣIΟ ΓIΑ ΤΙΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝIΚΩΝ ΔIΑΣΥΝΔΕΣΗΣ (άρθρο 9 παράγραφος 2)

Μέρος 1

Τομείς για τους οποίους η εθνική ρυθμιστική αρχή μπο­ρεί να προκαθορίζει όρους

α) Διαδικασία επίλυσης διαφορών.

β) Απαιτήσεις δημοσίευσης των συμφωνιών διασύνδε­σης και πρόσβασης σε αυτές καθώς και άλλα καθήκοντα περιοδικής δημοσίευσης.

γ) Απαιτήσεις σχετικά με την παροχή ίσης πρόσβασης και φορητότητας του αριθμού.

δ) Απαιτήσεις σχετικά με την από κοινού χρήση εγκατα­στάσεων, συμπεριλαμβανομένης της συνεγκατάστασης. ε) Απαιτήσεις σχετικά με τη διασφάλιση της διατήρη­σης των βασικών απαιτήσεων.

στ) Απαιτήσεις σχετικά με την εκχώρηση και χρήση των δυνατοτήτων αριθμοδότησης (συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε υπηρεσίες τηλεφωνικού καταλόγου, υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και πανευρωπαϊκούς αριθ­μoύς).

ζ) Απαιτήσεις που αφορούν τη διατήρηση της διατερ­ματικής ποιότητας της υπηρεσίας

η) Ενδεχομένως καθορισμός του διαχωρισμένου τμή­ματος του τέλους διασύνδεσης το οποίο αποτελεί εισφο­ρά στο καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπη­ρεσίας.

Μέρος 2

Άλλα θέματα των οποίων πρέπει να ενθαρρύνεται ή κά­λυψη από συμφωνίες διασύνδεσης.

α) Περιγραφή των υπηρεσιών διασύνδεσης που πρέπει να παρέχονται.

β) Όροι πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων των διαδι­κασιών χρέωσης.

γ) Θέσεις των σημείων διασύνδεσης. δ) Τεχνικά πρότυπα διασύνδεσης

ε) Δοκιμές διαλειτουργικότητας.

στ) Μέτρα συμμόρφωσης προς τις βασικές απαιτήσεις. ζ) Δικαιώματα rnευματικής ιδιοκτησίας.

η) Ορισμός και περιορισμός της ευθύνης και της απο­ζημίωσης.

θ) Ορισμός των τελών διασύνδεσης και της χρονικής του εξέλιξης.

ί) Διαδικασία επίλυσης διαφορών μεταξύ μερών πριν από την αίτηση παρεμβάσεων της εθνικής ρυθμιστικής αρχής.

ία) Διάρκεια και αναδιαπραγμάτευση συμφωνιών.

ίβ) Διαδικασίες στην περίπτωση προτεινομένων αλλα­γών στο δίκτυο ή στις προσφερόμενες υπηρεσίες ενός των συμβαλλομένων.

ίγ) Επίτευξη ίσης πρόσβασης.

ίδ) Δυνατότητα από κοινού χρήσης εγκαταστάσεων.

ίε) Πρόσβαση σε βοηθητικές συμπληρωματικές και προηγμένες υπηρεσίες.

ίστ) Διαχείριση κινήσεως και δικτύου.

ίζ) Διατήρηση και ποιότητα των υπηρεσιών διασύνδε­σης.

ίη) Εμπιστευτικότητα των μη δημόσιων τμημάτων και συμφωνιών.

ίθ) Κατάρτιση του προσωπικού.

Άρθρο 19

Η ισχύς του παρόντος Διατάγματος αρχίζει από τη δη­μοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Στον Υφυπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών αναθέ­τουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος.

 

Αθήνα, 2 Αυγούστου 1999

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

 

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

 

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΥΦΥΠ. ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΑΛΑΓΙΑΝΝΗΣ